Σπουδάζοντας ηλεκτρολόγος μηχανικός στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο, στα πλαίσια του μαθήματος «Εισαγωγή στην Ενεργειακή Τεχνολογία» μου γεννήθηκε ένα ενδιαφέρον για τις ενεργειακές δυνατότητες της Ελλάδας, για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας αλλά και τον ορυκτό μας πλούτο. Για τον λόγο αυτό συνάντησα τον καθηγητή μου, κύριο Γρηγόρη Παπαγιάννη, να με ενημερώσει για μερικά ζητήματα τα οποία δεν είναι τόσο ξεκάθαρα στην κοινή γνώμη.
Ο κύριος Παπαγιάννης είναι καθηγητής στο Τμήμα Ηλεκτρολόγων Μηχανικών και Μηχανικών Υπολογιστών του Α.Π.Θ. στον Τομέα Ηλεκτρικής Ενέργειας και διευθυντής στο Εργαστήριο Συστημάτων Ηλεκτρικής Ενέργειας.
– Πριν λίγα χρόνια ξεκίνησε μία μεγάλη κουβέντα για τα φωτοβολταϊκά. Μία μεγάλη μερίδα του κόσμου στράφηκε στην τοποθέτηση τέτοιων συστημάτων, χωρίς όμως να αποφέρουν το αναμενόμενο αποτέλεσμα. Τελικά, συμφέρει ή όχι η τοποθέτηση φωτοβολταϊκών;
Να πάρουμε τα πράγματα απ’ την αρχή. Τα φωτοβολταϊκά είναι μία ανανεώσιμη πηγή ενέργειας (ΑΠΕ) και φυσικά είναι μία συγκεκριμένη πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η οποία έχει ως στόχο την προώθηση των ΑΠΕ. Είναι οι γνωστοί στόχοι 20-20-20, μέχρι το 2020. Δηλαδή, μέχρι το 2020 θα πρέπει το 20% της ενέργειας της ΕΕ να προέρχεται από ΑΠΕ, οι οποίες περιλαμβάνουν και τα μεγάλα υδροηλεκτρικά εργοστάσια. Άρα είναι μία συγκεκριμένη πολιτική την οποία η ΕΕ έπρεπε να προωθήσει. Η κάθε χώρα-μέλος της ΕΕ διαλέγει από μόνη της την πολιτική που θα ακολουθήσει για την προώθηση των ΑΠΕ.
Η Ελλάδα υιοθέτησε κάποιες πολιτικές. Στο χώρο των φωτοβολταϊκών υιοθέτησε μία πολιτική, η οποία κατά την γνώμη μου, ήταν τελείως λανθασμένη. Έδωσε κάποια πολύ υψηλά κίνητρα τα οποία κάνανε ουσιαστικά την υπόθεση των φωτοβολταϊκών μία οικονομική επένδυση. Όποιος δηλαδή είχε κάποια λεφτά στην άκρη και έφτιαχνε ένα μεγάλο φωτοβολταϊκό πάρκο, είχε απόσβεση των χρημάτων του, με τα λεφτά που έδινε τότε η κυβέρνηση, μέσα σε 4 χρόνια με διάρκεια ζωής των φωτοβολταϊκών 20-25 χρόνια. Άρα, ήταν μία πολύ ελκυστική οικονομική επένδυση. Όμως, όταν το κράτος πληρώνει 50 λεπτά την KWh, για να την αγοράσει από κάποιον που έχει φωτοβολταϊκά και την πουλάει 8 λεπτά την ίδια KWh, εμφανίζεται προφανώς μία διαφορά στην τιμή. Ποιος θα την πληρώσει αυτή τη διαφορά; Όλοι μας, μέσα από τον λογαριασμό της ΔΕΗ. Αυτό δεν μπορεί να θεωρηθεί κοινωνική πολιτική και φυσικά έπρεπε να σταματήσει. Για τον λόγο αυτό, σταμάτησαν οι επιδοτήσεις.
