Η δύναμη μιας ευκαιρίας
Φανταστείτε ότι έχετε μπροστά σας τρία πολύ όμορφα κοριτσάκια, τρεις αξιαγάπητες μικρές κυρίες κοντά στην ηλικία των δέκα.
Η κατάσταση στην οποία τις βρίσκετε, δεν περιγράφεται, επικρατεί ένα χάος! Τα κορίτσια –αν και πολύ καλές φίλες- πετάνε παιχνίδια η μια στην άλλη, μαλλιοτραβιούνται, κλαίνε και μαλώνουν! Μήλον της έριδος για όλα αυτά είναι μια φλογέρα, η οποία ακριβώς επειδή είναι μόνο μία δεν φτάνει για να τη μοιραστούν και οι τρεις… Μόλις σας βλέπουν λοιπόν σας θέτουν το ερώτημα: Ποια από τις τρεις μας θα πάρει τη φλογέρα;
Η κατάσταση αρχίζει να ηρεμεί και το κάθε κορίτσι αρχίζει να σας εκθέτει με επιχειρήματα γιατί πιστεύει πως αξίζει να είναι η μία και μοναδική κάτοχος της πολυθρύλητης φλογέρας.
Η πρώτη λοιπόν, όχι μόνο σας λέει αλλά και σας αποδεικνύει πόσο καλή φλογέρα ξέρει να παίζει. Η μαμά της την πάει σε ένα από τα καλύτερα ωδεία της πόλης και έτσι έχει τη δυνατότητα να εξασκείται πολύ συχνά.
Η δεύτερη, με μάτια όλο παράπονο, σας εξομολογείται πως λόγω οικονομικής αδυναμίας δεν μπόρεσε ποτέ να πάει σε ωδείο και πως ποτέ δεν είχε μια φλογέρα, ασχέτως αν δεν ξέρει να παίζει ή αν τώρα σκέφτεται για πρώτη φορά ότι θέλει να μάθει.
Η τρίτη, γεμάτη όρεξη, σας λέει ότι η φλογέρα για την οποία τόσος θόρυβος έγινε, είναι δικό της δημιούργημα, την έφτιαξε μόνη της και άρχισε να μαθαίνει να παίζει χωρίς να πάει σε ωδείο, αλλά επειδή είχε πολύ μεράκι να απολαύσει τον καρπό του κόπου της.
Η απάντηση σας είναι ελεύθερη, μπορείτε να επιλέξετε να δώσετε την φλογέρα σε όποιο από τα κορίτσια θέλετε, σε όποιο σας έκανε να θαυμάσετε την ικανότητά του, σε όποιο συμπαθήσατε περισσότερο, ή σε όποιο θεωρείτε ότι αξίζει τελικά να ανταμειφθεί για τον κόπο και την προσπάθειά του.
[widget id=”text-6″]
Το παράδειγμα αυτό ανήκει στον Ινδό στοχαστή και νομπελίστα-οικονομολόγο Αμάρτυα Σεν, οποίος στο βιβλίο του «Η ιδέα της Δικαιοσύνης» προσπαθεί να δώσει τη δική του ερμηνεία στο τι τελικά σημαίνει Δικαιοσύνη. Ωστόσο, στόχος αυτών των σκέψεων δεν είναι να κάνουμε μια θεωρητική αναδίφηση στην πολυσήμαντη ιδέα της Δικαιοσύνης αλλά να προσπαθήσουμε να προσεγγίσουμε περισσότερο -ίσως- απτές απαντήσεις στο ερώτημα που ήδη επικρέμεται: Ποιο από τα κορίτσια θα πάρει τη φλογέρα και κυρίως πως όλοι –αν διευρύνουμε την κλίμακα- θα είχαμε τη δυνατότητα να αποκτήσουμε μια φλογέρα.
Και δεν χρειάζεται να μπερδεύεστε: η φλογέρα αυτή έχει πολλά ονόματα. Μπορεί να την λένε εργασία, καλύτερη αμοιβή, καλύτερες συνθήκες ζωής ή όπως εσείς αποφασίσετε να την ονομάσετε.
