Ναζιστικά Στρατόπεδα Συγκέντρωσης: 72 χρόνια μετά…

72 χρόνια μετά, η φρικιαστική οσμή της καμμένης σάρκας παραμένει…

Γράφουν οι Ειρήνη Τζουτζουράκη και Μαρία Ρουμελιώτου.

Η Θεσσαλονίκη γιορτάζει σήμερα, ποιος, όμως, το θυμάται; Ας γιορτάσουμε μια φορά το τέλος της καταστροφής, αντί για την αρχή της. Σαν σήμερα, 30 του Οκτώβρη, οι δυνάμεις του ΕΛΑΣ ανακατέλαβαν τη συμπρωτεύουσα, με την ταυτόχρονη αποχώρηση των ναζιστικών στρατευμάτων. Έχει παρατηρηθεί, ότι τις τελευταίες δεκαετίες παρουσιάζονται περισσότερο και συχνότερα δρώμενα και εκδηλώσεις σχετικά με τα φρικαλέα ναζιστικά εγκλήματα απ’ ότι στο παρελθόν. Η εξήγηση είναι απλή. Οι συγκυρίες το απαιτούν για την ενημέρωση του κόσμου. Η ιστορία, τηρουμένων των αναλογιών, κάνει κύκλους κι έτσι μπορούμε να εξηγούμε τα κοινωνικά φαινόμενα.  Κι εδώ ακριβώς είναι που δημιουργείται το μεγαλύτερο ερωτηματικό. Τι είναι αυτό που άφησαν κάτω απ τις μπότες τους φεύγοντας οι Ναζί; Φυσικά δε θα αναφερθούμε μόνο στην πόλη μας, αλλά σε ολόκληρη τη βεβηλωμένη ευρωπαϊκή ήπειρο.

Είναι γεγονός ότι είναι ιδιαίτερα φτωχές οι γνώσεις μας περί της φρικαλεότητας των ναζιστικών εγκλημάτων. Αυτό, όμως, επέτρεπε και επιτρέπει ακόμα σε όσους το επιθυμούν, να ισχυρίζονται πως η χιτλερική Γερμανία δε σκότωσε εκατομμύρια αθώων ανθρώπων τόσο αναίτια. Και είναι λογικό, βέβαια, από τη στιγμή που η βιομηχανία θανάτου, που τόσο άψογα είχαν οργανώσει οι τεχνοκράτες δολοφόνοι της ναζιστικής Αρχής, δεν άφηνε πίσω της μάρτυρες. Ποιος μπορεί να επιβεβαιώσει τι συνέβαινε στους θαλάμους αερίων και στους φούρνους των κρεματορίων; Κανείς! Αλλά φυσικά αυτό δεν μπορεί να σημαίνει ότι αυτά τα εγκλήματα δε συνέβησαν. Συνέβησαν και σκότωσαν και βασάνισαν και εξευτέλισαν εκατομμύρια ανθρώπων. Ωστόσο, οι υπεύθυνοι αποποιούνται και χιλιάδες άλλους θανάτους «μαζικής παραγωγής». Στα στρατόπεδα εργασίας οι κρατούμενοι δούλευαν κυριολεκτικά μέχρι θανάτου. Κακουχίες, αρρώστιες, λοιμός, επικράτηση της αχρειότερης πλευράς της ανθρώπινης ύπαρξης, απάλλασσαν συχνά τους στρατιώτες από την πληκτική δουλεία τους, να στρέφουν τα όπλα τους κατά των αιχμαλώτων.

Τα, περί αυτών ο λόγος, στρατόπεδα, χρησιμοποιήθηκαν, ήδη από την άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία, το 1933, ως χώροι εγκλεισμού και καταναγκαστικής εργασίας, για το σωφρονισμό των εχθρών του καθεστώτος. Βρίσκονταν σε ολόκληρη την επικράτεια της Γερμανίας και αποτέλεσαν την κινητήριο δύναμη της πολεμικής μηχανής του Γ’ Ράιχ.

Η πρωιμότερη μορφή τους ήταν τα στρατόπεδα συγκέντρωσης, τα οποία φιλοξενούσαν τους πολιτικούς αντιπάλους του χιτλερικού «πιστεύω», τουτ’ έστιν, Εβραίους, κομμουνιστές, τσιγγάνους, Μάρτυρες του Ιεχωβά, ομοφυλόφιλους, άτομα με αναπηρία. Από το 1938 τα στρατόπεδα άρχισαν να μετατρέπονται σε σημαντική οικονομική αρτηρία της κυβέρνησης των SS, αφού το εργατικό δυναμικό χρησιμοποιήθηκε επανειλημμένως από γερμανικές εταιρείες, εξυπηρετώντας τα οικονομικά συμφέροντα του Γ’ Ράιχ. Έως το 1939 είχαν τεθεί σε λειτουργία μερικά από τα μεγαλύτερα στρατόπεδα συγκέντρωσης, συμπεριλαμβανομένων των Νταχάου (1933), Σαξενχάουζεν (1936), Μπούχενβαλντ (1937), Μαουτχάουζεν (1938) κ.α.

[widget id=”text-6″]

Κατά τη διάρκεια του πολέμου, τα στρατόπεδα αυτά τράπηκαν σε χώρους καταναγκαστικής εργασίας για όλους εκείνους που οι έχοντες την ισχύ, θεωρούσαν διαφορετικούς, επικίνδυνους ή άνευ λόγου ανεπιθύμητους. Στα περισσότερα στρατόπεδα οι κρατούμενοι ήταν αναγκασμένοι να φορούν φόρμες με χρωματική σήμανση ανάλογη με την κατηγοριοποίησή τους: κόκκινο τρίγωνο για τους κομουνιστές και άλλους πολιτικούς κρατούμενους, πράσινο για τους κοινούς εγκληματίες, ροζ για τους ομοφυλόφιλους, μωβ για τους Μάρτυρες του Ιεχωβά, μαύρο για τους Τσιγγάνους και κίτρινο για τους Εβραίους.