Σήμερα, όποιος θέλει να κάνει μεγάλο φωτοβολταϊκό πάρκο μπορεί να το κάνει, αλλά τα λεφτά που παίρνει είναι πολύ λίγα. Επίσης, έχει ξεκινήσει να εφαρμόζεται ένα καινούριο σύστημα, το net-metering ή συμψηφισμός ενέργειας, που εκεί η επένδυση στα φωτοβολταϊκά γίνεται για να τα χρησιμοποιεί κάποιος που έχει συγκεκριμένες ανάγκες. Δηλαδή, δεν μπορείς να βάλεις τα φωτοβολταϊκά στο χωράφι σου. Θα τα βάλεις στο σπίτι σου, στην επιχείρησή σου και την ενέργεια που παράγεις θα την χρησιμοποιείς εσύ. Αν περισσεύει θα τη δίνεις στο δίκτυο και θα σου πιστώνεται για ένα χρονικό διάστημα, ενώ αν σου λείπει ενέργεια θα αγοράζεις απ’ το δίκτυο.
– Άρα, αυτή τη στιγμή συμφέρει η τοποθέτηση φωτοβολταϊκών ή όχι;
Έχουμε ψάξει το θέμα οικονομικά και επιστημονικά. Φαίνεται πως στην Ελλάδα, ο χρόνος απόσβεσης μιας τέτοιας εγκατάστασης είναι από 6 έως 8 χρόνια, με διάρκεια ζωής των φωτοβολταϊκών 20-25 χρόνια. Δεν είναι αυτό που λέμε «η ευκαιρία!» αλλά είναι κάτι στο οποίο αξίζει να επενδύσει κάποιος.
– Η χώρα μας βρίσκεται σε μία αξιοζήλευτη θέση με μεγάλες ενεργειακές δυνατότητες. Θα μπορούσαμε να επενδύσουμε περισσότερο σε ΑΠΕ; Μπορούν να αποφέρουν κέρδος;
Υπάρχει πολύς κόσμος, ο οποίος λέει: «αφού έχουμε ήλιο, αφού έχουμε αέρα γιατί να μην πάμε σε 100% ΑΠΕ». Αυτό τεχνικά δεν μπορεί να γίνει και δεν μπορεί να γίνει για έναν απλό λόγο. Διότι, οι ΑΠΕ όσο ελκυστικές και γοητευτικές κι αν είναι, έχουν ένα μεγάλο πρόβλημα. Ενώ, είναι πηγές ισχύος, ξέρουμε δηλαδή πόση ισχύ δίνει ένα αιολικό πάρκο, δεν είναι πηγές ενέργειας, δηλαδή δεν σημαίνει ότι μπορούν να δώσουν κάθε στιγμή αυτή την ενέργεια. Κι αυτό γιατί μπορεί να μην έχει ήλιο, για παράδειγμα την νύχτα, ή εκεί που δουλεύει ένα φωτοβολταϊκό και δίνει ισχύ 100MW ξαφνικά να περάσει ένα σύννεφο και να μηδενιστεί η παραγωγή. Δυστυχώς αυτά δεν μπορούν να ελεγχθούν.
Στην περίπτωση λοιπόν, που θα χάσει κάποιος την παραγωγή ενός φωτοβολταϊκού θα πρέπει αμέσως και μάλιστα με πολύ γρήγορο ρυθμό να αντικαταστήσει αυτή την πηγή με κάποια άλλη. Κι αυτή η αντικατάσταση θα πρέπει να γίνει ακαριαία γιατί ξέρεις πολύ καλά ότι κάθε στιγμή η παραγωγή θα πρέπει να είναι ίση με την ζήτηση. Αν δεν γίνει αυτό, η ζήτηση θα είναι μεγαλύτερη από την παραγωγή και το σύστημα θα καταρρεύσει. Πρέπει δηλαδή να υπάρχουν συμβατικές πηγές ενέργειας, οι οποίες θα μπορούν να αντικαταστήσουν την παραγωγή και μάλιστα με πάρα πολύ γρήγορο τρόπο. Αυτός είναι ο λόγος, που δεν θα φτάσουμε ποτέ να έχουμε 100% ΑΠΕ.