Αν λοιπόν η σκέψη μας ξεκινάει από το ότι σε μια δίκαιη κοινωνία όλοι θα πρέπει να είχαν –αλλά ω του πράγματος δεν έχουν!- φλογέρες τότε αμέσως μετά ξεδιπλώνεται κι ένα άλλο ερώτημα: πως θα μπορούσαμε να παράγουμε αρκετές φλογέρες για όλους –να παράγουμε δηλαδή περισσότερο πλούτο- αλλά και πως αυτός ο πλούτος θα αποκτηθεί με τέτοιο τρόπο που να μικραίνει αντί να μεγαλώνει τις ανισότητες;
Τυχαίνει να διανύουμε μια εποχή που η παγκοσμιοποιημένη οικονομία περνάει κρίση, πράγμα που σημαίνει ότι μας απομυζά περισσότερο πλούτο απ’ όσο μπορεί να μας επιτρέψει να προσεγγίσουμε, ενώ ταυτόχρονα λόγω των νέων μέσων δικτύωσης και επικοινωνίας όλοι έχουμε τη δυνατότητα να συγκρίνουμε τον εαυτό μας με εκείνους που έχουν ήδη μεγαλύτερη ή μικρότερη πρόσβαση στον πλούτο σε σχέση με εμάς.
Όλοι δηλαδή έχουμε πρόσβαση σε μια πληροφορία που παλαιότερα δεν είχαμε: Μπορούμε να δούμε απλά και μόνο σε μια φωτεινή οθόνη πόσο έχουν οξυνθεί οι ανισότητες. Και γι’ αυτό μπορούμε να οργιστούμε, να νιώσουμε άσχημα γιατί και εμείς ολοένα και περισσότερο χάνουμε μέρος των εισοδημάτων μας –τα επίπεδα της φτώχειας έχουν διευρυνθεί τρομερά- και στο τέλος της ημέρας νιώθουμε ένα και μόνο συναίσθημα: αβεβαιότητα και φόβο για το τι μας ξημερώνει.
Νομίζω πως οι περισσότεροι –και δυστυχώς όχι όλοι- θέλουμε η κατάσταση αυτή να σταματήσει. Όσο περισσότερο διολισθαίνουμε στο φόβο και γινόμαστε κοινωνία χαμηλών προσδοκιών τόσο περισσότερο σκάβουμε με τα χέρια μας τον τάφο του μέλλοντός μας, της όρεξης, της ενέργειας και της δημιουργικότητας μας. Και το κλειδί για να αντιμετωπιστεί αυτή η κατάσταση βρίσκεται στο το τι ακριβώς κάνουμε με τα μυαλά και με τα χέρια μας. Σκάβουμε το λάκκο της συλλογικής μας θυσίας στον φόβο ή προσπαθούμε ανοίξουμε δρόμους πραγματικής ελπίδας;
Το μεγάλο πρόβλημα των κοινωνιών παγκοσμίως δεν είναι ότι γενικώς και αορίστως δεν έχουν πλούτο αλλά ότι η πρόσβαση σ’ αυτόν γίνεται όλο πιο και δύσκολη για τους περισσότερους. Για πρώτη φορά στην παγκόσμια ιστορία το 1% των πλουσίων φτάνει να έχει περισσότερο πλούτο στα χέρια του από το υπόλοιπο 99% του κόσμου. Ακριβώς γι’ αυτό χρειαζόμαστε μια επανάσταση ευκαιριών.
Επανάσταση ευκαιριών σημαίνει δημιουργία ευκαιριών. Σημαίνει παραγωγή πλούτου μέσω κινήτρων για όσους θέλουν να προσπαθήσουν, και να χτίσουν μια καλύτερη πραγματικότητα από αυτή που βιώνουν σήμερα. Επανάσταση ευκαιριών σημαίνει όμως και σύγκρουση με όσους δημιουργούν εμπόδια στην δίκαιη πρόσβαση στη δημιουργία πλούτου, σύγκρουση δηλαδή με τα κλειστά συστήματα.
Αυτά τα κλειστά συστήματα δεν είναι άλλα από τους σύγχρονους προνομιούχους που ενδιαφέρονται αποκλειστικά και μόνο για τον πολλαπλασιασμό της ευημερίας τους επιτείνοντας έτσι τις ανισότητες. Ταυτόχρονα, οι αποκλεισμένοι -το υπόλοιπο 99%- ως μη προνομιούχοι, μπαίνουν στο όλο και πιο βαθιά στο περιθώριο, και για να βγουν η λύση είναι μονόδρομος: τα κλειστά συστήματα πρέπει να ανοίξουν.
