
Εκεί που ο νόμος πρέπει να σιωπά
Έχεις αναρωτηθεί για ποιόν λόγο δεν κάνεις κάτι; Ποια είναι εκείνη η δύναμη που σε τραβάει πίσω από μια πράξη που σκέφτεσαι να κάνεις, η οποία όμως δεν πηγάζει από την εσωτερική σου σκέψη; Είναι ο φόβος για την ποινή, για την τιμωρία που αυτή η πράξη επισύρει. Είτε αυτό λέγεται φυλάκιση, είτε πρόστιμο, αποτελεί κίνητρο για να μην δράσεις κατά τρόπο με τον οποίο θα προκαλέσεις κάτι τέτοιο. Αυτή είναι και η «σύμβαση» του νόμου με το άτομο.
Υπάρχει, όμως, κάτι πολύ πιο δυνατό από οποιονδήποτε νόμο και φόβο γι’αυτόν, που είτε σε αποτρέπει είτε σε ωθεί σε μια πράξη. Αυτό το κάτι είναι η ηθική σου. Η ηθική του καθενός από εμάς και το «στίγμα» μας στα μάτια των άλλων. Το πώς δηλαδή, όχι μόνο, φαινόμαστε αλλά και θέλουμε να φαινόμαστε στους άλλους. Αυτού του είδους η λειτουργία, αν και ανεπίσημη ανασταλτική μέθοδος, υπήρξε για πολλούς λαούς, σε διάφορους καιρούς, σε διάφορες κοινωνίες και μέρη, ο νόμος. Ο κύριος νόμος.
Σε πολλές κοινωνίες, συνήθως πιο αυστηρά οργανωμένες στην κοινωνική τους βάση και στην διάνθιση αυτής στις κοινωνικές σχέσεις μεταξύ των μελών τους, ο ηθικός νόμος και το στίγμα που φέρει αυτός που τον παραβαίνει, μετρούν πιο πολύ από ότι ένα πρόστιμο. Η ντροπή λχ για τους Ιάπωνες είναι η ίδια με την ντροπή στην Ελλάδα για το «τι θα πει ο κόσμος». Αυτή η γραφική φράση, έτσι όπως φτάνει σήμερα στα αφτιά μας, μπορεί να αμφισβητείται ως προς την εγκυρότητα και την αναγκαιότητά της στον βαθμό του «κάνω ό,τι θέλω και λογαριασμό δεν δίνω σε κανέναν». Αλλά πώς θα ήταν αν ακριβώς το κάνω ό,τι θέλω είχε απτή επίπτωση στις σχέσεις μας;
Σαφώς και υπάρχουν πράξεις που αν και δεν είναι παράνομες νομικά, είναι ηθικά κολάσιμες πχ μοιχεία, όμως ο ηθικός (άγραφος) νόμος που συνοδεύει κάθε κοινωνία δεν έχει σχηματιστεί από κάποιον άνθρωπο, δεν έχει βάση συμφωνημένης αρχής, δεν είναι κατοχυρωμένος, εντούτοις είναι λογικά απορρέων. Και τι εννοώ με αυτό; Μπορούμε όλοι να καταλάβουμε ότι το να σκοτώσεις κάποιον άνθρωπο είναι ένα από τα ειδεχθέστερα εγκλήματα. Ας μην ξεχνάμε όμως την έννοια της βεντέτας, όπου η σημασία της τιμής βρισκόταν πιο πάνω από την αξία της ανθρώπινης ζωής. Η τιμή είναι ένας κοινωνικός κανόνας. Αναφορές μας λένε πώς οι οικογένειες που εμπλέκονταν σε μια βεντέτα, που είχαν «κρούσματα» μοιχείας κ.ο.κ αποφεύγονταν ως μιαρές από το σύνολο. Αυτή η συμπεριφορά είναι πάλι δημιούργημα της ηθικής δικαιοσύνης.
Δεν συγκρίνω τον φόβο του νόμου με την ηθική αναστολή, γιατί δεν είναι όλοι οι άνθρωποι ηθικοί ακόμα και σε μια κοινωνία «άγραφων» κανόνων, όπως δεν είναι όλοι νομοταγείς ακόμα κι αν ξέρουν πως θα τιμωρηθούν γι’αυτό. Κοιτάω, όμως, κι αυτό με ενδιαφέρει να γίνει κατανοητό, το πώς μια κοινωνία άγραφων νόμων όπως η ελληνική πριν την συστηματική της εκδυτικοποίηση, διατηρεί ακόμα και σήμερα συμπληρωματικά με την έννομη λογική και μια ηθική τάξη. Ξαναλέω και το τονίζω, αυτά πάντα σε γενική βάση. Δεν αναφέρομαι ούτε στον παραβάτη, ούτε στον ανήθικο, γιατί όπως είπα υπήρχαν, υπάρχουν και θα υπάρχουν.
Τελειώνω με μια φράση που ίσως όλοι θα έπρεπε να έχουμε στον νου μας. Ο γραπτός νόμος είναι νόμος γιατί η ηθική του επέτρεψε να «ακουστεί», όπου μιλάει η ηθική, οι νόμοι σιωπαίνουν και θα πρέπει να σιωπαίνουν από μόνοι τους.