
Γιατί το βιβλίο;
Γιατί, ειδικά τώρα μες τις γιορτές, να διαβάσω ένα βιβλίο; Τι θα μου προσφέρει αυτό; Και γιατί, ακόμα πιο πολύ, να κάνω εγώ δώρο ένα βιβλίο; Δεν ξέρω, ειλικρινά τί είναι αυτό που ακριβώς με ώθησε, εμένα προσωπικά, να μην ενταχθώ στην κουλτούρα της ταινίας και της σειράς, αλλά να εμμείνω τόσο πολύ στο διάβασμα του βιβλίου. Όμως ξέρω τί κέρδισα από αυτό.
Κέρδισα μεσημέρια ησυχίας, ειδικά μέσα στις γιορτές, που καθόμουν στο σαλόνι, μόνος με μια κούπα καφέ. Αναμετριόμουν έτσι, σελίδα τη σελίδα, με τις τυπωμένες λέξεις. Ένιωθα αυτήν την πάλη του μυαλού μου με το χαρτί που άγγιζα και την προσπάθεια αυτή να εκλάβω όλα τα συναισθήματα που είχε ο δημιουργός όταν αποτύπωνε την κάθε λέξη, τελεία στο χαρτί του. Οι λέξεις δεν μπαίνουν σε σειρά επιτηδευμένα, μπαίνουν μόνες τους, ελεύθερες και συνειρμικά δομημένες. Είναι ακριβώς αυτή η μαγεία του βιβλίου, που σε κάνει να θες πριν να το ανοίξεις στο σημείο που έχεις μείνει, να φτιάξεις την ατμόσφαιρα γύρω σου, έτσι, που να ταιριάζει σε αυτή.
Έχω συνδέσει το βιβλίο με τις γιορτές, ίσως γιατί ήταν αυτή μου η προσμονή, να το δω τυλιγμένο κάτω από το δέντρο, ήδη από μικρός. Δεν ξέρω αν αυτό συγκατελέγεται σε κάποιου είδους ανωμαλία⋅ για τους περισσότερους μάλλον ναι. Όμως, σε αντίθεση με την έτοιμη εικόνα, το να δημιουργείς εσύ καθώς διαβάζεις τους χαρακτήρες στο μυαλό σου, με τα χαρακτηριστικά τους, όπως τα θες, με το περιβάλλον τους όπως το φαντάζεσαι, με τη φωνή τους όπως θες να την ακούς, είναι κάτι που μόνο το βιβλίο μπορεί να σου δώσει το δικαίωμα να χτίσεις. Χτίζεις, ουσιαστικά, την ιστορία όπως εσύ την έχεις ή θες να την έχεις στο μυαλό σου, ελέυθερα.

Τα βιβλιοπωλεία είναι μαγικά μέρη.
Τι είναι το βιβλίο;
Το βιβλίο είναι ένας άστατος κόσμος, παράξενης τάξης. Λίγοι μπορούν ή καλύτερα, λίγοι θέλουν, να τον γνωρίσουν και να μπουν στα μαγικά αυτά μέρη που ονομάζονται βιβλιοπωλεία. Κι αυτό κάποιου είδους ανωμαλία είναι μάλλον. Το βιβλίο, για μένα δεν θέλει σεβασμό, αντίθετα απαιτεί θράσος. Αν δεν γυρίσεις τη σελίδα δυναμικά, παρά την προσέξεις, αν δεν το σφύξεις τα χέρια σου την ώρα που οι λέξεις γίνονται δυνατές και ρέουν, δεν θα του έχεις συμπεριφερθεί όπως του αρμόζει.
Ένα είδος υπό εξαφάνιση.
Όμως, είναι αυτή του η λάθος χρήση, η κακώς εννούμενη χρήση του, το βαρετό του περίβλημα, που καθιστά το βιβλίο δύσβατο για πολλούς. Και δεν είναι άδικο αυτό. Το βιβλίο αδυνατεί να μπει στη νέα κοινωνία. Το βιβλίο χάνει, γατί αδυνατεί να γνωρίσει τη νεα γενιά και να την προσελκύσει να το πιάσει στα χέρια της. Αδυνατεί, άρα, κι αυτή με τη σειρά της να αναγνωρίσει την αξία του. Αυτή η αποστασιωποίηση είναι ένα αμοιβαίο φαινόμενο. Το βιβλίο εκλείπει.
Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο, εγώ, πάλι προσωπικά, πάντα επιλέγω ένα βιβλίο για δώρο. Όχι για να το σώσω, αλλά για να το δώσω εκεί που νομίζω ότι χρειάζεται και άρα λείπει η μαγεία. Δεν έχω αυταπάτες. Ξέρω ότι θα καταλήξει στο ράφι, ίσως και αδιάβαστο, αλλά κι αυτό είναι μια μορφή της ελευθερίας που το βιβλίο το ίδιο δίνει. Έτσι κι αλλιώς, οι λέξεις δεν σβήνονται από τις σελίδες του, και οι χαρακτήρες του θα παραμένουν εκεί μη γερνώντας ούτε για μια μέρα.
Μια ιδιόμορφη σχέση.
Για όσο διαβάζω ένα βιβλίο, οι χαρακτήρες του είναι και φίλοι μου. Δημιουργώ μια ιδιαίτερη σχέση μαζί τους συνολικά και επι μέρους με τον καθένα τους ξεχωριστά. Βλέπω από τα μάτια του και άρα διαβάζω με τη σκέψη του δημιουργού τους. Η όλη διαδικασία δεν είναι τίποτα λιγότερο, αλλά και τίποτα περισσότερο από μια επικινωνία του συγγραφέα με τον αναγώστη. Γι’αυτό, μόλις το βιβλίο κλείνει, θες κι άλλο. Θες να δεις τι απέγιναν οι χαρακτήρες, θες να δεις πού κατέληξε η σκέψη τους, θες να δεις αυτό που θα ήθελε να γράψει ο συγγραφέας. Σου λείπουν οι ήρωες, η σχέση που συνάψατε. Αλλά κι αυτό μάλλον μια ακόμη ανωμαλία θα είναι!