Σοφία Φυτιάνου: «Η επιτυχία με ένα άγνωστο κείμενο και τόσο νέους συντελεστές, είναι σαν μικρό θαύμα»

H «Συνέντευξή» σε σκηνοθεσία της Σοφίας Φυτιάνου, υπήρξε η μεγάλη έκπληξη των θεατρικών δρωμένων της πόλης αποδεικνύοντας πως όταν το καλλιτεχνικό αποτέλεσμα είναι τόσο αξιόλογο το κοινό θα το εκτιμήσει και θα του παρέχει την απαραίτητη ώθηση. Μετά την παράταση των παραστάσεων τους, η ομάδα θεάτρου «Partisans» θα βρίσκεται ξανά στην σκηνή του θεάτρου Αθήναιον για δύο ακόμη παραστάσεις στις 25 και 26 Νοεμβρίου. Δεν υπήρχε λοιπόν πιο κατάλληλος άνθρωπός από την ίδια την σκηνοθέτη που μας μιλά για αυτή την τόσο νεανική και ταλαντούχα θεατρική ομάδα και την παράσταση τους που κατάφερε να κερδίσει το εξαιρετικά απαιτητικό κοινό της Θεσσαλονίκης.

Το κείμενο που είναι βασισμένο στο δημοφιλές έργο του Jordi Galceran «Μέθοδος Γκρόνχολμ» έχει προσαρμοστεί στα Ελληνικά δεδομένα και αναφέρεται στις συνθήκες που επικρατούν σήμερα στον χώρο εργασίας καθώς και στις τεχνικές που εφαρμόζονται για την επιλογή προσωπικού. Πιο συγκεκριμένα πέντε υποψήφιοι για τη θέση του Προϊσταμένου της Υπηρεσίας χορήγησης δανείων στην Τράπεζα Μακεδονίας, συμμετέχουν σε μία ομαδική συνέντευξη. Όσο οι δοκιμασίες που εμπεριέχονται στη συνέντευξη κλιμακώνονται, οι υποψήφιοι καλούνται να φέρουν τον εαυτό τους στα άκρα, προκειμένου να κατακτήσουν την πολυπόθητη θέση.

-Μίλησέ μου για την Ομάδα Θεάτρου Partisans.

H Ομάδα Θεάτρου Partisans ιδρύθηκε τον Ιανουάριο του 2016 στη Θεσσαλονίκη. Αποτελείται από αποφοίτους του Δημόσιου Ι.Ε.Κ. Θέρμης του τμήματος Υποκριτικής Θεάτρου- Κινηματογράφου και από εμένα ως καθηγήτρια τους. Το πρώτο έργο των Partisans ήταν ”Η νύχτα των μυστικών” του Άκη Δήμου, που πρωτοπαρουσιάστηκε στο Studio Κοιτώνες στο Στρατόπεδο Κόδρα στην Καλαμαριά τον Μάιο και τον Ιούνιο του 2016. Οι παραστάσεις μας συνεχίστηκαν το 2017 στο Πολιτιστικό Κέντρο Θέρμης. Η Ομάδα δημιουργήθηκε μαζί με την απόφαση να ανέβει το συγκεκριμένο έργο στο οποίο τα παιδιά δούλευαν πάνω σε σκηνές των δύο ή τριών ατόμων στα πλαίσια στης εκπαιδευτικής διαδικασίας του Δ.Ι.Ε.Κ. Θέρμης. Η σφοδρή επιθυμία των παιδιών να παρουσιαστεί ολόκληρο το έργο ήταν το έναυσμα για τη δημιουργία της ομάδας. Έτσι η Μυρτώ Πρατσινάκη, η Ιφιγένεια Σταμπουλή, η Καλλιόπη Ξανθοπούλου, ο Κωνσταντίνος Μητράκας, ο Δομίνικος Τζήκος και ο Κωνσταντίνος Σωτηριάδης από συμμαθητές έγιναν συνάδελφοι και εγώ από δασκάλα έγινα σκηνοθέτης. Οι πρόβες μας ήταν και είναι πολύμηνες και πολύωρες προκειμένου να δώσουμε ένα άρτιο καλλιτεχνικό αποτέλεσμα. Η αφοσίωση, ο μόχθος και η αγάπη μας για το Θέατρο και την ομάδα μας, δημιουργούν την καλλιτεχνική μας ταυτότητα. Το ύφος μας είναι ρεαλιστικό, τα έργα που διαλέγουμε έχουν πάντα κοινωνικές και πολιτικές προεκτάσεις και θεωρούμε ότι ο ρόλος της τέχνης είναι να μας προβληματίσει και να μας ωθήσει να κάνουμε μία προσωπική αλλαγή προς το καλύτερο. Επιπλέον, θέλουμε περισσότεροι άνθρωποι να έρχονται στο θέατρο, ακόμα και άτομα που δεν το συνήθιζαν προηγουμένως, δε θέλουμε δηλαδή να απευθυνόμαστε σε μία ελίτ αλλά σε όλο τον κόσμο.

