Η “Ρεαλιστική Θεραπεία” του Γουίλιαμ Γκλάσερ (Μέρος Α’)

Ο Γουίλιαμ Γκλάσερ, ψυχίατρος διεθνούς φήμης και ιδρυτής της μεθόδου “Reality Therapy”, εισήγαγε μια ριζοσπαστική καινοτομία στο χώρο της ψυχοθεραπείας και της συμβουλευτικής.

Πυρήνας της θεωρίας του είναι η “Θεωρία της Επιλογής”, σύμφωνα με την οποία οι άνθρωποι επιλέγουν τη συμπεριφορά που τους οδήγησε στη θεραπεία, δηλαδή τα συμπτώματα, επειδή είναι η καλύτερή τους προσπάθεια και ο δικός τους τρόπος να αντιμετωπίσουν μια μη-ικανοποιητική  σχέση ή ακόμα χειρότερα την πλήρη έλλειψη σχέσεων στη ζωή τους. Έτσι, σημασία στη “Ρεαλιστική Θεραπεία” ή αλλιώς “Θεραπεία της Πραγματικότητας”  δεν έχει το πώς συμπεριφέρονται οι άλλοι, αλλά ο τρόπος με τον οποίο το ίδιο το άτομο επιλέγει  να συμπεριφερθεί μέσα σε μια σχέση.

Ο Γουίλιαμ Γκλάσερ γεννήθηκε το 1925 στο Οχάιο των Η.Π.Α. κι ενώ αρχικά σπούδασε χημικός μηχανικός, στην πορεία έκανε μάστερ στην κλινική ψυχολογία. Έπειτα, τελείωσε την ιατρική σχολή και το 1961 κατάφερε να γίνει ένας διεθνώς αναγνωρισμένος ψυχίατρος. Οδεύοντας από την ιδιωτική άσκηση του επαγγέλματος στη διδασκαλία, έφτασε στην κορυφή της καριέρας του με τη συγγραφή άνω των είκοσι βιβλίων, τα οποία προσφέρουν περαιτέρω κατανόηση σε θέματα συμβουλευτικής, κινήτρων και συμπεριφοράς, στην προσπάθειά του να βελτιώσει την ψυχική υγεία των ανθρώπων. Απεβίωσε το 2013 στο Λος Άντζελες.

Η φιλοσοφία του Γκλάσερ είναι ότι οι άνθρωποι δεν πρέπει να ετικετοποιούνται με όρους ψυχικής ασθένειας, αν δεν έχουν μία πραγματική και υπαρκτή εγκεφαλική διαταραχή, όπως είναι η νόσος Αλτσχάιμερ, η επιληψία, τα εγκεφαλικά τραύματα, οι εγκεφαλικές μολύνσεις και τα γενετικά ελαττώματα, όπως το σύνδρομο Down, η ασθένεια του Huntington και ο αυτισμός. Αυτοί οι ασθενείς πράγματι υποφέρουν από εγκεφαλικές ανωμαλίες και θα πρέπει να θεραπεύονται πρωταρχικά από νευρολόγους.

Η “Θεωρία της Επιλογής” διατείνεται πως οι κατηγορίες του DSM δε θα πρέπει να χρησιμοποιούνται από τους ψυχολόγους και τους ψυχιάτρους ως μέσο διάγνωσης ψυχικών ασθενειών, καθώς μ’ αυτό τον τρόπο το μόνο που πετυχαίνουν οι ειδικοί ψυχικής υγείας είναι να “κολλάνε ταμπέλες” στους πελάτες τους. Η μόνη περίσταση που μια διάγνωση μπορεί να φανεί χρήσιμη είναι για ασφαλιστικούς σκοπούς, όπως για παράδειγμα στην περίπτωση αποζημίωσης από μια ασφαλιστική εταιρία. Σύμφωνα, λοιπόν, με τη συγκεκριμένη προσέγγιση η διάγνωση δε θα πρέπει να χρησιμοποιείται ως εργαλείο κατηγοριοποίησης και ετικετοποίησης του ασθενή για τον προσδιορισμό της “ψυχικής του ασθένειας”. Αντιθέτως, η διάγνωση θα πρέπει να αποτελεί απλά την καλύτερη περιγραφή των συμπεριφορών που επιλέγουν οι άνθρωποι, για να αντιμετωπίσουν τον πόνο και τη ματαίωση που βιώνουν μέσα σε μια μη-ικανοποιητική σχέση του παρόντος.

