Τα εργαλεία της ψυχοθεραπείας
Η ψυχοθεραπεία αποτελεί ένα είδος βοήθειας, διαφορετικό από άλλα είδη, όπως είναι για παράδειγμα η βοήθεια από συγγενείς, φίλους, γνωστούς, ιερείς και γενικότερα από τους “σημαντικούς άλλους” του ατόμου. Ως όρος χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά από τον Walter Cooper Dendy το 1853. Σε γενικές γραμμές, η ψυχοθεραπεία αποσκοπεί στο να βοηθήσει το άτομο να αλλάξει και να εξαλείψει ή έστω να περιορίσει τις δυσκολίες και τα προβλήματά του, έτσι ώστε να γίνει περισσότερο λειτουργικό στη ζωή του.
Ουσιαστικά, πρόκειται για ένα είδος σχέσης ανάμεσα σε 2 πρόσωπα: το χορηγό της βοήθειας, δηλαδή το θεραπευτή από τη μία και τον αποδέκτη της βοήθειας, δηλαδή το θεραπευόμενο από την άλλη. Ακριβώς πάνω στη σχέση αυτή θα οικοδομηθεί ολόκληρη η διαδικασία της ψυχοθεραπείας, προκειμένου να επιτύχει τους στόχους της. Πιο συγκεκριμένα, η ψυχοθεραπεία βασίζεται σε μία σχέση συνεργατική που χαρακτηρίζεται από αποδοχή, γνησιότητα, ειλικρίνεια, εχεμύθεια, εμπιστοσύνη και ασφάλεια. Τα παραπάνω αποτελούν εχέγγυα για την οικοδόμηση μιας σχέσης, που θα μπορέσει στην πορεία να “αποφέρει καρπούς”. Με άλλα λόγια, στην ψυχοθεραπεία δεν υπάρχει βοήθεια χωρίς την ανάπτυξη μιας σχέσης. Αυτή η σχέση, για να μπορέσει να καλλιεργηθεί και να ευδοκιμήσει, θα πρέπει ο ψυχοθεραπευτής να “γεννάει” στο θεραπευόμενο το αίσθημα της εμπιστοσύνης, δηλαδή το αίσθημα ότι είναι ένας άνθρωπος ικανός που νοιάζεται πραγματικά, ειλικρινά και γνήσια γι’ αυτόν. Μόνο έτσι θα μπορέσει να διαμορφωθεί η επονομαζόμενη “θεραπευτική συμμαχία” ανάμεσά τους.
Η εμπιστοσύνη, η ειλικρίνεια και η γνησιότητα δε συμβαίνουν άπαξ. Απεναντίας, η ψυχοθεραπεία είναι μια πολύ δυναμική διαδικασία, που βασίζεται στην αλληλεπίδραση των 2 προσώπων. Αυτό σημαίνει, ότι μέσα στην ψυχοθεραπευτική σχέση μπορεί ο καθένας να φέρει την ατομικότητά του, τις εμπειρίες του και τα προσωπικά του χαρακτηριστικά, αλλά ταυτοχρόνως επηρεάζεται από το πρόσωπο με το οποίο βρίσκεται σε αλληλεπίδραση και αναπροσαρμόζει συνεχώς τις σκέψεις και τη συμπεριφορά του σύμφωνα μ’ εκείνο. Μάλιστα, πολλοί χαρακτηρίζουν την ψυχοθεραπεία ως μια “επαγγελματική φιλία”, καθώς ως προς την ποιότητά της δανείζεται πολλά από τα στοιχεία μιας κανονικής, καθημερινής, διαπροσωπικής σχέσης.