Υπήρχε, ωστόσο, και μια διαφορετική κατηγορία υποδομών. Συγκροτήθηκαν στρατόπεδα με την ονομασία «στρατόπεδα εξόντωσης ή θανάτου». Ο δεδηλωμένος σκοπός της δημιουργίας αυτών των χώρων ήταν η θανάτωση των Εβραίων της Ευρώπης, κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Τοποθετήθηκαν, κυρίως, εκτός Γερμανικής επικράτειας και αποτέλεσαν τόπους εξόντωσης και εν συνεχεία αποτέφρωσης των αιχμαλώτων. Δεν αποτελούσαν όλα τα στρατόπεδα συγκέντρωσης και στρατόπεδα θανάτου, χωρίς αυτό βέβαια να σημαίνει πως δεν οδηγήθηκε σε θάνατο η συντριπτική πλειοψηφική μερίδα των όσων οδηγήθηκαν εκεί.

Οι θάλαμοι αερίων, στους οποίους βρήκαν τον θάνατο περίπου 3 εκατομμύρια Εβραίοι, και οι κακουχίες, τα βασανιστήρια και η εργασία -κυριολεκτικά- μέχρι θανάτου συντέλεσαν στο να αυξήσουν τη δολοφονική αποτελεσματικότητα και να περιορίσουν όσο το δυνατόν περισσότερο την άμεση, προσωπική εμπλοκή των στρατιωτών, καθώς υπήρχαν ενδείξεις ότι οι «προσωπικές» δολοφονίες είχαν έντονα αρνητική επίδραση στην ψυχολογία των στρατιωτών.

 

Οι αιχμάλωτοι, δυστυχώς, έπρεπε πολλές φορές  τους να υποστούν τρομακτικά πειράματα πριν επέλθει ο θάνατος που σε αρκετές περιπτώσεις έμοιαζε με λύτρωση. Γενετικά πειράματα σε έγκυες γυναίκες, έκθεση σε πολικές θερμοκρασίες, δηλητηριώδη χημικά και παθογενείς μικροοργανισμούς, προκειμένου να διαπιστωθεί πως αντιδρά ο ανθρώπινος οργανισμός σε ακραίες συνθήκες, ήταν μονάχα μερικά από τα πειράματα που συνέλαβε η τερατώδης περιέργεια του ναζιστικού μηχανισμού εξόντωσης.

Αυτός, επομένως, ήταν ο τρόπος που επέλεξαν οι ναζιστικές αρχές να χρησιμοποιήσουν για να φέρουν εις πέρας το σχέδιο που οι ίδιοι ονόμαζαν «Τελική Λύση»: να αφανίσουν δηλαδή από το πρόσωπο της γης εκείνες τις “ανεπιθύμητες” ομάδες ανθρώπων που σύμφωνα με τα χιτλερικά ιδανικά απειλούσαν την καθαρότητα του αίματος της Αρίας φυλής.

«Φασίστας μπορεί να είναι ο καθένας, σε μια κοινωνία που αποδέχεται τα πολιτικά “πιστεύω” των πολιτών της. Ναζιστής, όμως, ή Νεοναζί, ή όπως αλλιώς αυτοαποκαλούνται αυτοί οι άνθρωποι δεν μπορεί να είναι κανείς που σέβεται τα στοιχειώδη ανθρώπινα δικαιώματα και έχει ολοκληρωμένη γνώση της ιστορίας.»

Οι αριθμοί των θυμάτων της ναζιστικής θηριωδίας προκαλούν τον ανθρώπινο νου: 6.000.000 Εβραίοι, 3.000.000 σοβιετικοί αιχμάλωτοι πολέμου, 300.000 Σέρβοι υπήκοοι, 220.000 Ρομά και 250.000 άτομα με αναπηρίες είναι μονάχα μερικοί από αυτούς που βρήκαν τραγικό θάνατο ως αποτέλεσμα της μαζικής εκτελεστικής μηχανής των SS. Το σύνολο των αποθανόντων ανέρχεται στο τρομακτικό νούμερο των 11.000.000 αθώων ψυχών.

Κλείνοντας, λοιπόν, ας μας επιτραπεί μια διευκρίνιση, έτσι όπως αντιλαμβανόμαστε εμείς τον κόσμο, μέσα από το πρίσμα της ιστορίας. Φασίστας μπορεί να είναι ο καθένας, σε μια κοινωνία που αποδέχεται τα πολιτικά “πιστεύω” των πολιτών της, καθώς και ο φασισμός είναι μια πολιτική τοποθέτηση, είτε συμφωνούμε με αυτήν, είτε όχι.  Ναζιστής, όμως, ή Νεοναζί, ή όπως αλλιώς αυτοαποκαλούνται αυτοί οι άνθρωποι δεν μπορεί να είναι κανείς που σέβεται τα στοιχειώδη ανθρώπινα δικαιώματα και έχει ολοκληρωμένη γνώση της ιστορίας, αφού αυτή αποδεικνύει πως εκείνοι δεν δίστασαν να καταδυναστεύσουν και το παραμικρό ψήγμα ελπίδας και ελευθερίας της ανθρώπινης οντότητας και δεν υπήρξαν τίποτα περισσότερο από στυγνοί εγκληματίες.

Κοινή χρήση:

Αφήστε ένα σχόλιο