Ο σκηνοθέτης ταινιών μικρού μήκους Βασίλης Γουδέλης στο inzone.gr

Στον κυκεώνα των αλλαγών που συμβαίνουν στη ζωή μας τον τελευταίο χρόνο συχνά βρίσκει κανείς τον εαυτό του δέσμιο απαισιόδοξων σκέψεων που στροβιλίζουν στο μυαλό του. Το παρήγορο είναι πως παρ’ όλες τις αντίξοες οικονομικές συνθήκες και την πανδημία να μαστίζει τις ζωές μας υπάρχουν πολλοί καλλιτέχνες που αγαπούν την έβδομη τέχνη και επιμένουν δημιουργικά. Ένας από αυτούς είναι και ο σκηνοθέτης Βασίλης Γουδέλης, από τον οποίο πήρα συνέντευξη.

Κύριε Γουδέλη, τι σας ώθησε να ασχοληθείτε με τον κινηματογράφο;

-Η κινούμενη εικόνα με γοήτευε από παιδί. Οι πρώτες μου αναμνήσεις είναι εικόνες που προέρχονται από εξόδους με τους γονείς μου στον κινηματογράφο. Γεννήθηκα το 1980, μια εποχή αρκετά διαφορετική από τη σημερινή, δεδομένου ότι η ασπρόμαυρη τηλεόραση ήταν ακόμη ο κανόνας και υπήρχαν μόνο δύο κρατικά κανάλια. Οι εντυπωσιακές εικόνες της σκοτεινής αίθουσας φάνταζαν λοιπόν μαγικές στα παιδικά μου μάτια και αργότερα αποφάσισα να ασχοληθώ μαζί τους. Σ’ αυτό οφείλεται βέβαια και η καθοριστική συμβολή του πατέρα μου, Τάσου Γουδέλη. Λόγω της διπλής του ιδιότητας ως συγγραφέα και κριτικού κινηματογράφου, στο σπίτι μας υπήρχαν ανέκαθεν σε αφθονία ταινίες, περιοδικά και βιβλία για το σινεμά, καθώς και διαρκείς συζητήσεις γύρω απ’ αυτό.

Πόσα χρόνια ασχολείστε με την σκηνοθεσία; Γιατί επιλέξατε ταινίες μικρού μήκους;

-Η πρώτη μου μικρού μήκους γυρίστηκε το 2007 και προοριζόταν για δείγμα εργασίας ώστε να σπουδάσω κινηματογράφο στο εξωτερικό, στην περίφημη σχολή FAMU στην Τσεχία, οπότε και συνεργάστηκα με τον πατέρα μου, με τον οποίο συνυπέγραψα το σενάριο και τη σκηνοθεσία. Μεσολάβησε όμως η οικονομική κρίση και αναγκάστηκα να εγκαταλείψω το συγκεκριμένο σχέδιο. Αποφάσισα να γραφτώ σε εγχώριο ιδιωτικό κολλέγιο, αλλά δεν έμεινα ικανοποιημένος. Ο άνθρωπος που μου έμαθε τα μυστικά του κινηματογράφου ήταν ο Βασίλης Μαζωμένος, τον οποίο θεωρώ δάσκαλό μου. Με την εταιρεία παραγωγής του, την Horme Pictures, συνεργάζομαι ανελλιπώς από το 2014. Επέλεξα την ταινία μικρού μήκους ως μέσο έκφρασης, γιατί αποτελεί κατά τη γνώμη μου το πιο ουσιαστικό και καθαρό κινηματογραφικό είδος. Οι κανόνες της –σε αντίθεση με αυτό που πιστεύουν πολλοί- διαφέρουν από αυτούς των μεγάλου μήκους. Ο περιορισμένος χρόνος αναγκάζει τον σκηνοθέτη να ξεδιπλώσει το θέμα του λιτά και αφαιρετικά, αποφεύγοντας τη φλυαρία.

Ποιος σκηνοθέτης σας επηρέασε και ποιον θα ξεχωρίζατε σήμερα;

-Θα μιλήσω περισσότερο ως σινεφίλ παρά ως σκηνοθέτης και θα ξεχωρίσω τον Άλφρεντ Χίτσκοκ, καθώς με τα έργα του βρήκε τη χρυσή τομή μεταξύ καλλιτεχνικότητας και εμπορικότητας, στοίχημα ιδιαίτερα δύσκολο. Όσον αφορά τους σύγχρονους, πιστεύω ότι πρόκειται για μία μεταβατική εποχή για τον κινηματογράφο, δεδομένου ότι δεν υπάρχουν πλέον κινήματα, αλλά ξεχωρίζουν μεμονωμένες ταινίες και σκηνοθέτες. Δεν θα συναντήσεις σήμερα κάποιον αντίστοιχο του ανυπέρβλητου Αντρέι Ταρκόφσκι αλλά υπάρχει πληθώρα αξιόλογων δημιουργών, που παρουσιάζουν, όμως, μεταπτώσεις στην πορεία τους.

