Το αναμενόμενο ναυάγιο του Κραν Μοντανά
Σε ένα ακόμη ναυάγιο οδηγήθηκαν οι διαπραγματεύσεις για την επίλυση του Κυπριακού ζητήματος, καθώς οι δύο πλευρές δεν κατέληξαν σε κάποια συμφωνία ,ούτε σημειώθηκε κάποια πρόοδος στις συζητήσεις που έλαβαν χώρα στο Κραν Μοντανά της Ελβετίας, παρουσία και του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ Αντόνιο Γκουτιέρες.
Έτσι έληξαν άδοξα οι συνομιλίες παρά το θετικό κλίμα που είχε διαμορφωθεί όλο το προηγούμενο διάστημα και τις ελπίδες που είχαν γεννηθεί για την επίλυση αυτού του μεγάλου προβλήματος που ταλανίζει το νησί της Αφροδίτης, αλλά και γενικότερα όλη την Ανατολική Μεσόγειο.
Ωστόσο, για την κατανόηση των αιτιών που οδήγησαν σε αδιέξοδο τις διαπραγματεύσεις στις 7/7/2017, κρίνεται αναγκαίο να γίνει μία ιστορική αναδρομή ,διότι μόνο έτσι θα φανούν όλες οι πτυχές του προβλήματος.
Η Κυπριακή Δημοκρατία συστάθηκε με τις συμφωνίες της Ζυρίχης –Λονδίνου το 1959. Σύμφωνα με τις παραπάνω συνθήκες το νέο κράτος θα ήταν ανεξάρτητο. Ως εγγυήτριες δυνάμεις ορίστηκαν οι Μεγάλη Βρετανία, η Ελλάδα και η Τουρκία. Η λύση αυτή ήταν η καλύτερη που θα μπορούσε να πετύχει ο κυπριακός λαός, τη δεδομένη χρονική στιγμή, αφού οι διεθνείς συσχετισμοί δεν επέτρεπαν την ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα.
Το 1974 όμως η κατάσταση εκτραχύνθηκε. Η Χούντα του Ιωαννίδη ,ο οποίος είχε ανατρέψει τον Παπαδόπουλο, επιχείρησε την ανατροπή του δημοκρατικά εκλεγμένου αρχιεπισκόπου Μακαρίου. Αυτή η κίνηση της ελληνικής πλευράς, να συμβάλει στην εγκαθίδρυση του καθεστώτος του Σαμψών, έδωσε την αφορμή στην Τουρκία να εξαπολύσει το σχέδιο <<ΑΤΤΙΛΑΣ>>.
Στις 20/7/1974 πραγματοποιήθηκε στις ακτές της Κερύνειας απόβαση τουρκικού στρατού και στρατιωτικών αεροσκαφών. Η Τουρκία υποστήριξε πως επρόκειτο για ειρηνική επέμβαση, και ότι θα λειτουργούσε ως εγγυήτρια της ανεξαρτησίας της Κύπρου, η οποία είχε καταλυθεί με το πραξικόπημα κατά του Μακαρίου στις 15/7/1974. Η <<εγγυήτρια >> δύναμη κατέλαβε το 36% του κυπριακού εδάφους ,παραβιάζοντας βάναυσα τους κανόνες του διεθνούς δικαίου. Το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ με το ψήφισμα 360/1974 καταδίκασε την εισβολή και την παράνομη στρατιωτική κατοχή, χωρίς ωστόσο να λάβει κάποιο περαιτέρω μέτρο για την παραβίαση των δικαιωμάτων της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Η παράνομη κατοχή συνεχίστηκε από την Τουρκία. Το 1983 όμως η Τουρκία προχώρησε σε ένα ανεπιτυχή ελιγμό, στη σύσταση του ψευδοκράτους της <<Τουρκικής Δημοκρατίας της Βορείου Κύπρου>>, το οποίο όμως δεν αναγνωρίστηκε από κανένα κράτος μετά τα ψηφίσματα (αποφάσεις) 541/1983 και 550/1984 του ΟΗΕ.
Μοναδική φορά που η Άγκυρα φάνηκε να μετακινείται από τις πάγιες θέσεις της και να αποδέχεται μια λύση στη βάση ενός ενιαίου ομόσπονδου–δικοινοτικού κράτους ,ήταν την περίοδο των διαπραγματεύσεων για τι σχέδιο ΑΝΑΝ, το 2003-2004, καθώς τότε στην Τουρκία είχε προσφερθεί το δέλεαρ της ένταξης στην ΕΕ, με την απόφαση του Ελσίνκι το 1999.
[widget id=”text-6″]
Οι ελπίδες για την εξεύρεση λύσης άρχισαν να γεννιούνται μετά την ανάληψη της ηγεσίας του ψευδοκράτους από τον Ακιντζί πριν δύο χρόνια. Ωστόσο παρά τα όσα κατά καιρούς έλεγε ο Τουρκοκύπριος ηγέτης ,όπως για παράδειγμα το 2014, την επιστροφή της περίκλειστης πόλης των Βαρωσιών στους Ελληνοκυπρίους νόμιμους κατοίκους της, ως ένδειξη καλής θέλησης για τη λύση του Κυπριακού, τίποτα δεν έχει γίνει, καθώς έμεινε δεμένος στο <<άρμα >> της Άγκυρας.