Βέβαια, πρέπει να αναφέρουμε πως η Γερμανία έχει πετύχει σήμερα ένα 30% ΑΠΕ, την στιγμή που η Ελλάδα είναι στο 15% μαζί με τα υδροηλεκτρικά εργοστάσια, τα οποία τα ξεχωρίζω πάντα, γιατί αυτά μπορούν να παράγουν ενέργεια όποτε θέλουμε. Εκτός των υδροηλεκτρικών εργοστασίων οι υπόλοιπες ΑΠΕ στην Ελλάδα είναι περίπου στο 6%, έναντι του 30% που είναι στην Γερμανία. Η Γερμανία όμως, είναι σ’ έναν χώρο όπου περιτριγυρίζεται απ’ τα πυρηνικά της Γαλλίας και απ’ τα μεγάλα υδροηλεκτρικά της Νορβηγίας. Έχει δηλαδή, έναν πολύ καλό συνδυασμό μεταξύ ανεμογεννητριών στη Βόρεια Θάλασσα και φωτοβολταϊκών με συμβατικές πηγές ενέργειας, με αποτέλεσμα να μπορεί πάντα να βρίσκει εναλλακτική λύση να αναπληρώνει την παραγωγή των ΑΠΕ.
– Οι περισσότεροι πολιτικοί στις προεκλογικές τους ομιλίες χρησιμοποιούν συχνά το επιχείρημα της εκμετάλλευσης του ορυκτού μας πλούτου. Όπως θα φαντάζεστε λοιπόν, θέλω να σας ρωτήσω αν όντως η χώρα μας διαθέτει ορυκτό πλούτο και κατά πόσο μπορούμε να τον εκμεταλλευτούμε.
Έχουμε λιγνίτη σίγουρα. Μπορούμε να παράγουμε ενέργεια με λιγνιτικούς σταθμούς για τα επόμενα 80 χρόνια τουλάχιστον. Είναι κάτι το οποίο ξέρουμε ότι υπάρχει και ξέρουμε και το που. Τα υπόλοιπα είναι εικασίες. Ξέρουμε ότι έχουμε κάποια πετρέλαια στην Θάσο, πολύ λίγα τα οποία και τα εκμεταλλευόμαστε. Επίσης, υποψιαζόμαστε ότι πιθανότατα μπορεί να υπάρχουν και πετρέλαια στο Αιγαίο ή στο Ιόνιο ή κάπου αλλού σ’ αυτές τις ΑΟΖ, σε συνδυασμό και με φυσικό αέριο. Γνωρίζουμε ότι συνήθως όπου υπάρχει κοίτασμα πετρελαίου από πάνω υπάρχει και φυσικό αέριο. Τα τελευταία 60 χρόνια λέμε ότι το πετρέλαιο φτάνει για τα επόμενα 20-30 χρόνια. Τα χρόνια, όμως περνούνε και το πετρέλαιο συνεχίζει να υπάρχει. Τα αποθέματα των υδρογονανθράκων , είτε αυτό είναι πετρέλαιο είτε είναι φυσικό αέριο, μάλλον είναι μεγάλα. Εκείνο που έχει σημασία είναι το κόστος για να βγάλουμε το πετρέλαιο. Αν για παράδειγμα πρέπει να σκάψω στην μέση του Ατλαντικού με 6 χλμ βάθος και άλλα 4χλμ για να βρω πετρέλαιο, μπορώ να το κάνω τεχνολογικά αλλά δεν με συμφέρει αν έχει 50 δολάρια το βαρέλι. Το ίδιο ισχύει και για το Αιγαίο. Όσο λοιπόν, υπάρχουν χαμηλές τιμές στη διεθνή αγορά, μιλάμε για εκμετάλλευση πετρελαϊκών κοιτασμάτων τα οποία είναι σχεδόν επιφανειακά.
