Η επίδραση των fake news στην κοινή γνώμη

Σχετικά πρόσφατα δημοσιευμένη έρευνα του Ινστιτούτου Reuters και του Πανεπιστημίου του Όξφορντ έδειξε πως η Ελλάδα είναι η δεύτερη χώρα παγκοσμίως στην παραγωγή ψευδών ειδήσεων, ενώ σύμφωνα με την ίδια έρευνα, το 44% των ερωτηθέντων υποστήριξε πως έπεσε θύμα παραπληροφόρησης και ψευδής είδησης την τελευταία εβδομάδα.

Σύμφωνα με την πιο πρόσφατη έρευνα του 2020, μόνο το 28% των ερωτηθέντων Ελλήνων ισχυρίστηκε πως πιστεύει στις περισσότερες ειδήσεις από όσες λαμβάνει από όλες τις διαθέσιμες αγορές ενημέρωσης(τηλεόραση, facebook, social media). Αναμενόμενα, το ποσοστό των Ελλήνων που ανησυχούν για το αν μια είδηση είναι αναληθής ή όχι αγγίζει το 63% (66% το 2018), δείχνοντας ξεκάθαρα το πρόβλημα της παραγωγής ψευδών ειδήσεων στην χώρα μας. Η πλατφόρμα που φαίνεται να φιλοξενεί την πλειονότητα των ψευδών ειδήσεων δεν είναι άλλη από το Facebook, κάτι που ισχύει τόσο για την υπόλοιπη Ευρώπη όσο και για την Αμερική. Οι Έλληνες που χρησιμοποιούν το Facebook ως πηγή ειδήσεων ξεπερνάει κατά ελάχιστα το 60%: πρακτικά κάτι παραπάνω από την μισή Ελλάδα εν δυνάμει εκτίθεται σε ψευδείς ειδήσεις.

Η Ελλάδα είναι μαζί με 2 χώρες ακόμα, στην υψηλότερη θέση αυτών που οι πολίτες τους ενημερώνονται μέσω κοινωνικών δικτύων παρά από την τηλεόραση. Ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού συνεπώς έρχεται απέναντι με ειδήσεις που κατά πολύ μεγάλη πιθανότητα να είναι ψευδείς. Φυσικά οι αιτίες που συμβαίνει κάτι τέτοιο είναι πολλές στη συγκεκριμένη πλατφόρμα και θα επιχειρηθούν να αναλυθούν στη συνέχεια. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν επίσης, στατιστικά όπως το εάν πρέπει τα media να παρουσιάζουν δηλώσεις πολιτικών που ενδέχεται να περιλαμβάνουν ψευδείς δηλώσεις με ένα ποσοστό κοντά στο 75%, από τα υψηλότερα στον κόσμο, να θεωρεί πως πρέπει να παρουσιάζονται οι δηλώσεις σε περίοπτη θέση.

Ακόμα ένα διόλου ευκαταφρόνητο ποσοστό των Ελλήνων, περί τα 25%, λαμβάνει ειδήσεις με την μορφή newsletter στο προσωπικό τους email. Παρ’ όλα αυτά φαίνεται πως η πληροφόρηση του μέσου Έλληνα δεν προέρχεται από αυτή την πηγή.  Η ενημέρωση επί πληρωμή από έμπιστα ειδησεογραφικά πρακτορεία είναι η χαμηλότερη στην Ευρώπη με μόλις 7% να ενημερώνονται με αυτόν τον τρόπο, οι προφανείς λόγοι επί τούτου διακρίνονται στην κακή οικονομική κατάσταση που βρίσκεται ο μέσος Έλληνας.  Την ίδια στιγμή ένα ποσοστό της τάξης του 76% φαίνεται να ενημερώνεται μέσω ειδησεογραφικών βίντεο στο διαδίκτυο, βίντεο που ευδοκιμούν κυρίως στις πλατφόρμες των social media με όλες τις συνέπειες που αυτό συνεπάγεται.

Ενδεχομένως, το πιο αξιοσημείωτο εύρημα και αυτό που φαίνεται να είναι ένας από τους βασικότερους λόγους της διασποράς των ψευδών ειδήσεων, είναι τι ποσοστό ανθρώπων επιλέγει να διαβάσει περισσότερα για μια είδηση που συναντά στα social media ή εάν μένει στην ανάγνωση ενός ευφάνταστου ή παραπλανητικού τίτλου. Συγκεκριμένα, το 39% των ερωτηθέντων δεν ανοίγει καν το άρθρο από το οποίο λαμβάνει την είδηση, ενώ αυτό που το κάνει, φτάνει σε ποσοστό μόλις 54%. Γίνεται εύκολα αντιληπτό, πως τίτλοι παραπλανητικοί ή ευφάνταστοι που δεν προσδιορίζουν ακριβώς την είδηση και αφήνουν περιθώρια για παρεξηγήσεις εύκολα μπορούν να οδηγήσουν στον σχηματισμό λανθασμένης άποψης από ένα αρκετά μεγάλο μέρος του πληθυσμού. Εάν ένα ποσοστό κοντά στο 40% δεν ενημερωθεί σωστά και σφαιρικά, ο σχηματισμός λάθος άποψης θα είναι αναπόφευκτος και η περαιτέρω κακής ποιότητας κριτική που ενδέχεται να ασκήσει κάποιος πραγματικό γεγονός. Αδιαμφισβήτητα ένας μέσος ενήλικας και ειδικότερα στη χώρα μας, που δουλεύει 8-10 ώρες την ημέρα ενώ έχει και άλλες υποχρεώσεις πέρα της δουλειάς του, είναι αδύνατον να επιλέξει να σπαταλήσει 1 ώρα από σημαντικό προσωπικό χρόνο για την σωστή ενημέρωση του από το να περάσει χρόνο με τα παιδιά του, την οικογένεια του ή να αφιερώσει χρόνο για την ψυχαγωγία του.


ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΕ ΜΑΣ ΣΤΟ FACEBOOK!    👉      

Η διασπορά και χρήση των fake news τείνει να πάρει ανεξέλεγκτες διαστάσεις στην ελληνική κοινωνία, ενώ η παραπληροφόρηση των ατόμων δύναται να οδηγήσει σε ολέθριες επιπτώσεις για οποιαδήποτε κυβέρνηση είναι στην εξουσία καθώς όταν η ενημέρωση είναι λανθασμένη, ο σχηματισμός άποψης θα είναι με μαθηματική ακρίβεια αβάσιμος και τινά επικίνδυνος σε πολλές περιπτώσεις. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ελλιπούς ενημέρωσης είναι τα ιατρικά δεδομένα της παρούσης υγειονομικής κρίσης. Ακόμα και η ενημέρωση από την πλευρά της τηλεόρασης ήταν πολλές φορές ελαττωματική με αποτέλεσμα να συμβάλλει στην περαιτέρω διάδοση και ανάπτυξη λανθασμένων απόψεων και κριτικών δυσχεραίνοντας το έργο των υγειονομικών. Η υπερπληροφόρηση που εξελίσσεται ραγδαία λόγω των δυνατοτήτων που παρέχονται από τα social media συνέβαλλε και συμβάλλει στα παραπάνω. Φυσικά η πολυφωνία δεν είναι παρά κάτι εξαιρετικά θετικό, αλλά όταν μια πληροφορία διαχέεται από πολλά άτομα, sites και blogs είναι επίσης εξαιρετικά εύκολο η αυτούσια πληροφορία να αναμοχλευθεί και με προσωπική άποψη ή άλλη προσθήκη. Εκεί είναι το σημείο καμπής όπου μια πληροφορία παύει να είναι τέτοια αλλά γίνεται κάτι τελείως διαφορετικό και συνεχίζει την πορεία της στο ίντερνετ.

Σύμφωνα με έρευνα του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, παρατηρήθηκε μείωση του ποσοστού των ανθρώπων που ενημερωνόντουσαν από τα μέσα δικτύωσης στα θέματα της υγειονομικής κρίσης καθώς είχαν πέσει πολλές φορές θύματα ψευδών ειδήσεων, ενώ αντίστοιχα το ποσοστό για την τηλεόραση παρουσίασε μικρή αύξηση όπως και εκείνο της αναζήτησης επιστημονικών πηγών. Η Ελλάδα άλλωστε, λόγω των διφορούμενων ενημερώσεων, της υπερπληροφόρησης, της διασποράς ψευδών ειδήσεων τόσο από σελίδες όσο και από μεμονωμένα άτομα, σύμφωνα με την παγκόσμια έρευνα του Πανεπιστημίου Johns Hopkins, βρίσκεται στη δεύτερη θέση των “συνωμοσιολόγων” της νόσου Covid-19, με μόνο την Νιγηρία να βρίσκεται από πάνω της και με τη Νότιο Αφρική και το Μεξικό να συμπληρώνουν μια διόλου τιμητική τετράδα με ποσοστά που υπερβαίνουν το 40%.

Αναμφίβολα, η επίδραση των fake news στην κοινή γνώμη είναι κατά πολύ μεγαλύτερη από ό,τι ήταν πριν τρεις δεκαετίες, χάρη στις δυνατότητες που παρέχονται από το ίντερνετ και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Πριν χρόνια κάποιος που είτε από δόλο, είτε εν αγνοία του διέσπειρε ψευδείς ειδήσεις δεν θα μπορούσε με τίποτα να έχει τις ίδιες δυνατότητες επιρροής σε σχέση με σήμερα και αυτό χάρη στη μαζικότητα της πληροφόρησης που προσφέρει το ίντερνετ και τα social media. Ο δημόσιος διάλογος δε έχει γίνει με διαφορά ευκολότερος σε σχέση με την εποχή προ ιντερνετικής κοινωνικής δικτύωσης που προϋπέθετε φυσική παρουσία σε συζητήσεις κατά κύριο λόγο εκτός σπιτιού και ενεργό συμμετοχή στα κοινά. Συνεπώς, η έκθεση σε ψευδείς πληροφορίες, αφού επηρεάσει την κρίση μας, θα επηρεάσει και τις πράξεις μας , οι οποίες θα αιτιολογούνται αποκλειστικά και μόνο από αυτήν και θα έχουν δομηθεί ατυχώς σε λανθασμένα γεγονότα.

Κοινή χρήση:

Αφήστε ένα σχόλιο