«Το ΑΠΘ, ένα βήμα πιο κοντά στην ΕΕ»

Δεν έχει συμπληρωθεί μήνας από τη στιγμή που το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης ξεκίνησε να «φιγουράρει» σε κανάλια και εβδομαδιαίο τύπο ως άντρο των ναρκωτικών και της πορνείας.

Αφορμή η επιστολή 471 φοιτητών προς τον πρύτανη του ΑΠΘ, στην οποία περιγράφεται μία καθημερινότητα φόβου και εγκληματικότητας ,(που μόνο σε χώρο που καλείται Πανεπιστήμιο δεν αρμόζει!), και οι δηλώσεις του Υπουργού Παιδείας κ. Γαβρόγλου που χρήζουν το «ρωμαλέο φοιτητικό κίνημα και το σύλλογο καθηγητών» μοναδικό ικανό προστάτη, εφόσον όπως συμπεραίνεται τελικά, «η αντιμετώπιση με αστυνομικούς τρόπους δεν έχει φέρει ποτέ λύση».

Και δυστυχώς, το αυθαίρετο καθεστώς της ανομίας δεν είναι το μοναδικό πρόβλημα που ταλανίζει το ΑΠΘ φέρνοντας το στο προσκήνιο. Η κρατική χρηματοδότηση έχει ελαχιστοποιηθεί, με την μείωση να αγγίζει το 73,5% από το 2009 έως το 2016. Η συνέπεια: να κινδυνεύει ακόμα και η στοιχειώδης λειτουργία του πανεπιστημιακού ιδρύματος, με το στόχο της αναβάθμισης της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης να απομακρύνεται ολοένα και περισσότερο, παρόλο που κάτι τέτοιο συγκρούεται με τις επιθυμίες της ελληνικής κοινωνίας.

Αναμφίβολα όμως ο τηλεοπτικός χρόνος του ΑΠΘ δεν έχει ακόμα εξαντληθεί, εφόσον στις 13 Ιουλίου τα φώτα θα στραφούν για ακόμη μία φορά επάνω του, εξαιτίας της αναγόρευσης του Ζαν Κλοντ Γιούνκερ σε επίτιμο διδάκτορα της Νομικής σχολής, κατόπιν ομόφωνης αποφάσεως. Φυσικά και η απόφαση αυτή δεν υπήρξε «καλοδεχούμενη» από όλους του φοιτητές, συμπέρασμα που επιβεβαιώνει η διαμαρτυρία συγκεκριμένων παρατάξεων και η διαρκής προειδοποίηση από τους ίδιους για παρεμπόδιση της εκδήλωσης.

Οι συγκεκριμένες παρατάξεις, αποτελώντας ένα μέρος του φοιτητικού  μικρόκοσμου, κατέκριναν με ηχηρά συνθήματα την απόφαση αναγόρευσης του κ. Γιούνκερ σε επίτιμο διδάκτορα ερχόμενοι σε αντιπαράθεση με τον αναπληρωτή πρύτανη κ. Λαόπουλο. Πρόκειται για μία αντίδραση, που απασχόλησε ιδιαίτερα τα διαδικτυακά μέσα ενημέρωσης, αν και δεν ήταν τίποτα παραπάνω από μία αντίδραση αναμενόμενη. Και προς αποφυγή παρεξηγήσεων, ο συγκεκριμένος χαρακτηρισμός δεν αποσκοπεί στο να στοχοποιήσει ή να «μειώσει» την άποψη που υποστηρίχθηκε.

Στόχος είναι να επισημανθεί ότι εξαιτίας της ιδεολογίας που υιοθετείται από τα μέλη που στελεχώνουν τις παρατάξεις αυτές, η διαμαρτυρία τους ήταν δικαιολογημένη και προβλέψιμη, εφόσον αποτελεί απότοκο μίας γενικότερα αρνητικής στάσης απέναντι στην ΕΕ. Τουλάχιστον υπάρχουν ακόμη άτομα, και μάλιστα νεαρής ηλικίας που δεν διστάζουν να υποστηρίξουν την άποψή τους, αντίθετα με κυβερνήσεις που άλλα υπόσχονται και άλλα πράττουν, ακόμα και αν έρχονται σε αντίθεση με την πλειοψηφία της σχολής.

[widget id=”text-6″]

Ωστόσο, επειδή κάθε νόμισμα έχει δύο όψεις, πρέπει να επισημανθεί πως υπάρχουν και φοιτητές που δεν αισθάνονται να “απειλούνται” ή να προσβάλλονται από την αναγόρευση του προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σε επίτιμο διδάκτορα της Νομικής σχολής. Πρόκειται για έναν άνδρα, με αξιοσημείωτη πολιτική πορεία, που σθεναρά υπερασπίζεται την αναγκαιότητα διατήρησης ενός άρρηκτου δεσμού μεταξύ των κρατών μελών της ΕΕ. Ιδιαίτερα μετά τη θύελλα του Brexit, είναι επιτακτική η ανάγκη επαναπροσδιορισμού των σχέσεων μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών, εφόσον απώτερος στόχος αποτελεί ακόμα η ολοκλήρωση της Ευρώπης.