Η βασική θέση του Γκλάσερ είναι ότι οι άνθρωποι επιλέγουν να βιώνουν κατάθλιψη, άγχος, πανικό, θυμό ή γενικότερα να συμπεριφέρονται μ’ έναν τρόπο που οι ίδιοι ή οι άλλοι θεωρούν προβληματικό και διαταραγμένο. Ισχυρίζεται, μάλιστα, πως επιλέγουν αυτό τον τρόπο συμπεριφοράς προκειμένου να αποφύγουν άλλες πιο επώδυνες εμπειρίες και βιώματα. Σύμφωνα με το Γκλάσερ, η αιτία του ψυχικού πόνου και των συμπτωμάτων είναι σχεδόν πάντα μια μη ικανοποιητική σχέση ή η ολοκληρωτική απουσία ουσιαστικών σχέσεων. Έτσι, οι άνθρωποι στην προσπάθειά τους να αντεπεξέλθουν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο στη δεδομένη κατάσταση, παρουσιάζουν διαφορετική συμπτωματολογία ο καθένας. Όμως τα συμπτώματα που επιλέγουν οι πελάτες αυτά καθεαυτά, στην πραγματικότητα δεν είναι ιδιαίτερα σημαντικά για τη διαδικασία της συμβουλευτικής.

Με άλλα λόγια, ίσως και να μην ανακαλύψουμε ποτέ γιατί ένα μοναχικό άτομο επιλέγει να καταθλίβεται, κάποιο άλλο να έχει εμμονές, ένα τρίτο να βιώνει κρίσεις πανικού κι ένα τέταρτο να πίνει. Και δεν έχει και ιδιαίτερη σημασία να το ανακαλύψουμε. Τα συμπτώματα είναι απλώς ο τρόπος προειδοποίησης που χρησιμοποιεί το σώμα μας, για να μας ενημερώσει ότι η συμπεριφορά που επιλέγουμε δεν ικανοποιεί τις βασικές μας ανάγκες και άρα πρέπει να κάνουμε κάτι, για να αλλάξει η παρούσα κατάσταση και να ανακουφιστούμε από τον ψυχικό πόνο.  Αν ο θεραπευτής επικεντρωθεί στο σύμπτωμα, υποβάλλει εμμέσως τον πελάτη να αποφύγει το πραγματικό πρόβλημα, που είναι να βελτιώσει τις σχέσεις του και να επανασυνδεθεί με τους γύρω του στο εδώ και τώρα.

Έτσι, το παρελθόν δεν έχει ιδιαίτερη σημασία για τη “Θεραπεία της Πραγματικότητας”. Αν και πολλοί από εμάς έχουμε τραυματιστεί στο παρελθόν, δεν είμαστε σε καμία περίπτωση θύματα του παρελθόντος– εκτός κι αν αυτό επιλέγουμε σήμερα. Με άλλα λόγια, η λύση στο πρόβλημα ενός πελάτη σπάνια βρίσκεται στην εξερεύνηση και την ανάλυση του παρελθόντος. Γι’ αυτό και η “Ρεαλιστική Θεραπεία” εστιάζει στο παρόν, στο εδώ και τώρα κι όχι στο παρελθόν. Ο Γκλάσερ παραδέχεται πως είμαστε αδιαμφισβήτητα προϊόντα του παρελθόντος και πως ο θεραπευτής μπορεί να ακούσει σύντομα τις εμπειρίες του παρελθόντος του πελάτη.Παρ’ όλα αυτά, η υπερβολική ενασχόληση με το παρελθόν μπορεί να οδηγήσει σε απώλεια πολύτιμου χρόνου από τη θεραπεία και σε μεγαλύτερη οικονομική επιβάρυνση του πελάτη.

Οι παραπάνω συνιστούν μερικές μόνο από τις βασικές αρχές της “Θεωρίας της Επιλογής” και της “Ρεαλιστικής Θεραπείας” του Γουίλιαμ Γκλάσερ. Στο επόμενο άρθρο (Μέρος Β’), θα ακολουθήσουν και τα υπόλοιπα καίρια σημεία της συγκεκριμένης θεραπευτικής προσέγγισης, που επηρέασε σημαντικά το χώρο της συμβουλευτικής και της ψυχοθεραπείας.

Κοινή χρήση:

Αφήστε ένα σχόλιο