Πώς είναι ο χώρος του κινηματογράφου στην Ελλάδα της οικονομικής κρίσης και του κορωνοϊού;

-Αν και φύσει αισιόδοξος, όταν άρχισα να σκηνοθετώ και είδα τα πράγματα εκ των έσω, απογοητεύτηκα από την κατάσταση στην Ελλάδα, καθώς με θλίψη διαπίστωσα ότι θεωρείται είδος πολυτελείας ο κινηματογράφος και η Πολιτεία δεν τον στηρίζει μεθοδικά. Κυριαρχεί ο νεποτισμός και αν δεν διαθέτεις a priori εφόδια, τότε δύσκολα θα μπορέσεις να ευδοκιμήσεις. Επίσης, αν ληφθεί υπόψη ότι η πλειοψηφία της εγχώριας καλλιτεχνικής δραστηριότητας εδράζεται στην Αθήνα λόγω της μη αποκέντρωσης, είναι λογικό να παρατηρείται πνευματικός… συνωστισμός στην πρωτεύουσα, φαινόμενο που συντελεί δυστυχώς στη δημιουργία πολλαπλών ανισοτήτων. Με την πανδημία η κατάσταση κατέστη απελπιστική και μόνο μετά από πίεση ορισμένων φορέων προς το υπουργείο έγιναν κάποιες ενέργειες ώστε να βελτιωθεί πρόσκαιρα η κατάσταση.

πηγή google

Τι ήταν αυτό που σας ενέπνευσε να κάνετε την πιο πρόσφατη ταινία σας, την « Παγίδα»;

-Ήθελα να αποκαλύψω κάποιες πτυχές της νεοελληνικής ιστορίας και συγκεκριμένα του Ελληνικού Εμφυλίου (1946-1949), που ακόμη και σήμερα παραμένουν σκοτεινές και εξακολουθούν να διχάζουν, όπως φάνηκε ανάγλυφα τα τελευταία χρόνια με την έλευση της οικονομικής κρίσηςΈνιωσα την υποχρέωση να συμβάλω στην αναζήτηση της αλήθειας διηγούμενος παράλληλα μια πρωτότυπη ιστορία, αυτή ενός θείου μου, που βρέθηκε να πολεμά και από τις δύο πλευρές των μαχόμενων. Προσπάθησα με τρόπο ανεπιτήδευτο και αφαιρετικό να διηγηθώ την τραγική περιπέτεια αυτού του ανθρώπου, που, από παραξενιά της τύχης, βρέθηκε παγιδευμένος στα δίχτυα της Ιστορίας.

Πώς θα σχολιάζατε τον τίτλο της ταινίας;

-Ο τίτλος είναι διττός. Αναφέρεται κυριολεκτικά στο περιστατικό της παγίδευσης των πρωταγωνιστών, αλλά και στην «παγίδα» που τους έστησε η Ιστορία/Μοίρα.

Πώς κρίνετε το γεγονός ότι ορισμένο μέρος των θεατών δυσαρεστήθηκε από την ταινία;

-Δέχθηκα δριμεία κριτική κυρίως από άτομα προσκείμενα στο ΚΚΕ. Πιστεύω ότι οι επικριτές είδαν την ταινία με τα δικά τους ιδεολογικά γυαλιά και μέσω παρωπίδων. Ούτε αντικομουνιστική ούτε υπέρ της αστικής ιδεολογίας είναι η ταινία. Δεν είναι αυτή η ουσία της.

πηγή φωτογραφίας google

Ποια είναι τα επόμενα σχέδια σας;

-Πρώτος μου στόχος το 2021 είναι να παραμείνω υγιής, αφού ο προηγούμενος χρόνος μάς έμαθε ότι η ζωή είναι πολύ εύθραυστη και πως τίποτα δεν είναι δεδομένο, καθώς όλα ανατράπηκαν και η πραγματικότητα θυμίζει πλέον σενάριο επιστημονικής φαντασίας. Συνεχίζω να ελπίζω ακόμη, καθώς «το πιο βαθύ σκοτάδι είναι πριν την αυγή», για να θυμίσω τη γνωστή φράση του Αντώνη Σαμαράκη. Η επόμενη ταινία που σχεδιάζω θα έχει ως επίκεντρο ένα φλέγον κοινωνικό ζήτημα, τον ρατσισμό, μέσα από άλλη μία πρωτότυπη –θέλω να πιστεύω- ιστορία. Μέσω αυτής, θέλω να καταδείξω ότι ο ρατσισμός δεν έχει να κάνει με τη φυλή ή το χρώμα του δέρματος, αλλά με την κοινωνική βαθμίδα και το χρήμα.

Το θέμα της νέας σας ταινίας προκύπτει από κάποιο περιστατικό στο οποίο υπήρξατε μάρτυς;

-Ναι. Πρόκειται για μυθοπλασία, αλλά βασίζεται σε πραγματικά γεγονότα. Είναι μια ταινία για την οποία είμαι βέβαιος ότι θα υπάρξουν πάλι αντιδράσεις

 

Κοινή χρήση:

Αφήστε ένα σχόλιο