Οικονομική Ελευθερία στην Ελλάδα: από την ουτοπία στην πραγματικότητα

Σοκαριστικά είναι για άλλη μια φορά τα στοιχεία του Ινστιτούτου Fraser για την οικονομική ελευθερία στον κόσμο, που κατατάσσουν τη χώρα μας στην 116η θέση μεταξύ 159 χωρών. Στην ίδια θέση με τη χώρα μας, μάλιστα, βρίσκονται χώρες όπως η Νιγηρία και το Μπαγκλαντές, ενώ η Ελλάδα καταλαμβάνει τη χειρότερη θέση μεταξύ των κρατών της Ε.Ε και της Νοτιοανατολικής Μεσογείου. Βέβαια, το πιο ανησυχητικό απ’ όλα είναι ότι η Ελλάδα βρίσκεται μεταξύ των 5 χωρών με τη μεγαλύτερη πτώση σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά, μαζί με τη Βενεζουέλα, την Αργεντινή, τη Βολιβία και την Ισλανδία. Παρόλ’ αυτά σε αντίθεση με το οικονομικό τέλμα στο οποίο βρίσκεται η χώρα μας με τη φαλκίδευση της ανταγωνιστικότητας και της οικονομικής ελευθερίας, στις πρώτες θέσεις της μελέτης αυτής, βρίσκονται χώρες όπως η Ελβετία, το Χονγκ-Κονγκ, το Ηνωμένο Βασίλειο, η Νέα Ζηλανδία και η Ιρλανδία.

Τα παραπάνω στοιχεία, σε συνδυασμό με την ιδεοληψία με την οποία αντιμετωπίζονται από την ελληνική κυβέρνηση σπουδαίες επενδύσεις όπως το Ελληνικό και η Eldorado Gold, καθώς και η καθυστέρηση των ιδιωτικοποιήσεων και η υπερφορολόγηση του ιδιωτικού τομέα, δημιουργούν μια νέα κατάσταση για την ελληνική οικονομία, η οποία βαδίζει σε μια νέα εποχή αβεβαιότητας και ύφεσης. Και μπορεί για άλλη μια φορά η ελληνική κυβέρνηση να μιλάει για «success storie» του ελληνικού προγράμματος, ελπίζοντας σε μια επιτυχή έξοδο της Ελλάδας στις αγορές το 2018 και σηματοδοτώντας την αρχή του τέλους της ελληνικής κρίσης, ωστόσο η πραγματικότητα δεν επιβεβαιώνει την αισιοδοξία αυτή.

Σε μία χώρα όπου οι πολίτες της έχουν εξαντληθεί από τους δυσβάσταχτους φόρους, η γραφειοκρατία επικρέμεται σαν δαμόκλειος σπάθη πάνω από τον δημόσιο τομέα, η ανταγωνιστικότητα περιορίζεται και οι ιδιωτικές επενδύσεις υπονομεύονται, είναι τουλάχιστον αστείο, αν όχι δημαγωγικό, να μιλάει κάποιος για οικονομική ανάπτυξη. Και φυσικά δεν αναφέρομαι στην ανάπτυξη που δείχνουν οι αριθμοί, αλλά στην πραγματική ανάπτυξη της αγοράς, στην ανάπτυξη που αισθάνεται το κάθε άτομο αυτής της χώρας όσον αφορά το εισόδημα και την ποιότητα της ζωής του. Αυτήν λοιπόν η ανάπτυξη έχει προ πολλού απεμποληθεί. Χαρακτηριστικό της κατάστασης αυτής είναι πως οι μισοί σχεδόν Έλληνες χρωστάνε στην εφορία, τις τράπεζες και τα ασφαλιστικά ταμεία, ενώ η αποταμίευση είναι αρνητική.

Μάλιστα, οι ληξιπρόθεσμες οφειλές των πολιτών προς το δημόσιο έχουν ξεπεράσει το 50% του ΑΕΠ και αυξάνονται κάθε μήνα. Μέσα σε αυτό το απελπιστικό κλίμα, το ερώτημα που συνεχίζει να ταλανίζει όλους τους Έλληνες είναι μέχρι πότε θα υπάρχει και θα διαιωνίζεται όλη αυτή η κατάσταση, η οποία υπονομεύει τόσο την ιστορία της χώρας μας όσο και τον ελληνικό λαό συνολικά. Στην πραγματικότητα η χώρα θα βγει από την οικονομική δεινότητα, από την οποία υποφέρει, και η κατάσταση θα εξομαλυνθεί μόνο όταν υπάρξει αλλαγή της ακολουθούμενης πολιτικής, με μεταρρυθμίσεις και όχι φόρους, με επενδύσεις και όχι ιδεοληψίες, με ιδιωτικοποιήσεις και όχι με κομματικές προσλήψεις και ρουσφέτια.