Ο πρόεδρος της Κομισιόν έχει υιοθετήσει ήδη από την αρχή της μεγάλης κρίσης, το 2015, μία ιδιαίτερα ευνοϊκή στάση απέναντι στη χώρα μας, κάτι που προκάλεσε δυσαρέσκεια σε μεγάλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες. Δεν δίστασε, παρά την υψηλή του θέση στην ιεραρχία της ΕΕ, να εξαπολύσει πυρά κατά του ΔΝΤ και της Τρόικας, καταγγέλλοντας το πρώτο για «παράλογες και αντισυνταγματικές αξιώσεις» ,επισημαίνοντας ταυτόχρονα πως υπονομεύει την ευρωζώνη, τη δε Τρόικα για «έλλειψη δημοκρατικής νομιμοποίησης» και για προσβολή της αξιοπρέπειας των λαών όχι μόνο της Ελλάδας, αλλά επίσης της Ιταλίας και της Πορτογαλίας. Και μπορεί οι δηλώσεις αυτές να τρέχουν πίσω στο 2015, χρονιά που η οικονομική κρίση βρισκόταν στο δικό της «απόγειο», ωστόσο δεν σταματούν εκεί.

Η έμπρακτη υποστήριξη του κ. Γιούνκερ είναι πρόδηλη μέχρι και σήμερα, 2 χρόνια αργότερα. Η άποψή του «ότι καμία άλλη χώρα δεν έχει κάνει μεγαλύτερα βήματα από την Ελλάδα για να βελτιώσει την ανταγωνιστικότητά της», δηλώνεται ξεκάθαρα σε συνέντευξή του στο γερμανικό ραδιοφωνικό σταθμό Deutschlandfunk, ενώ πιο πρόσφατο παράδειγμα της θετικής στάσης του υπέρ των Ελλήνων, είναι η ομιλία του κατά τη διάρκεια της συνέντευξης τύπου που προηγήθηκε των εργασιών της Συνόδου των G7. «Η Ελλάδα βρίσκεται σε καλό δρόμο. Η Ελλάδα τα πάει καλά και θέλω να αποτίσω φόρο τιμής στο θάρρος και την αξιοπρέπεια του ελληνικού λαού. Η Ελλάδα είναι σπουδαίο έθνος και οφείλουμε να σεβόμαστε το έθνος αυτό». Αξιοσημείωτο είναι ότι τα παραπάνω λόγια αποτέλεσαν μέρος της εισαγωγικής ομιλίας του και δεν δόθηκαν υπό τη μορφή απάντησης σε σχετική ερώτηση δημοσιογράφου.

Η Κομισιόν μπορεί να μην έχει αποφασιστικό ρόλο στη μείωση του ελληνικού χρέους, και ο κ. Γιούνκερ να μην μπορεί άμεσα να επηρεάσει την «τύχη» της χώρας. Παρόλα αυτά, οι δηλώσεις, αλλά και η παρακολούθηση από τον ίδιο των εξελίξεων και των διαπραγματεύσεων σε τεχνικό και πολιτικό επίπεδο σχετικά με το ελληνικό πρόγραμμα, σίγουρα είναι ικανές να επηρεάσουν πολιτικά υπέρ της λύσης και να οδηγήσουν στην λήψη μίας απόφασης που θα δείξει στην Ελλάδα την έξοδο από την κρίση.

Λαμβάνοντας υπόψη, τόσο τη συνολική στάση του κ. Γιούνκερ στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η οποία αποσκοπεί στη διατήρηση και στην ενίσχυση της ΕΕ, καθώς και την αδιαμφισβήτητη υποστήριξή του στη χώρα μας, η αναγόρευσή του σε επίτιμο διδάκτορα της Νομικής σχολής του ΑΠΘ αποτελεί μία επιλογή που δεν προσβάλει και δεν θίγει τη σχολή! Μπορεί λοιπόν για κάποιους η επιτιμοποίηση του  να επιβεβαιώνει την «υποδούλωση» στην ΕΕ , δεν παύουν όμως να υπάρχουν και εκείνοι που αναγνωρίζουν πως αυτή η Πέμπτη θα μας φέρει ένα βήμα πιο κοντά στην ένωση, στην οποία συνεχίζουμε να ανήκουμε!

Κοινή χρήση:

Αφήστε ένα σχόλιο