Το άνοιγμα των κλειστών συστημάτων προφανώς και δεν μπορεί να το πετύχει μια κλειστή κοινωνία, δηλαδή μια κοινωνία της οποίας οι πολιτικοί και οικονομικοί θεσμοί ανακυκλώνουν τα προνόμιά τους εις βάρος των δικαιωμάτων της μεγάλης πλειοψηφίας των πολιτών. Η μόνη που μπορεί πραγματικά να καταφέρει το άνοιγμα των θεσμών είναι η ανοιχτή κοινωνία.
Η ανοιχτή κοινωνία δεν είναι τίποτα άλλο παρά ο αγώνας να δοθούν ευκαιρίες και κίνητρα σε όλους για να προσπαθήσουν να δημιουργήσουν πλούτο. Και ο πλούτος που δημιουργούν είναι εκείνος που μειώνει και θα μειώνει τις ανισότητες, αρκεί βεβαίως να ανοίξει ο δρόμος όχι για νέους προνομιούχους αλλά για πολίτες με ίση πρόσβαση σε δικαιώματα και ευκαιρίες.
Ανοιχτή κοινωνία ουσιαστικά σημαίνει εμβάθυνση της ποιότητας της Δημοκρατίας η οποία μπορεί να επιτευχθεί μόνο μέσω κινήτρων για δημιουργία πλούτου και εξάλειψη των ανισοτήτων. Σε μια ανοιχτή κοινωνία οι πολίτες μπαίνουν στο επίκεντρο και δεν απωθούνται στο περιθώριο, βασίζονται στις δικές τους δυνάμεις και φτιάχνουν μια αξιοπρεπή ζωή γνωρίζοντας ότι μπορούν να τα καταφέρουν αρκεί να τους δοθεί η δυνατότητα να προσπαθήσουν.
Και φτάνουμε σιγά σιγά στο τέλος, όπου μας περιμένει και μια απάντηση στο μεγάλο ερώτημα που μας έθεσαν στην αρχή τα τρία κορίτσια: Πού θα ήταν πιο δίκαιο να δώσουμε τη φλογέρα; Στην ικανότερη, στην λιγότερο τυχερή, ή σε εκείνη που προσπάθησε, έφτιαξε με τα χέρια της και έμαθε να παίζει;
Αν με ρωτάτε ή έχετε ενδιαφέρον να μάθετε που εγώ θα επέλεγα να δώσω τη φλογέρα η απάντησή μου είναι ότι θα την έδινα στο τρίτο κορίτσι ως αναγνώριση και ανταμοιβή της προσπάθειάς της. Όμως δεν θα σταματούσα εκεί. Αν το έκανα πάλι θα ήμουν άδικος. Θα έδινα και στα άλλα δύο κορίτσια δύο κομμάτια ξύλο για να φτιάξουν και τις δικές τους φλογέρες –εν προκειμένω, όπως ίσως καταλάβατε η «φλογέρα» φτάνει να σημαίνει εκπαίδευση και ηθοπαιδεία. Θα τους έδινα την ευκαιρία να προσπαθήσουν. Αν το ήθελαν πραγματικά θα το έκαναν, και είμαι σίγουρος πως θα το πετύχαιναν.
Γι’ αυτό είναι λοιπόν που χρειαζόμαστε μια επανάσταση ευκαιριών, γιατί η γέφυρα μεταξύ της φτώχειας και της ευημερίας είναι η δύναμη της ευκαιρίας και της προσπάθειας. Και στις σύγχρονες εποχές τα πράγματα είναι κάπως διαφορετικά σε σχέση με τις παλιές –ακόμα και τις εκμοντερνισμένες παλιές. Εμείς είμαστε εκείνοι που πρέπει να δώσουμε μια ευκαιρία στον εαυτό μας για να προσπαθήσει και να πετύχει. Όσο περισσότερο το θέλουμε, τόσο πιο κοντά μας θα έρχεται. Και στο τέλος θα ‘ρθει. Αρκεί να είμαστε σίγουροι ότι μπορούμε να πετύχουμε…