Όταν ο Τραμπισμός εισέβαλε στη Δημοκρατία
Πέντε νεκροί, πολλαπλοί τραυματισμοί, 68 συλληφθέντες και μια βαθιά πληγή στη σύγχρονη ιστορία της Δύσης είναι ο απολογισμός της 6ης Ιανουαρίου 2021, της ημέρας που δοκίμασε την αμερικανική δημοκρατία. Η ημέρα αυτή θα σηματοδοτεί πλέον την ουσιαστική πτώση του Donald Trump, του απολιτίκ προέδρου που εδραιώθηκε δια του λαϊκισμού και μέσα από τη διασπορά του μίσους στην αμερικανική κοινωνία.
« Όταν κάποιος σου δείχνει ποιος πραγματικά είναι, τον πιστεύεις από την πρώτη στιγμή.» είχε δηλώσει κάποτε η ποιήτρια και ακτιβίστρια για τα ανθρώπινα δικαιώματα Maya Angelou. Τότε, γιατί η Αμερική καθυστέρησε τόσο; Γυρνώντας πίσω στον χρόνο, όταν ο Donald Trump ανακοίνωσε τη συμμετοχή του στον αγώνα για την Αμερικανική Προεδρεία στις εκλογές του 2016, μια σωρεία σκανδάλων που ενέπλεκαν τον επιχειρηματία και έκαναν λόγο για μισογυνιστική συμπεριφορά, με αποκορύφωμα πολλαπλές κατηγορίες σεξουαλικής κακοποίησης, ήρθαν στο προσκήνιο. Οι γυναίκες της Αμερικής θα σημαδεύονταν από την επανειλημμένη και πλέον, χαρακτηριστική, φράση του, “Grab them by the pussy”.
Δεν ήταν, όμως, μόνο ο έκδηλος σεξισμός ο οποίος φανέρωνε τον κοινωνικό κατήφορο που έμελλε να ακολουθήσει η χώρα της ελευθερίας για τα επόμενα 4 χρόνια. Συχνά, δηλώσεις του πλανητάρχη κατηγορούνταν ως ρατσιστικές, ενώ η πολιτική του ατζέντα θεωρήθηκε από την πλειονότητα του Τύπου ότι προάγει τον συντηρητισμό και ενισχύει τις φυλετικές και όχι μόνο διακρίσεις. Στα μάτια των ένθερμων υποστηρικτών του, η Αμερική του Τραμπ ήταν η επιούσια χώρα. Δεν γίνεται, όμως, να προσάψουμε σε όλους τους ψηφοφόρους του την ίδια πεποίθηση. Οι πολλοί τον ακολούθησαν επειδή τους υποσχέθηκε δουλείες, εισοδήματα, επειδή ως απλοί άνθρωποι είχαν την εντύπωση ότι έτσι θα υπερασπίζονταν την αμερικανική Δημοκρατία έναντι της κρίσης του καπιταλισμού. Ακόμα κι αυτοί που εξαρχής εναντιώθηκαν στην πολιτική του, υπέθεσαν ότι υπάρχουν όρια.
Ολοκληρώνοντας την αναδρομή μας, επιστρέφουμε στους τελευταίους μήνες της κυβέρνησης Trump και στα γεγονότα που έδωσαν την χαριστική βολή στον τυχοδιώκτη πρόεδρο. Το Φεβρουάριο του 2020, το Κογκρέσο ενημερώνεται για την ύπαρξη φυλετικά και εθνικιστικά υποκινούμενων βίαιων εξτρεμιστών, οι οποίοι χαρακτηρίστηκαν από το διευθυντή του FBI, Christopher Wray, ως τη σημαντικότερη πηγή εγχώριων τρομοκρατικών απειλών. Λίγους μήνες αργότερα, στον απόηχο της δολοφονίας του ανυπεράσπιστου George Floyd από την αστυνομία της Minneapolis, οι – κατά βάση ειρηνικές – πορείες διαμαρτυρίας του κινήματος “Black Lives Matter (BLM)” μονοπωλούν το ενδιαφέρον των εν λόγω εξτρεμιστικών οργανώσεων και γίνονται στόχοι αντιδιαδηλωτών που κάνουν εκτενή, και δίχως κανέναν ενδοιασμό, χρήση της βίας. Αν και τα φαινόμενα αστυνομικής βίας παρατηρούνταν αυξημένα με στόχους έγχρωμους πολίτες και οι κινητοποιήσεις για την εξάλειψη των φυλετικών διακρίσεων εξακολούθησαν όλο το καλοκαίρι, ο αμερικανός πρόεδρος ουδέποτε καταδίκασε τις δολοφονίες ενώ, μάλιστα, χαρακτήρισε ως κακοποιά στοιχεία τους διαδηλωτές του BLM διαχωρίζοντας μια για πάντα την θέση του από εκείνη των δημοκρατικών πολιτών.