Σήμερα, υπάρχει και το λεγόμενο αέριο το οποίο βγάζουν πλέον από το βυθό της θάλασσας, το shale gas. Υπάρχει σε τρομακτικές ποσότητες, σε σημείο που η Αμερική σκέφτεται σοβαρά να εγκαταλείψει πλήρως τον άνθρακα.
Θα έλεγα ότι κανείς δεν μπορεί να εκτιμήσει για πόσο καιρό θα κρατήσουν ακόμα τα συμβατικά καύσιμα, γιατί τα νούμερα που έχουμε είναι κάτω από συγκεκριμένες προϋποθέσεις. Φυσικά, αν βάλουμε στο παιχνίδι και νέες τεχνολογίες όπως η σύντηξη, θα μιλάμε για άπειρη και καθαρή ενέργεια, αν αυτές οι τεχνολογίες υλοποιηθούν στην πράξη.
– Θα μπορούσατε να μας πείτε αν αυτή την στιγμή η χώρα μας εισάγει ή εξάγει ηλεκτρική ενέργεια;
Και εισάγει και εξάγει. Οι χώρες με τις οποίες γίνεται η ανταλλαγή ηλεκτρικής ενέργειας είναι οι γειτονικές μας χώρες. Η Ελλάδα αυτή την στιγμή είναι διασυνδεδεμένη με την Αλβανία, τα Σκόπια, την Βουλγαρία, την Τουρκία, την Ιταλία και μ’ αυτές τις χώρες ανταλλάσσει ηλεκτρική ενέργεια. Οι διασυνδέσεις γίνονται κυρίως για λόγους τεχνικούς. Το δίκτυο για να είναι ασφαλές πρέπει να είναι διασυνδεδεμένο και με άλλα δίκτυα. Μέσω των βόρειων γειτονικών χωρών συνδεόμαστε στο Ευρωπαϊκό δίκτυο, που είναι πολύ ισχυρό και μέσω της Τουρκίας στο Ασιατικό δίκτυο.
Επειδή η αγορά ηλεκτρικής ενέργειας είναι απελευθερωμένη γίνεται ένα συνεχές εμπόριο ηλεκτρικής ενέργειας. Όπου οι τιμές είναι χαμηλές ο κόσμος αγοράζει και όπου οι τιμές είναι υψηλές ο κόσμος πουλάει. Η αγορά ρυθμίζεται από μόνη της.
Πρέπει να αναφέρουμε ότι η ελληνική αγορά αυτή την στιγμή είναι πλεονασματική. Δηλαδή, αυτή την στιγμή ενώ έχουμε εγκατεστημένη ισχύ περίπου 12GW το φορτίο έχει πέσει περίπου στα 6GW, λόγω κρίσης. Για τον λόγο αυτό, έχουμε και σταθμούς παραγωγής που δεν λειτουργούν, είναι αδρανείς.
– Άρα θα λέγατε ότι αυτή την στιγμή οι εξαγωγές μας είναι πιο πολλές σε σύγκριση με τις εισαγωγές μας;
Αυτό δεν το ξέρω. Μπορεί να τα βρει κανείς αυτά τα στοιχεία αναλυτικά, αν μπει στο site του ΛΑΓΗΕ, που είναι ο διαχειριστής των συναλλαγών ηλεκτρικής ενέργειας. Εκεί μπορεί να δει κανείς κάθε μέρα, κάθε μήνα και κάθε χρόνο τι ακριβώς συμβαίνει με τις διασυνδέσεις. Έχω την αίσθηση ότι κυρίως αγοράζουμε απ’ τους βόρειους και ανατολικούς γείτονες μας και πουλάμε στον δυτικό γείτονά μας.
