Η «Ρεαλιστική Θεραπεία» του Γουίλιαμ Γκλάσερ (Μέρος Β’)
Η βασική μέχρι στιγμής θεωρία στην ψυχιατρική είναι, ότι στην περίπτωση ψυχολογικών δυσκολιών, όχι το ίδιο το άτομο αυτό καθαυτό, αλλά ο εγκέφαλός του καθορίζει τις διαδικασίες της σκέψης του και τις πράξεις του, με τρόπο τέτοιο που οδηγεί στην εκδήλωση συμπτωμάτων ως απόρροια μιας χημικής ανισορροπίας.
Έτσι, οι περισσότεροι ψυχίατροι τείνουν να χορηγούν στα άτομα ψυχοτρόπα φάρμακα με σκοπό τη μεταβολή αυτής της εγκεφαλικής ανισορροπίας. Αυτό, όμως, που χρειάζεται στην πραγματικότητα ο άνθρωπος που υποφέρει από ψυχολογικές δυσκολίες είναι πρωτίστως ψυχοθεραπεία, έτσι ώστε να βοηθηθεί στις σχέσεις του με τους γύρω του. Σύμφωνα με το Γουίλιαμ Γκλάσερ, από τη στιγμή που το άτομο καταφέρνει να χτίσει έστω και μία εποικοδομητική και ουσιαστική σχέση στη ζωή του που να του προσφέρει ικανοποίηση, τα συμπτώματά του σταδιακά υποχωρούν και μπορεί να αισθανθεί και πάλι ευτυχισμένος.
Αναφορικά με τις αιτίες των ψυχολογικών προβλημάτων, η “Θεωρία της Επιλογής” διατείνεται πως τις περισσότερες φορές αυτά πηγάζουν από μη ικανοποιητικές σχέσεις ή την πλήρη έλλειψη ουσιαστικών σχέσεων στη ζωή του ατόμου. Γιατί, όμως, είναι τόσο συχνό το φαινόμενο των μη ικανοποιητικών σχέσεων στην καθημερινότητά μας; Στο ερώτημα αυτό, ο Γκλάσερ απαντά πως ένα από τα πιο μελανά σημεία της κοινωνίας μας, που ευθύνεται σε πολύ μεγάλο βαθμό για τη δημιουργία προβλημάτων στις σχέσεις μας με τους άλλους, είναι ότι οι άνθρωποι τείνουν να χρησιμοποιούν πολύ συχνά την εξωτερική έδρα ελέγχου στην ερμηνεία του κόσμου γύρω τους, δηλαδή τείνουν να θεωρούν ότι οι άλλοι είναι οι κύριοι υπαίτιοι των προβλημάτων τους. Έτσι, χρησιμοποιούν συχνά τον “εξωτερικό έλεγχο” στην προσπάθειά τους να “ελέγξουν”, να ασκήσουν κριτική, να κατηγορήσουν, να επιρρίψουν ευθύνες ή ακόμ και να αλλάξουν τους άλλους.
Όμως, μια τέτοια συμπεριφορά μόνο χειρότερα μπορεί να κάνει τα πράγματα σε μια σχέση. Μόνο όταν αντικαταστήσουμε τον εξωτερικό έλεγχο με τη θεωρία της επιλογής μπορεί μια σχέση να γίνει πιο ουσιαστική. Για το λόγο αυτό, το άτομο πρέπει να συνειδητοποιήσει ότι αυτό και μόνο αυτό είναι υπεύθυνο για τις σκέψεις και τις πράξεις που επιλέγει, ακόμα και για τα συναισθήματά του και τη φυσιολογία του σώματός του σ’ ένα δεύτερο επίπεδο, καθώς και αυτά είναι απόρροια του τρόπου που επιλέγει να σκέφτεται κα να δρα. Συνακολούθως, αυτό και μόνο αυτό είναι υπεύθυνο και για τα συμπτώματά του και όχι οι άλλοι. Μάλιστα, σύμφωνα με το Γκλάσερ δε θα πρέπει να αναφερόμαστε στις ψυχολογικές δυσκολίες ενός ατόμου με ουσιαστικά και επίθετα (π.χ. κατάθλιψη ή καταθλιπτικός), αλλά με ρήματα (καταθλίβομαι), καθώς μόνο αυτά μπορούν να υποδηλώσουν με ακρίβεια τον ενεργητικό χαρακτήρα της συμπεριφοράς και του ψυχισμού μας.
Με τη βοήθεια της ψυχοθεραπείας το άτομο μπορεί να συνειδητοποιήσει τι είναι καλύτερο για εκείνο μέσα σε μια σχέση και μετά να δουλέψει μαζί με το θεραπευτή του για να το εφαρμόσει και στην πράξη. Μέσα από την κατανόηση ότι το κέντρο ελέγχου των όσων “επιλέγει” να βιώνει είναι εσωτερικό και ότι ο ψυχικός πόνος δεν οφείλεται σε κάποια ανισσοροπία του εγκεφάλου του, αλλά σε προβλήματα σχέσεων με τους γύρω του ή με τον ίδιο του τον εαυτό, θα αναγνωρίσει ότι το κλειδί της αλλαγής είναι στα χέρια του. Διαφορετικά, αν εγκλωβιστεί στη λανθασμένη αντίληψη ότι οι άλλοι ευθύνονται για τα προβλήματά του και ότι τα συμπτώματα που εκδηλώνει είναι ένδειξη κάποιας ψυχικής ασθένειας αντιμετωπίσιμης μόνο με ψυχοφάρμακα, θα περιμένει παθητικά, αμέτοχα και μοιρολατρικά την εξέλιξη της ασθένειάς του, ανήμπορο να πάει κόντρα στο πρόβλημά του.