Έτσι, λοιπόν, ο <<γόρδιος δεσμός >>, που ονομάζεται Κυπριακό παρέμεινε άλυτος, παρά τις ελπιδοφόρες διαπραγματεύσεις που έλαβαν χώρα στην Ελβετία το τρέχον έτος, καθώς το μόνο που αποδείχθηκε ήταν η αδιαλλαξία της τουρκικής πλευράς. Πιο συγκεκριμένα στο Κραν Μοντανά της Ελβετίας θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι η Άγκυρα έχασε το οποιοδήποτε ηθικό πλεονέκτημα που είχε αποκτήσει με τη στάση της κατά τις διαπραγματεύσεις για το σχέδιο ΑΝΑΝ.
Οι ευθύνες της Τουρκίας για το νέο ναυάγιο είναι ολοφάνερες . Οι αποτυχία των διαπραγματεύσεων οφείλεται αποκλειστικά στην άκαμπτη στάση της τελευταίας απέναντι στα δίκαια αιτήματα της ελληνοκυπριακής πλευράς, σχετικά με την άρση του καθεστώτος των εγγυήσεων και την απομάκρυνση των κατοχικών τουρκικών στρατιωτικών δυνάμεων.
Η πρόταση της Τουρκίας για παρουσία στρατευμάτων της στη μεγαλόνησο ,μόνο απαράδεκτη θα μπορούσε να χαρακτηριστεί. Η Κυπριακή Δημοκρατία είναι ένα ανεξάρτητο κράτος και σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να υποστηριχθεί πως η εκχώρηση μέρους της κυριαρχίας συμβαδίζει με το Διεθνές Δίκαιο.
Επιπροσθέτως, μια ακόμη περίτρανη απόδειξη, ότι η τουρκική πλευρά ήρθε αποφασισμένη να τινάξει τις συζητήσεις στον αέρα, είναι οι δηλώσεις του Τούρκου Υπουργού Εξωτερικών Τσαβούσογλου, ο οποίος τρεις μέρες πριν είχε ωμά αποκαλύψει τη θέση της Άγκυρας ,σύμφωνα με την οποία η Τουρκία <<χρειάζεται τα δικαιώματα αυτά (τις εγγυήσεις ) προκειμένου να μπορεί να επεμβαίνει σε όλη την Κύπρο, όποτε η ίδια το κρίνει σκόπιμο>>. Η παραπάνω θέση εκφράστηκε και κατά τη διάρκεια του δείπνου της 6ης Ιουλίου.
Έχοντας υπόψη του κάποιος ,όλα τα παραπάνω είναι σε θέση να αντιληφθεί τη φαιδρή προσπάθεια της τουρκικής πλευράς να επιρρίψει της ευθύνες στην δήθεν αδιαλλαξία του Έλληνα Υπουργού Εξωτερικών Νίκου Κοτζιά, ο οποίος , μαζί με τον πρόεδρο Αναστασιάδη, υπερασπίστηκε τα σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο αιτήματα της Κυπριακής Δημοκρατίας. Πόσο δε μάλλον όταν καθ’ όλη τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων ο ηγέτης -μαριονέτα Ακιντζί ήταν αυτός, που λειτουργούσε ολοφάνερα υπέρ της Άγκυρας, φαλκιδεύοντας την όλη προσπάθεια.
Είναι φανερό urbi et orbi ότι η απομάκρυνση της Τουρκίας από την ιδέα της ένταξής της στην ΕΕ, έχει μεταβάλει και τη στάση της γείτονος χώρας απέναντι στο Κυπριακό. Η Άγκυρα δεν είναι πλέον πρόθυμη να θυσιάσει τα πλεονεκτήματα που έχει αποκτήσει στην περιοχή από την παράνομη κατοχή του βορείου τμήματος της Κύπρου, κάτι το οποίο αποδεικνύεται τόσο με τις δηλώσεις του Τούρκου Υπουργού Εξωτερικών, όσο και των δηλώσεων του ίδιου του προέδρου Ταγίπ Ερντογάν στη διάρκεια της συνόδου των G20, όπου και έγιναν δηλώσεις περί σχεδίου Β ή και Γ σχετικά με το Κυπριακό, και λύσης που θα έρθει χωρίς τη συμβολή του ΟΗΕ.
Δεδομένων, βέβαια, και των ερευνών για υδρογονάνθρακες ανοιχτά της Κύπρου, η Άγκυρα προσπαθεί να επωφεληθεί όσο το δυνατόν περισσότερο , από την παράνομη κατοχή της βόρειας Κύπρου.
Μπροστά σε αυτή τη στάση της Τουρκίας η Κυπριακή Δημοκρατία και η Ελλάδα οφείλουν να αντιδράσουν ψύχραιμα και να μην ενδώσουν στις παράλογες και παράνομες απαιτήσεις της Άγκυρας. Η Τουρκία παραβίασε το άρθρο 2 παρ 4 του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών το 1974 κάθε συζήτηση κρίνεται απαραίτητο να αρχίζει από αυτή τη βάση.
Εν κατακλείδι, είναι αδήριτη ανάγκη η Διεθνής κοινότητα να δώσει λύσει σε αυτό το ζήτημα που κρέμεται ως δαμόκλειος σπάθη πάνω από το δικαίωμα ενός λαού να καθορίσει ελεύθερα την τύχη του, χωρίς καμία Τουρκία που θα λειτουργεί ως <<δερβέναγας>> σε ξένα χωράφια. Η Κύπρος δικαιούται να ζητά τον τερματισμό της παράνομης κατοχής του βορείου τμήματος της και οφείλει να αγωνιστεί για να τον πετύχει. Όσο για το ναυάγιο του Κραν Μοντανά μόνο απροσδόκητο δεν ήταν, και η τουρκική πλευρά βγαίνει από τις διαπραγματεύσεις έχοντας πάρει το βάρος της ευθύνης.