Όπως αποδείχθηκε, τελικά, τα κακοποιά στοιχεία δεν ήταν άλλοι παρά οι φανατικοί οπαδοί του Trump, εκείνοι που οργανώθηκαν σε ακροδεξιές ομάδες με σημαίες τους θεωρίες συνομωσίας και εισέβαλαν στο Καπιτώλιο λεηλατώντας και γελοιοποιώντας τον ναό της Δημοκρατίας στην Αμερική. Οι χαοτικές σκηνές άρχισαν να εκτυλίσσονται αφότου ο ηττημένος Donald Trump, απευθυνόμενος σε ένα πολυπληθές ακροατήριο, κάλεσε τους οπαδούς του να πορευτούν προς το Καπιτώλιο επαναλαμβάνοντας τους ισχυρισμούς του για νοθεία στις εκλογές. Ο εξαγριωμένος όχλος, που εισέβαλε προς έκπληξη όλων χωρίς ιδιαίτερη δυσκολία, λοιδόρησε, έκλεψε και επιτέθηκε σε αστυνομικούς και λοιπούς παριστάμενους, διακόπτοντας τη συνεδρίαση για την επικύρωση της εκλογικής νίκης του Joe Biden.
Οι εικόνες αυτές έκαναν το γύρo του κόσμου και αποτέλεσαν την κορύφωση της αντιδημοκρατικής βίας λευκών εθνικιστών, η οποία εντεινόταν τους περασμένους μήνες με τον απερχόμενο Ρεπουμπλικανό πρόεδρο να υποδαυλίζει αδιάκοπα τη φωτιά. Όσοι συμμετείχαν στην εν λόγω έφοδο ήταν αφιονισμένοι από την μη παραδοχή της ήττας από τον Trump, από τις φανατισμένες ομιλίες και από τον ακραία διχαστικό λόγο του που έσπειρε την πόλωση στον αμερικανικό λαό. Τα κρατικά μέσα ενημέρωσης της Κίνας δεν παρέλειψαν να καυτηριάσουν τα γεγονότα που διεξήχθησαν στην ηγέτιδα δύναμη του δημοκρατικού κόσμου, δηλώνοντας ότι «η εισβολή αντικατοπτρίζει την αποτυχία της ηγεσίας» χαρακτηρίζοντας την σημάδι «εσωτερικής κατάρρευσης» στο πολιτικό σύστημα των ΗΠΑ.
Παρά την απροθυμία του Τραμπ να στείλει ηχηρό μήνυμα στους ταραχοποιούς προκειμένου να λάβουν τέλος τα πρωτοφανή έκτροπα, τα πνεύματα στην αμερικανική πρωτεύουσα μπόρεσαν να ηρεμήσουν μετά από ένα τετράωρο συστηματικής προσπάθειας εκκένωσης του ιστορικού κτιρίου. Ο νεοεκλεγείς πρόεδρος Joe Biden έκανε λόγο για μια «άνευ προηγουμένου επίθεση στη δημοκρατία» καλώντας τον Τραμπ να εκπληρώσει τον όρκο του. Η επόμενη ημέρα βρήκε την Ουάσινγκτον σε «κατάσταση έκτακτης ανάγκης» και την υφήλιο παγωμένη ενώπιον στα συγκλονιστικά τεκταινόμενα που δοκίμασαν την αμερικανική δημοκρατία και έβαψαν με αίμα την 6η Ιανουαρίου 2021.
Η «μάχη του Καπιτωλίου» θα μείνει στην ιστορία για να υπενθυμίζει τόσο την ευθραυστότητα του δημοκρατικού πολιτεύματος όσο και το γεγονός ότι ο αγώνας για την υπεράσπισή του πρέπει να είναι συνεχής. «Δημοκρατία, κυρία μου. Αν μπορείτε να την κρατήσετε.» είχε απαντήσει ο Dr. Benjamin Franklin, ένας από τους εθνοπατέρες των Η.Π.Α., εξερχόμενος από την αίθουσα της ανεξαρτησίας σε μια κυρία που αναρωτήθηκε για το πολίτευμα και η δήλωσή του αυτή φαντάζει πιο επίκαιρη από ποτέ, μπροστά στο τέλος της θητείας ενός λαϊκιστή ηγέτη που τσαλάκωσε, χωρίς ιδιαίτερη δυσκολία, μια χώρα με τέτοια δημοκρατική παράδοση, βασιζόμενος σε ρητορικές μίσους, ψέματος και διχόνοιας.