– Στις μέρες μας βλέπουμε όλο και περισσότερες διαφημίσεις για διάφορους παρόχους ηλεκτρικής ενέργειας. Μπορείτε να μας περιγράψετε το καθεστώς που ισχύει;
Το καθεστώς με το οποίο λειτουργούν όλοι οι πάροχοι ηλεκτρικής ενέργειας μοιάζει με το αντίστοιχο της τηλεφωνίας. Υπάρχει ένα δίκτυο, το οποίο το έχει κάποιος ιδιοκτήτης, στην συγκεκριμένη περίπτωση είναι ο ΔΕΔΔΗΕ, ο οποίος είναι υποχρεωμένος να παρέχει ίσες υπηρεσίες σε κάθε ενδιαφερόμενο έναντι κάποιας αμοιβής. Άρα, όποιος θέλει μπορεί να ανοίξει μία εταιρία, η οποία να πουλάει ηλεκτρική ενέργεια χρησιμοποιώντας το δίκτυο διανομής.
Υπάρχει όμως μία βασική διαφορά σε σχέση με την τηλεφωνία. Στην τηλεφωνία εκείνο που πουλάει κανείς είναι οι υπηρεσίες. Ειδικά στην κινητή τηλεφωνία εκείνο που πουλάει ο πάροχος είναι air-time, που στα ελληνικά σημαίνει αέρας κοπανιστός. Στην ενέργεια όμως, δεν πουλάς υπηρεσίες, πουλάς ενέργεια την οποία πρέπει κάπου να την παράγεις. Άρα, δεν φτάνει μόνο η χρήση του δικτύου. Πρέπει να βρεις και κάποιον ο οποίος θα σου δίνει την ενέργεια και μάλιστα σε τέτοια τιμή, ώστε να σε συμφέρει για να βγάλεις κέρδος.
Πρέπει να τονίσουμε, ότι στην Ελλάδα δεν έχει επέλθει ακόμη αυτό που λέμε «πλήρη απελευθέρωση της αγοράς της ηλεκτρικής ενέργειας». Δηλαδή, οι ιδιώτες-πάροχοι μπορούν να πουλάνε όσο θέλουν και σε όποιον θέλουν αλλά, η ΔΕΗ είναι υποχρεωμένη να κρατάει κάποια συγκεκριμένα τιμολόγια για κοινωνικούς λόγους. Για παράδειγμα, τα σπίτια έχουν ένα συγκεκριμένο τιμολόγιο, το οποίο το καθορίζει το κράτος, οι αγρότες το ίδιο κοκ. Αφήνει ελεύθερη την ΔΕΗ να διαμορφώσει το εμπορικό τιμολόγιο όσο θέλει. Αυτό όμως δεν είναι ελεύθερη αγορά, ανεξάρτητα αν οι λόγοι που επιβάλλουν αυτή τη ρύθμιση είναι αναγκαίοι.