Συμπερασματικά, η θεραπεία της πραγματικότητας εστιάζει σ’ αυτό που οι πελάτες μπορούν να ελέγξουν σε μία σχέση και δεν αναλώνεται στην άσκοπη πολλές φορές εξερεύνηση του παρελθόντος, στην υπερβολική ανάλυση των συμπτωμάτων και στην υποβολή του πελάτη στην επίπονη πολλές φορές διαγνωστική διαδικασία βάσει των κριτηρίων που πληρούνται. Όλα τα παραπάνω, μπορούν μεν να διευρύνουν την κατανόηση των δυσκολιών του πελάτη, όμως σίγουρα δε μπορούν να βελτιώσουν σε βάθος και μακροπρόθεσμα την ποιότητα της ζωής του. Θεμέλιος λίθος της συγκεκριμένης προσέγγισης είναι η θεραπευτική συμμαχία που δημιουργείται κατά τη διάρκεια της ψυχοθεραπείας μεταξύ του ψυχοθεραπευτή και του πελάτη.
Συγκεκριμένα, ο θεραπευτής προσπαθεί να διδάξει στον πελάτη πώς να χτίζει ικανοποιητικότερες σχέσεις με τους άλλους, με πρότυπο τη μεταξύ τους σχέση εμπιστοσύνης και ειλικρίνειας. Η ικανότητα αυτή θα αποτελέσει ένα πολύτιμο όπλο στη ζωή του ατόμου, καθώς σύμφωνα με το Γκλάσερ, η σημαντικότερη ίσως ανάγκη του ανθρώπου είναι η ανάγκη της αγάπης, του ανήκειν και του σχετίζεσθαι, η οποία όπως ο ίδιος ισχυρίζεται είναι γονιδιακή και πρέπει οπωσδήποτε να ικανοποιείται, για να είναι ένας άνθρωπος υγιής και ευτυχισμένος. Ικανοποιώντας την ανάγκη μας για αγάπη και την αίσθηση ότι ανήκουμε, έχουμε το κλειδί για να ικανοποιήσουμε και τις άλλες τέσσερις βασικές ανάγκες μας, που κατά το Γκλάσερ είναι η επιβίωση, η δύναμη, η ελευθερία και η ψυχαγωγία.
Βασικός στόχος της “Ρεαλιστικής Θεραπείας” είναι να βοηθήσει τους πελάτες να μάθουν καλύτερους τρόπους να σκέφτονται τις ανάγκες τους και τις επιθυμίες τους και να συνδέονται με τους άλλους ανθρώπους. Στην πορεία αυτής της διαδικασίας, ο ρόλος του θεραπευτή δεν είναι σε καμία περίπτωση να κρίνει ή να αξιολογεί τον πελάτη και τη συμπεριφορά του, αλλά να δρα υποστηρικτικά σαν ένας δάσκαλος ή μέντορας και να τον ενθαρρύνει, ότι υπάρχει ελπίδα και περιθώρια αλλαγής της ζωής του προς το καλύτερο. Οι πελάτες βιώνοντας αυτή την ικανοποιητική σχέση με το θεραπευτή τους, μπορούν να μάθουν πολλά για το πώς να βελτιώσουν την προβληματική σχέση που τους οδήγησε στη συμβουλευτική, αλλά και για το πώς να χτίσουν νέες ικανοποιητικές σχέσεις στο μέλλον.
Φυσικά, όπως όλες οι ψυχολογικές θεωρίες, έτσι και η θεωρία του Γουίλιαμ Γκλάσερ έχει υποστεί κριτική, καθώς πολλοί διαφωνούν με την άποψή του, ότι δηλαδή όλες οι ψυχολογικές διαταραχές είναι αποτέλεσμα επιλογής και τονίζουν το ρόλο των βιοχημικών ή γενετικών επιρροών. Σε γενικές γραμμές, η “Ρεαλιστική Θεραπεία¨θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως ένας τύπος γνωστικής-συμπεριφορικής θεραπείας , καθώς η θεραπεία λαμβάνει χώρα στα πλαίσια μιας διδακτικής διαδικασίας και ο θεραπευτής υιοθετεί το ρόλο του εκπαιδευτή, έτσι ώστε να διδαχθεί ο πελάτης τη “Θεωρία της Επιλογής” και τη σύνδεσή της με την καθημερινή του ζωή. Μετά από την πλήρη κατανόηση της θεωρία αυτής, ο επόμενος στόχος που τίθεται είναι το άτομο να επανασυνδεθεί με τους σημαντικούς του άλλους και να επικεντρωθεί στο παρόν και στη βελτίωση της ποιότητάς του.
Η έμφαση δίνεται στην ευθύνη του ίδιου του ατόμου για τη συνολική του συμπεριφορά (σκέψεις, δράση, συναισθήματα, φυσιολογία σώματος) και στην έννοια της επιλογής. Ο θεραπευτής θεωρεί πως ο πελάτης έχει τη δύναμη να αλλάξει, καθώς η αλλαγή είναι επιλογή του. Σκοπός της θεραπείας είναι ο σχεδιασμός αυτής της αλλαγής και η δέσμευση από την πλευρά του πελάτη για την υλοποίησή της. Τέλος, ο σπουδαιότερος στόχος της “Ρεαλιστικής Θεραπείας”, που αποτελεί και την πυξίδα της, είναι η οικοδόμηση νέων ή η βελτίωση των ήδη υπαρχουσών σχέσεων στη ζωή του ατόμου, έτσι ώστε να ικανοποιούνται καλύτερα οι ανάγκες του και τα συμπτώματά του να αρχίσουν σταδιακά να υποχωρούν.