[widget id=”text-6″]

-Tι ήταν αυτό που σας ώθησε να βασιστείτε στο κείμενο του Jordi Galtheran “Μέθοδο Γκρόνχολμ” και να δημιουργήσετε κάτι δικό σας; Γιατί δεν χρησιμοποιήσατε αυτούσιο το κείμενο;

Κατ’ αρχάς πρέπει να πω ότι πρόκειται για ένα εξαιρετικό κείμενο, το οποίο με τη διασκευή που κάναμε προσαρμόστηκε στα δεδομένα της κρίσης έτσι όπως τη βιώνουμε στην Ελλάδα. Το κείμενο του Galtheran αφορούσε την Ελλάδα με έναν έμμεσο τρόπο, ενώ τώρα με τα θέματα που εγκιβωτίζονται στη δική μας αφήγηση (άδεια μητρότητας, ο νόμος για την βιώσιμη ανάπτυξη και η περιβαλλοντική καταστροφή που συνεπάγεται, ο πλειστηριασμός πρώτης κατοικίας, δάνεια και διαταγές πληρωμών) έχουμε ένα ελληνικό κείμενο που αφορά την κοινωνία έτσι όπως διαμορφώνεται τώρα. Επιπλέον, τα χρήματα για να πληρωθούν τα πνευματικά δικαιώματα ενός έργου είναι απαγορευτικά για μια νέα ομάδα θεάτρου που δεν επιχορηγείται. Χαίρομαι όμως που πήραμε αυτήν την απόφαση γιατί γεννήθηκε ένα καινούριο έργο.

-Ποιο θα χαρακτήριζες ως το κύριο μήνυμα της παράστασης;

Θεωρώ ότι το κύριο μήνυμα της παράστασης είναι να διατηρήσουμε την ανθρωπιά μας σε κάθε περίπτωση. Το ηθικό κέρδος είναι πάντα πολύ μεγαλύτερο από το υλικό. Να ακολουθήσουμε τη φωνή της συνείδησής μας και να μην καταδεχτούμε να την πνίξουμε στο όνομα της ασφάλειας. Άλλωστε, ασφάλεια πια δεν υπάρχει. Ας κρατήσουμε τουλάχιστον την ψυχική μας ηρεμία και την αξιοπρέπειά μας.

-Πιστεύεις ότι συνηθισμένες στιγμές της καθημερινότητας όπως μια συνέντευξη για δουλειά αποκτούν διαφορετική διάσταση μέσω της τέχνης; Υπήρξε στόχος σας η ταύτιση του κοινού με το έργο και ενδεχομένως η παρουσίαση της πραγματικότητας που βιώνει σήμερα ο μέσος Έλληνας;

Αν το σκεφτείτε, σε όλα τα θεατρικά έργα συμβαίνει ένα συγκλονιστικό γεγονός. Προφανώς στη δική μας «Συνέντευξη» οι δοκιμασίες είναι τραβηγμένες ως την ακραία τους συνέπεια. Οι παραστάσεις δίνουν ζωή για ένα μικρό χρονικό διάστημα στη Λογοτεχνία, έτσι πρέπει σε αυτό το χρονικό διάστημα το κοινό να βιώσει έντονα συναισθήματα και μέσα από τα συναισθήματα να σκεφτεί πάνω σε συγκεκριμένα ζητήματα. Συγκινούμαστε πολύ όταν βλέπουμε και τον κόσμο συγκινημένο μετά από αυτή τη θεατρική εμπειρία. Στόχος μας ήταν περισσότερο η απεικόνιση μιας δυστοπίας  του μέλλοντος, δυστυχώς όμως ο κόσμος ταυτίζεται και μας εξομολογείται μετά το πέρας της παράστασης, παρόμοια περιστατικά που ήδη συμβαίνουν.

