Γεωργάκης

Πηγή εικόνας: enikos.gr

Κώστας Γεωργάκης: Η αντιστασιακή του αυτοπυρπόληση

Νικηφόρος Βρεττάκος, «Αυτοπυρπόληση – συλλογή: Η θέα του κόσμου» 

«Στον φοιτητή που αυτοπυρπολήθηκε στη Γένοβα το 1970» 

Ντύθηκες γαμπρός, φωταγωγήθηκες σαν έθνος. 

Έγινες ένα θέαμα ψυχής, ξεδιπλωμένης στον ορίζοντα. 

Είσαι η φωτεινή, περίληψη του δράματός μας, 

τα χέρια μας προς την Ανατολή και τα χέρια μας προς τη Δύση. 

Είσαι στην ίδια λαμπάδα τη μια τ’ αναστάσιμο φως κι ο επιτάφιος θρήνος μας.


Ο Κώστας Γεωργάκης είναι από εκείνες τις μορφές που επιβεβαιώνουν τη ρήση του Στέφαν Τσβάιχ “Η ιστορία δεν δέχεται εισβολείς, επιλέγει η ίδια τους ήρωες της”. Η αυτοπυρπόληση του μοναχική πορεία προς τον θάνατο και πράξη αντιστασιακή για τον γύψο με τον οποίο δέθηκε η Ελλάδα για να θεραπευτεί από τα δεινά της κατά τις εκτιμήσεις της στρατιωτικής χούντας.  

Γεννημένος στις 23 Αυγούστου 1948 στην Κέρκυρα, ο Γεωργάκης χαρακτηρίζεται ως ανήσυχο πνεύμα ήδη από την εφηβική του ηλικία. Ζητούσε μια αλλαγή της καθεστηκυίας τάξης. Έχοντας ολοκληρώσει τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση του, ο Γεωργάκης εγκαταλείπει την Ελλάδα για να πραγματοποιήσει σπουδές γεωλογίας στην Ιταλία και πιο συγκεκριμένα στην Γένοβα. Η απόφαση του αυτή έρχεται λίγους μήνες μετά την επιβολή της δικτατορίας. Η συγκεκριμένη πολιτική εξέλιξη γεννά στον Γεωργάκη σκέψεις για μια οργανωμένη αντίδραση στο καθεστώς τρόμου που επικρατούσε.  Μάλιστα, το 1968 εγγράφηκε στην ΕΔΗΝ, τη νεολαία της Ένωσης Κέντρου. Ωστόσο, φαίνεται πως η δράση μέσα από τα πολιτικά κόμματα δεν του αρκούσε. Οραματιζόταν μια άλλη μορφή αγώνα. 

Στην διάρκεια των σπουδών του, το 1970, αποκαλύπτει σε ιταλικό μέσο ότι οι άνθρωποι της Χούντας είχαν παρεισφρήσει στις ελληνικές φοιτητικές οργανώσεις στην Ιταλία. Η εν λόγω πληροφορία δεν έφερε το ονοματεπώνυμο του, ωστόσο δεν άργησαν να φτάσουν στα ίχνη του. Δέχεται επίθεση από παρακρατικούς, ενώ ασκούνται πιέσεις και προς το οικογενειακό του περιβάλλον.  

Γεωργάκης

Πηγή εικόνας: greekreporter.com

Ο κλοιός έσφιγγε γύρω από το πρόσωπο του, γεγονός που αντιλήφθηκε και αποφάσισε να αναλάβει δράση. Το βράδυ της 18ης Σεπτεμβρίου του μακρινού για εμάς 1970 γράφει μια επιστολή προς τον πατέρα του και κατευθύνεται προς την πλατεία Ματεότι μαζί με τρία μπουκάλια βενζίνη. Μεταξύ άλλων αναφέρει:  «Συγχώρεσε με γι’ αυτό που έκανα και μην κλάψεις. Ο γιος σου δεν είναι ήρωας. Είναι άνθρωπος, όπως όλοι οι άλλοι, ίσως λίγο πιο φοβισμένος (…) Δεν θέλω να μπείτε σε κίνδυνο από τις πράξεις μου, αλλά δεν μπορώ να κάνω διαφορετικά, παρά να σκέφτομαι και να ενεργώ σαν ελεύθερο άτομο». 

