
Κλείνοντας την εποχή του φόβου
Γράφει η Αναστασία Γκριμούρα…
Την εβδομάδα αυτή, γίνεται λόγος για τον κ. Κιμούλη και την συμπεριφορά του προς τη Ζέτα Δούκα. Τις μαρτυρίες της ακολούθησαν πολλά νέα post, εξομολογήσεις άλλων ηθοποιών και αναρτήσεις υποστήριξης. Φυσικά, ο ηθοποιός με τη σειρά του αρνήθηκε κάθε κατηγορία, απαντώντας δια του δικαστικού δρόμου. Παρ’ ότι κάθε περίπτωση είναι μοναδική, δεν είναι λίγα τα άτομα που ταυτίζονται με αντίστοιχα περιστατικά.
Ποια είναι η αλήθεια; Ίσως δε θα μάθουμε ποτέ.
Αν μη τι άλλο όμως, μας δίνετε η ευκαιρία να δούμε, να αναλογιστούμε και να εξελιχθούμε, στα ζητήματα εκφοβισμού, λεκτικής και ψυχολογικής βίας αλλά και εκμετάλλευσης των προσωπικών μας δικαιωμάτων. Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει κάποιος να αναγκάζεται να σκύβει το κεφάλι υπό το πρίσμα του φόβου.
Ιδιαιτέρως σήμερα, που τα οικονομικά δεν είναι ανθηρά και κάθε μέρα στον εργασιακό τομέα ελλοχεύει κινδύνους και γεμίζει τον εργαζόμενο ανασφάλεια, είναι φυσικό επακόλουθο να διακατέχεται από αντίστοιχα συναισθήματα.
Οι περιπτώσεις λεκτικής και ψυχολογικής βίας στον εργασιακό χώρο, και δη σε επαγγέλματα που αφορούν τον ιδιωτικό τομέα, είναι μάστιγα. Να το αποδώσουμε στο ταπεραμέντο των Ελλήνων «επιχειρηματιών»; Όχι. Κανείς δεν έχει το δικαίωμα να σε υποβάλλει σε τέτοια ψυχολογική φθορά, επειδή σου δίνει ένα ποσό. Όποιο ποσό. Οι δουλειές ξεκινούν με επιλογές των εργοδοτών, με συμβάσεις και υπογραφές. Δε άκουσα κανέναν να υπογράφει ότι θα γυρίζει σπίτι κλαίγοντας, ότι θα ανέχεται βρισιές, ειρωνείες και υποτιμήσεις.
Δηλώσεις του προαναφερθέντος συμβάν ήταν: «Αυτός ο άνθρωπος με κακοποίησε ψυχικά», «μπορεί να μην ξαναδούλευα και εγώ ζούσα από αυτή τη δουλειά», «Θεωρώ απαράδεκτο ο οποιοσδήποτε να εκμεταλλεύεται τη θέση του», «Με φόβισες. Με τρόμαξες… Με έκανες να μην πιστεύω σε μένα», «Να βάζω στοιχήματα με τον εαυτό μου αν θα μπορώ να συνέλθω μετά τη «συνεργασία» μας…»
Κανένας μας και σε καμία δουλειά δε θα έπρεπε να αισθάνεται έτσι. Οι θεωρήσεις ότι περιστατικά λεκτικής βίας, είναι μικρής σημασίας, σε όποια εργασιακή θέση κι αν βρίσκεται ο θύτης και το θύμα, είναι απελπιστικά κατακριτέες. Γιατί;
Δεν είναι φιλελευθερισμός. Δεν είναι ριζοσπαστικές τάσεις. Δεν είναι μόδα.
Είναι αξιοπρέπεια.
Αν θέλουμε να προχωρήσουμε σ’ αυτό το εξελικτικό κύμα αλλαγών, εν έτη 2021, ας ρίξουμε μια ματιά πίσω, στα λάθη μας. Κι ίσως τότε, θα μπορέσουμε να προχωρήσουμε μπροστά.