Ο ψυχοθεραπευτής, για να μπορέσει να προάγει την ψυχική υγεία του θεραπευόμενου, έχει στα χέρια του αρκετά “εργαλεία”. Το πρώτο και βασικότερο είναι η σχέση που προαναφέρθηκε μεταξύ αυτού και του θεραπευόμενου. Η σχέση αυτή θα αποτελέσει το σημαντικότερο θεμέλιο της ψυχοθεραπευτικής διαδικασίας. Για να δομηθεί όμως η σχέση αυτή, ο θεραπευτής θα πρέπει να διαθέτει κάποιες πολύ βασικές δεξιότητες. Μία από αυτές είναι η ενσυναίσθηση. Ενσυναίσθηση δε σημαίνει ταύτιση, αλλά κατανόηση της οπτικής γωνίας του άλλου. Πρόκειται, δηλαδή, για την ικανότητα του θεραπευτή να βλέπει τον κόσμο μέσα από τα μάτια του ατόμου και να κατανοεί τις σκέψεις, τις εμπειρίες και τα συναισθήματά του. Η ενσυναίσθηση αποτελεί ένα σπουδαίο εργαλείο της ψυχοθεραπείας, που δίνει στο θεραπευόμενο την αίσθηση ότι ο θεραπευτής επιχειρεί ενεργά να τον κατανοήσει, για να μπορέσει να τον βοηθήσει.
[widget id=”text-6″]
Ακόμη, η άνευ όρων θετική αποδοχή αναφέρεται στην ικανότητα του θεραπευτή να αποδέχεται απόλυτα το θεραπευόμενο, να διάκειται θετικά απέναντί του και να μην του ασκεί κριτική. Με τον τρόπο αυτό, το άτομο δεν αισθάνεται ντροπή, αμηχανία, τύψεις ή ενοχές για όσα εξομολογείται, γιατί γνωρίζει ότι δε θα αξιολογηθεί θετικά ή αρνητικά με βάση τα όσα θα πει και δημιουργείται ένα κλίμα ασφάλειας. Τέλος, η γνησιότητα ή αλλιώς αυθεντικότητα από την πλευρά του θεραπευτή αφορά την ικανότητά του να είναι αληθινός, να αντιμετωπίζει το περιεχόμενο των σκέψεών του, να αναγνωρίζει τα συναισθήματά του, να μην προσποιείται, να μη φοράει “προσωπείο” και να είναι ο εαυτός του, να φέρεται δηλαδή φυσικά και αβίαστα.
Έτσι, θα μπορέσει να δημιουργηθεί ένα κλίμα οικειότητας και ειλικρίνειας μεταξύ των δύο, στοιχείο απαραίτητο για την αποτελεσματικότητα της ψυχοθεραπείας. Οι παραπάνω έννοιες εισήχθησαν στην κλινική πράξη από τον Carl Rogers, τον “πατέρα” της ανθρωπιστικής/προσωποκεντρικής προσέγγισης, οι αρχές της οποίας εφαρμόζονται ευρέως τόσο στην ψυχοθεραπεία, όσο και τη συμβουλευτική.
Τέλος, οι εξειδικευμένες επιστημονικές γνώσεις και η κατάρτιση του θεραπευτή περί τα ψυχολογικά ζητήματα, σε συνδυασμό με τη χρήση ενός θεωρητικού μοντέλου που θα τον κατευθύνει προς την κατανοήση της αιτιότητας της ανθρώπινης συμπεριφοράς και θα του παρέχει τις κατάλληλες στρατηγικές αντιμετώπισης των προβλημάτων, αποτελούν αναγκαία εφόδια για την αποτελεσματικότητα της ψυχοθεραπείας και την επίτευξη των στόχων που έχουν τεθεί.
Όλα τα παραπάνω στοιχεία συνιστούν τα βασικότερα εργαλεία της ψυχοθεραπευτικής διαδικασίας. Με βάση τα εφόδια αυτά και με κεντρικό πυρήνα τη μεταξύ τους σχέση, θεραπευτής και θεραπευόμενος συνεργάζονται σε μια διαδικασία απόλυτα ενεργητική, που στηρίζεται στην αλληλεπίδρασή τους, με πυξίδα τους στόχους που έχουν τεθεί εξαρχής ή που αναδύονται κατά τη διάρκεια της θεραπείας. Σε κάθε περίπτωση, ο σημαντικότερος μακροπρόθεσμος στόχος κάθε ειδικού είναι, αν όχι η πλήρης εξάλειψη, τότε σίγουρα η απάλυνση του ανθρώπινου πόνου και η ενδυνάμωση του ατόμου, έτσι ώστε να αναπτυχθούν οι ικανότητές του, να βελτιωθούν οι διαπροσωπικές του σχέσεις κι έτσι το άτομο να εξελιχθεί τόσο σε προσωπικό, όσο και σε κοινωνικό επίπεδο.