Κάτω από μια μεγάλη στοά, λούεται με βενζίνη και ανάβει φωτιά με σπίρτο. Τυλίγεται στις φλόγες. Φέρεται ότι φώναξε «Ζήτω η ελεύθερη Ελλάδα Κάτω η δικτατορία – Το έκανα για την Ελλάδα μου». Η πράξη λαμβάνει χώρα στις 3 τα ξημερώματα. Μοναδικοί μάρτυρες ήταν οι εργάτες της καθαριότητας, οι οποίοι έσπευσαν να τον βοηθήσου.  Είναι χαρακτηριστικές οι αναφορές ότι δεν ζήτησε βοήθεια, ούτε μετάνιωσε για την πράξη στην οποία προέβη. Μεταφέρεται στο νοσοκομείο, όπου και άφησε την τελευταία του πνοή.  

Στο σημείο που αυτοπυρπολήθηκε υπάρχει αναμνηστική πλάκα με την επιγραφή: «Στον νεαρό Έλληνα Κωνσταντίνο Γεωργάκη που θυσίασε τα 22 χρόνια του για την Ελευθερία και τη Δημοκρατία της πατρίδας του. Όλοι οι ελεύθεροι άνθρωποι σκιρτούν μπροστά στην ηρωική του χειρονομία. Η Ελεύθερη Ελλάδα θα τον θυμάται για πάντα». 


ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΕ ΜΑΣ ΣΤΟ FACEBOOK!    👉      

Η ταφή του Γεωργάκη καθυστέρησε για τέσσερις μήνες, μιας και οι αρχές θέλησαν να αποσιωπήσουν το γεγονός υπό τον φόβο των αντιδράσεων που θα μπορούσε να προξενήσει το γεγονός αυτό στο εσωτερικό της χώρας. Είναι ενδεικτικές οι προσπάθειες συγκάλυψης του πολιτικού χαρακτήρα της πράξης του, την οποία το ελληνικό προξενείο απέδωσε σε “κρίσεις μελαγχολίας” του Γεωργάκη. Ωστόσο, η είδηση διέρρευσε και ο πολιτικός χαρακτήρας της αυτοθυσίας του δεν μπορούσε να κρυφτεί. Συγκινητική ήταν και η κινητοποίηση του φοιτητικού κόσμου σε Ελλάδα και Ιταλία. 

Μάλλον το καθεστώς ανελευθερίας που τόσο βίαια επιβλήθηκε ήταν κάτι που ο Κώστας Γεωργάκης δεν μπορούσε να ανεχτεί. Η πράξη του λαμβάνει τα γνωρίσματα μιας διαμαρτυρίας, μιας προσπάθειας αφύπνισης από το λήθαργο της χούντας που είχε αρχίσει ήδη να σταθεροποιείται.  

Ακολουθεί ποίημα του Τάσου Σινόπουλου για το φαινόμενο της αυτοπυρπόλησης.  

Κοιτάχτε μπήκε στη φωτιά! είπε ένας απ’ το πλήθος. 

Γυρίσαμε τα μάτια γρήγορα. Ήταν 

στ’ αλήθεια αυτός που απόστρεψε το πρόσωπο, όταν του 

μιλήσαμε. Και τώρα καίγεται. Μα δε φωνάζει βοήθεια. 

Διστάζω. Λέω να πάω εκεί. Να τον αγγίξω με το χέρι μου. 

Είμαι από τη φύση μου φτιαγμένος να παραξενεύομαι. 

Ποιος είναι τούτος που αναλίσκεται περήφανος; 

Το σώμα του το ανθρώπινο δεν τον πονά; 

Η χώρα εδώ είναι σκοτεινή. Και δύσκολη. Φοβάμαι. 

Ξένη φωτιά μην την ανακατεύεις, μου είπαν. 

Όμως εκείνος καίγονταν μονάχος. Καταμόναχος. 

Κι όσο αφανίζονταν τόσο άστραφτε το πρόσωπο. 

Γινόταν ήλιος. 

Στην εποχή μας όπως και σε περασμένες εποχές 

άλλοι είναι μέσα στη φωτιά κι άλλοι χειροκροτούνε. 

Ο ποιητής μοιράζεται στα δυο. 

 

Σημαντικό μέρος των στοιχείων που παρουσιάζονται στο άρθρο έχουν αντληθεί από την εκπομπή Ρεπορτάζ χωρίς Σύνορα

Κοινή χρήση:

Αφήστε ένα σχόλιο