Από όλα τα παραπάνω μπορούμε να συμπεράνουμε πως το τρίπτυχο της επιτυχίας, ή καλύτερα της εξόδου της χώρας μας από την οικονομική δεινότητα την οποία βιώνει, είναι: η μείωση των φόρων, η αύξηση των ιδιωτικοποιήσεων και γενικότερα του ιδιωτικού τομέα.

1) Μείωση της φορολογίας: Σύμφωνα με τον William Gladstone «η φορολογία είναι ένα αναγκαίο κακό όταν είναι μικρή, όταν όμως υπερβαίνει ορισμένα όρια τότε μετατρέπεται σε τυραννία». Η φράση αυτή θα μπορούσαμε να πούμε πως περιγράφει με ακρίβεια την κατάσταση στην οποία βρίσκεται σήμερα η χώρα μας. Η ελληνική κυβέρνηση δέσμια των κρατικοδίαιτων απόψεών της, επιλέγει να υπερφορολογήσει νοικοκυριά και επιχειρήσεις προκειμένου να συντηρήσει ένα μεγάλο δημόσιο τομέα με αρκετές αναποτελεσματικές και σπάταλες δημόσιες επιχειρήσεις. Ωστόσο, αυτή η πολιτική το μόνο που μπορεί να φέρει είναι αστάθεια, φτώχεια και αδρανοποίηση των επενδύσεων. Όπως έλεγε, άλλωστε, και η Margaret Thatcher «το κράτος δεν έχει δικά του χρήματα αλλά παίρνει τα χρήματα των πολιτών, μέσω των φόρων. Όταν λοιπόν ένα κράτος θέλει να ξοδέψει περισσότερα, τότε πρέπει να φορολογήσει περισσότερο τους πολίτες του».

Αυτό το τελευταίο είναι ακριβώς που γίνεται στην Ελλάδα, σε αντίθεση με όλες τις υπόλοιπες χώρες του δυτικού κόσμου και του ΟΟΣΑ (Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης) όπου η φορολογία είναι χαμηλή και σκοπό έχει να χρηματοδοτήσει ένα μικρό και αποτελεσματικό κράτος, το οποίο για κάθε ευρώ που παίρνει δίνει και τις ανάλογες υπηρεσίες στους πολίτες του. Αυτό ακριβώς είναι το πρώτο βήμα που πρέπει να γίνει και στη χώρα μας. Θα πρέπει επιτέλους να αναδιαρθρωθεί το δημόσιο με την εισαγωγή του θεσμού της αξιολόγησης για τους δημοσίους υπαλλήλους, με το κλείσιμο αντιπαραγωγικών επιχειρήσεων του δημοσίου τομέα και με την απόλυση των δημοσίων υπαλλήλων που έχουν προσληφθεί με πλαστά στοιχεία ή που δεν είναι αποτελεσματικοί στη δουλειά τους. Διότι, η μείωση των φόρων όταν συνοδεύεται από αντίστοιχη περικοπή δαπανών είναι η σημαντικότερη απόφαση για μια χώρα που βρίσκεται σε μακροχρόνια οικονομική ύφεση. Μόνο τότε μπορεί να αυξηθεί το παραγωγικό κίνητρο για εργασία και επενδύσεις πολιτών και επιχειρήσεων, να μειωθεί η φοροδιαφυγή και να αυξηθεί η απασχόληση

2) Ιδιωτικοποιήσεις-ανάπτυξη ιδιωτικού τομέα: Με βάση την εισηγητική έκθεση του νόμου 2000/1991 «Η ιδιωτικοποίηση των κρατικών επιχειρήσεων αποτελεί την ανώτατη μορφή κοινωνικοποίησης. Διότι αφενός οι οικονομικές αυτές μονάδες θα περάσουν στην ιδιοκτησία των πολιτών και αφετέρου η επιβίωση τους θα εξαρτάται από το εάν ικανοποιούν τις κοινωνικές ανάγκες όπως αυτές εκφράζονται μέσω του μηχανισμού της προσφοράς και της ζήτησης». Με αυτόν τον ορισμό περιγράφεται με ακρίβεια η ιδεολογικό-οικονομική προσέγγιση των ιδιωτικοποιήσεων, οι οποίες αποτελούν την κορωνίδα της οικονομικής ανάπτυξης μιας χώρας. Βέβαια, σε ορισμένες χώρες όπως η Ελλάδα, οι ιδιωτικοποιήσεις για πολλά χρόνια είχαν δαιμονοποιηθεί εξαιτίας της θεοποίησης του δημοσίου τομέα και της εξιδανίκευσης των δυνατοτήτων της Πολιτείας. Γι’ αυτό τον λόγο και ελάχιστες κυβερνήσεις στο παρελθόν προχώρησαν σε αποφασιστικές ιδιωτικοποιήσεις, ενώ η αριστερή κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ σήμερα, παρόλο που έχει δεσμευθεί για σαρωτικές ιδιωτικοποιήσεις, αδυνατεί να τις φέρει εις πέρας λόγω της ιδεολογικής της αντίθεσης με αυτές.