-Είναι εύκολο να κάνεις τέχνη σε μια εποχή που όλα αλλάζουν με ιλιγγιώδεις ρυθμούς;

Πιστεύω ότι όταν νιώθεις μέσα σου αυτή τη φλόγα να καίει και να σε ωθεί να δημιουργήσεις ένα καλλιτεχνικό έργο, το δύσκολο είναι να μην κάνεις τέχνη, γιατί θα πας κόντρα στον εαυτό σου και αυτό αργά ή γρήγορα θα σε μαραζώσει ή θα σε καταστρέψει. Πρέπει να αφήσεις πίσω σου πάρα πολλά, αφήνεις άλλες επαγγελματικές επιλογές πιο προσοδοφόρες και σίγουρες, αφήνεις πίσω την προσωπική σου ζωή, κρατάς όμως και ταυτόχρονα προσφέρεις ένα κομμάτι της ψυχής σου, που όσο το μοιράζεις τόσο πιο φωτεινό γίνεται.

-Πως ένιωσες μετά την υπόκλιση στην πρεμιέρα;

Αφενός ήμουν ευτυχισμένη γιατί το να κάνεις μία δική σου παραγωγή και να έχει επιτυχία ένα άγνωστο κείμενο με τόσο νέους συντελεστές, είναι ένα μικρό θαύμα. Αφετέρου, ήμουν ανικανοποίητη, γιατί είμαι πολύ απαιτητική όσον αφορά τους ηθοποιούς μου, και ένα τεχνικό λάθος που συνέβη εκείνη τη μέρα τους επηρέασε και έριξε την ενέργεια της παράστασης. Επίσης, θυμάμαι ότι το θέατρο ήταν μισογεμάτο τότε -ακόμα δεν είχε διαδοθεί τόσο πολύ- και εγώ θέλω το θέατρο να είναι τόπος συνάντησης. Όχι για το οικονομικό όφελος, μάλιστα θα ήθελα σε επόμενη παραγωγή να έχουμε από φθηνό μέχρι μηδενικό εισιτήριο, απλά θέλω να συναντιόμαστε ως κοινωνία μέσω της θεατρικής πράξης. Άλλωστε, για τον κόσμο το κάνουμε.

-Πόσο απαιτητικό είναι για έναν σκηνοθέτη να πρέπει να έχει πλήρη εικόνα τόσο για το καλλιτεχνικό όσο και για το τεχνικό κομμάτι μιας παράστασης; Εσύ γιατί δεν επέλεξες τον ρόλο του ηθοποιού και προτίμησες αυτόν του σκηνοθέτη;

Είναι μια δουλειά που απαιτεί να αντλείς στοιχεία από εντελώς διαφορετικά κομμάτια του εαυτού σου. Είναι στην ουσία η οργάνωση ενός χάους ιδεών. Πρέπει να έχεις ένα πλάνο για το κάθε κομμάτι της παράστασης –την υποκριτική, τη μουσική, τα φώτα, τα σκηνικά, τα κουστούμια, τον σχεδιασμό της αφίσας και του προγράμματος– αλλά ταυτόχρονα να ακούς όλους τους υπόλοιπους συντελεστές και αν είσαι έτοιμος να αλλάξεις αν κρίνεις ότι αυτό πρέπει να γίνει. Είναι μία σειρά από συνεργασίες και απαιτεί όραμα, ταπεινότητα αλλά και τη γνώση ότι το βέλος θα φύγει από σένα. Εσύ, ως σκηνοθέτης, έχεις την τελική ευθύνη για το καλλιτεχνικό αποτέλεσμα. Βέβαια είμαι και ηθοποιός, αποφοίτησα από την Ανώτερη Δραματική Σχολή «Ανδρέας Βουτσινάς» το 2012, για αυτό το λόγο θεωρώ ότι μπορώ να κατευθύνω τους ηθοποιούς, επειδή έχω περάσει από τη θέση τους και ξέρω διάφορες τεχνικές και ασκήσεις υποκριτικής, είχα άλλωστε μερικούς πολύ σημαντικούς δασκάλους στη σχολή μου αλλά και σε σεμινάρια που παρακολούθησα αργότερα ( Θ.Τερζόπουλος, Λ.Κονιόρδου, Γ.Κιμούλης, Α.Σακελλαρίου, Π.Τρικαλιώτη, Τ.Ράτζος). Έχω συμμετάσχει σε διάφορες παραγωγές στο θέατρο και σε ταινίες μικρού μήκους. Η σκηνοθεσία όμως μου επιτρέπει να πω αυτό που πραγματικά έχω ανάγκη να πω, διαλέγω να πω μια ιστορία, ενώ οι ηθοποιοί λένε όσο καλύτερα μπορούν την ιστορία που διάλεξε κάποιος άλλος. Δεν το αποκλείω να ξαναπαίξω, αρκεί να νιώσω ότι υπάρχει ένα αξιόλογο έργο και ένας σκηνοθέτης με όραμα.

Info

Περισσότερες πληροφορίες για την παράσταση: Εδώ

 

Κοινή χρήση:

Αφήστε ένα σχόλιο