Το παράδοξο της τουλίπας

Στα μέσα του μήνα και συγκεκριμένα στις 15 Μαρτίου έχουμε τις βουλευτικές εκλογές στην Ολλανδία με δύο κόμματα να μάχονται οριακά για το ποιο θα είναι το πρώτο κόμμα και που θα αναλάβει την κατεύθυνση της χώρας αμέσως μετά. Συγκεκριμένα, έχουμε το κυβερνών συντηρητικό κόμμα του πρωθυπουργού Μάρκ Ρούτε, το Λαϊκό κόμμα για την Ελευθερία και την Δημοκρατία (VVD) και το επικίνδυνο-για την Ευρώπη και όχι μόνο- ακροδεξιό κόμμα του Γκέερτ Βίλντερς, κόμμα για την Ελευθερία (PVV). Μάλιστα εδώ και δύο χρόνια στις δημοσκοπήσεις ο Βίλτερς προηγείται σταθερά έναντι του Ρούτε αλλά δεν φαίνεται να μπορεί να σχηματίσει κυβέρνηση. Το γεγονός αυτό ίσως να φαινόταν καθησυχαστικό για την διατήρηση της ευρωπαϊκής πορείας της χώρας αλλά και την δημοκρατία της αλλά έστω και μια νίκη θα μπορούσε να δώσει ανησυχητική ώθηση στα υπόλοιπα ακροδεξιά κόμματα της Ευρώπης που θα κριθούν στις εκλογές του 2017 σε Γαλλία, Γερμανία και όχι μόνο.

Ωστόσο, αυτό που προκαλεί εντύπωση είναι πως μια χώρα αρκετά ανεκτική στο διαφορετικό στοιχείο, ιδιαίτερα από άλλη χώρα αν αναλογιστούμε τον πληθυσμό της, αναδεικνύει έστω και με την μορφή της σχετικής πλειοψηφίας ένα κόμμα που έχει ως βασικό «πυλώνα» της ρητορικής του απέλαση των μεταναστών από Ολλανδία, δηλαδή μια καθαρά εθνικιστική έξαρση. Ουσιαστικά, ενώ θα περιμέναμε να είναι περιθωριοποιημένο ένα τέτοιο κόμμα αντιθέτως έχει σημαντικές πιθανότητες να κερδίσει τις εκλογές με όλη την συμβολική σημασία που θα έχει αυτή η νίκη. Συνεπώς, γιατί συμβαίνει αυτό; Για να μπορέσουμε να απαντήσουμε σε αυτό το ερώτημα θα χρειαστεί να δούμε καταρχάς την πολιτική της κυβέρνησης τα προηγούμενα χρόνια. Από εκεί διαπιστώνουμε ότι για 2 χρόνια (2012-2014) υπήρξε έντονη λιτότητα, επί πρωθυπουργίας Ρούτε, και παρότι σημειώνεται ανάκαμψη της οικονομίας, οι δημοσκοπήσεις δεν δίνουν παραπάνω από 16% στο κυβερνών κόμμα (όσο και αν μπορούμε να εμπιστευθούμε τις δημοσκοπήσεις).

Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με τον εστερνισμό σε σημαντικό βαθμό των οικονομικών πολιτικών και μοντέλου της Γερμανίας, προκαλεί δυσφορία σε σημαντικά κοινωνικά στρώματα. Επιπροσθέτως, τα σκάνδαλα που σημάδεψαν την θητεία Ρούτε με την παραίτηση τριών υπουργών του (Ασφάλειας, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών εξαιτίας σχέσεων με βαρώνο ναρκωτικών) αποτέλεσαν καίριο πλήγμα στην αξιοπιστία της κυβέρνησης με αποτέλεσμα να ενισχυθεί ο Βίλντερς και σημαντικό ποσοστό του πληθυσμού να μην εμπιστεύεται πλέον τη κυβέρνηση και το πολιτικό σύστημα γενικότερα και να μην επιθυμεί να ψηφίσει. Όταν ειδικά το κόμμα του ακροδεξιού ηγέτη εμφανίζεται ως αντισυστημικό τότε ευνοείται όσον αφορά τις ψήφους των απογοητευμένων αυτών ψηφοφόρων. Επομένως, το πολιτικό σύστημα της χώρας και ιδιαίτερα οι δημοκρατικές δυνάμεις πρέπει να σκεφτούν έξω από τα πλαίσια των προηγούμενων χρόνων με την έννοια ότι η διαφάνεια οφείλει να πρυτανεύσει στην διακυβέρνηση και τις διαδικασίες, μεγαλύτερη προβολή της ανεκτικότητας και όχι καλλιέργεια κλίματος απομόνωσης μόνο και μόνο για να προσεγγίσουμε τους ψηφοφόρους του ακροδεξιού κόμματος και, στον βαθμό που μπορεί να γίνει, παρέκκλιση από το γερμανικό οικονομικό μοντέλο και αλλαγή του μείγματος πολιτικής για να μην εκμεταλλεύονται δημαγωγοί την δυσφορία ενός λαού. Γιατί από ότι φαίνεται ακόμα και σε καθαρά πολυπολιτισμικές κοινωνίες μπορεί να επικρατήσει ένα κλίμα ξενοφοβίας το ίδιο εύκολα όπως και σε κοινωνίες που δεν έχουν τα ίδια χαρακτηριστικά.

Κοινή χρήση:

Αφήστε ένα σχόλιο