Στην πραγματικότητα όμως, οι ιδιωτικοποιήσεις μεταφέρουν στον ιδιωτικό τομέα αντιπαραγωγικές και ελλειμματικές δημόσιες επιχειρήσεις με αποτέλεσμα το δημόσιο να απαγκιστρώνεται από τα ελλείμματα και να εισπράττει φόρους. Επίσης, ο ιδιώτης προσλαμβάνει υπαλλήλους με βάση την αξία τους και όχι με κομματικά κριτήρια, ενώ, δεδομένου ότι θέλει τη μεγιστοποίηση των κερδών του φροντίζει ώστε οι εργαζόμενοι να δουλεύουν σε ένα υγιές περιβάλλον και να ανταμείβονται ικανοποιητικά ώστε να είναι περισσότερο αποτελεσματικοί. Βέβαια για να γίνει αυτό θα πρέπει να δημιουργηθεί ανταγωνισμός μεταξύ των επιχειρήσεων, πράγμα που σημαίνει κατάργηση των μονοπωλίων και απελευθέρωση της αγοράς. Χαρακτηριστικό παράδειγμα των πιο επιτυχημένων ιδιωτικοποιήσεων στην Ελλάδα αποτελούν η ιδιωτικοποίηση και απελευθέρωση της αγοράς στις τηλεπικοινωνίες με την πώληση του κρατικού μέχρι τότε ΟΤΕ και στις αεροπορικές εταιρίες με την πώληση της Ολυμπιακής.

Γενικότερα, σε όλες τις ανεπτυγμένες χώρες ο ιδιωτικός τομέας έχει τον πρώτο λόγο στην άσκηση οικονομικής δραστηριότητας, καθώς είναι ο μόνος που παράγει τον πλούτο και την ανάπτυξη. Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο και η Ελλάδα θα πρέπει επιτέλους να πρωτοτυπήσει και να δώσει την ευκαιρία στον ιδιωτικό τομέα να αναπτυχθεί ραγδαία, χωρίς αυτό βέβαια να σημαίνει ότι θα οδηγηθούμε στο άλλο άκρο, με επιχειρηματίες να φοροδιαφεύγουν και να μην πληρώνουν τους εργαζομένους. Οι επιχειρηματίες όπως και όλοι οι πολίτες θα πρέπει να λειτουργούν με βάση τους νόμους της χώρας, γι’ αυτό και ο ιδιωτικός τομέας θα πρέπει να κινείται μέσα στα πλαίσια του κράτους δικαίου.

Όλα τα παραπάνω αποτελούν σαφώς ένα κομμάτι των όσων πρέπει να εφαρμόσει σύντομα η Ελλάδα προκειμένου να επιστρέψει στην ανάπτυξη και την ομαλότητα. Το ερώτημα είναι γιατί μέχρι τώρα η κυβέρνηση δεν έχει κάνει μια σοβαρή προσπάθεια να εφαρμόσει πραγματικές μεταρρυθμίσεις και επιλέγει διαρκώς τη φορολογία. Η απάντηση είναι πολύ απλή. Όσο και αν ο Πρωθυπουργός και η κυβέρνηση κλασαυχενίζονται πως είναι υπέρ των επενδύσεων και του ιδιωτικού τομέα, η πραγματικότητα δεν αλλάζει. Και η πραγματικότητα είναι πως πρόκειται για μια κυβέρνηση η οποία βυθισμένη στον πολιτικό της αμοραλισμό και κρατισμό, αδυνατεί λόγω αριστερών ιδεοληψιών και λαϊκισμού να εφαρμόσει τις μεταρρυθμίσεις που πραγματικά έχει ανάγκη αυτή η χώρα.

Κοινή χρήση:

Αφήστε ένα σχόλιο