– Ένα δημοφιλές θέμα συζήτησης, ειδικά στην πόλη μας, είναι η εξόρυξη χρυσού στις Σκουριές. Τι ακριβώς συμβαίνει εκεί και ποια είναι η άποψή σας;
Δεν ξέρω λεπτομέρειες, γνωρίζω ότι διαβάζω στις εφημερίδες κι εγώ. Δεν θα έλεγα όμως ότι την θεωρώ ικανοποιητική επένδυση. Αν ήταν στο χέρι μου δεν θα την έκανα. Αν κάποιος προσπαθήσει να δει πίσω απ’ τους κραυγαλέους τίτλους των εφημερίδων, μοιάζει με μια παραχώρηση που έγινε σχεδόν με μηδέν χρήματα και με όρους που είναι φοβερά αμφισβητήσιμοι σε σχέση με τα μελλοντικά κέρδη που μπορεί να έχει το ελληνικό κράτος. Προσωπικά θεωρώ ότι είναι μία πολύ ρυπαίνουσα δραστηριότητα. Αν κάποιος δηλαδή φοβόταν τους συμβατικούς σταθμούς με τον λιγνίτη, πολύ φοβάμαι ότι αυτή η επένδυση μπορεί να αποδειχθεί πολύ πιο ρυπογόνα και από κλασσικά ρυπογόνες επενδύσεις όπως ήταν το αλουμίνιο της Ελλάδας, μια εξίσου ρυπογόνα επένδυση όπου χρειάστηκε να περάσουν 20 χρόνια με πολλά δικαστήρια για να αναγκαστεί η εταιρία να πάρει κάποια περιβαλλοντικά μέτρα για την προστασία του Κυπαρισιακού Κόλπου. Και πραγματικά η διαδικασία της επεξεργασίας του αλουμινίου, μπροστά στη διαδικασία εξόρυξης και επεξεργασίας του χρυσού θα μπορούσε να θεωρηθεί μέχρι και περιβαλλοντικά φιλική!
– Όσον αφορά το πανεπιστήμιό μας, αυτή την στιγμή τρέχει κάποιο ερευνητικό πρόγραμμα πάνω στην ενέργεια;
Τα ερευνητικά προγράμματα είναι δύο βασικών κατηγοριών. Είναι τα λεγόμενα Ευρωπαϊκά, ανταγωνιστικά, ερευνητικά προγράμματα και τα Εθνικά προγράμματα, τα οποία είναι επίσης για την έρευνα, είτε ανταγωνιστικά, είτε αναπτυξιακά. Τα τελευταία χρόνια, η χρηματοδότηση για Εθνική έρευνα έχει σχεδόν μηδενιστεί. Δεν δόθηκαν καθόλου χρήματα εδώ και πολλά χρόνια για Εθνικά ερευνητικά προγράμματα. Τώρα, ξεκινάει κάτι με το ΕΣΠΑ και περιμένουμε να δούμε. Τα Ευρωπαϊκά προγράμματα που είναι ανταγωνιστικά, είναι εκείνα όπου σ’ ένα πολύ μεγάλο βαθμό στήριζαν και το ελληνικό πανεπιστήμιο όλα αυτά τα χρόνια. Πιστεύω ότι είναι ένα καθοριστικό στοιχείο του πανεπιστημίου και των ανθρώπων του, να προσπαθήσουν να διεκδικήσουν τέτοιου είδους προγράμματα, τα οποία πρώτα απ’ όλα τους επιτρέπουν να κρατούν επαφή με τα θέματα της ερευνητικής επικαιρότητας, να δημιουργούν κατάλληλα δίκτυα συνεργασίας με ξένους ερευνητικούς φορείς και πανεπιστήμια και, πολύ σημαντικό, να φέρνουν και κάποια χρήματα, από τα οποία το 15% περίπου μένει στο πανεπιστήμιο, ενώ ταυτόχρονα πληρώνονται και κάποιοι νέοι άνθρωποι που κάνουν διδακτορικό και μένουν στην Ελλάδα και δεν φεύγουν στο εξωτερικό. Άρα λοιπόν, θα έλεγα ότι είναι μια κατάσταση πολύ θετική.
Εμείς από την δικιά μας την πλευρά προσπαθούμε όσο μπορούμε. Έχουμε πάρει πάρα πολλά τέτοια προγράμματα τα τελευταία χρόνια. Το εργαστήριο μου έχει πάρει πάνω από 15 Ευρωπαϊκά προγράμματα, κάτι το οποίο ήταν πολύ σημαντικό, γιατί μας επέτρεψε να επιβιώσουμε αυτές τις εποχές της ισχνής χρηματοδότησης.
– Σας ευχαριστώ πολύ!