Τσερνόμπιλ: 30 χρόνια μετά την πυρηνική καταστροφή

Στις 26 Απριλίου 1986, 1:23π.μ., σημειώνεται το καταστροφικό πυρηνικό ατύχημα , στον αντιδραστήρα Νο.4 του Πυρηνικού Σταθμού Παραγωγής Ενέργειας «Βλαντιμίρ Ίλιτς Λένιν», του Τσερνόμπιλ. Ο σταθμός βρίσκεται στην πόλη Πρίπυατ, της πρώην Σοβιετικής Ένωσης, σήμερα στο έδαφος της Ουκρανίας.

Η καταστροφή του Τσερνόμπιλ, αποτελεί ένα από τα καταστροφικότερα πυρηνικά ατυχήματα, όσον αφορά στις συνέπειες του. Αποτελεί το ένα από τα δύο μόνο ατυχήματα που έχουν καταγραφεί  ως γεγονότα επιπέδου 7 ,το υψηλότερο επίπεδο, στη Διεθνή Κλίμακα Πυρηνικών Γεγονότων, με το έτερο  να είναι το ατύχημα της Φουκοσίμα, την άνοιξη του 2011 στην Ιαπωνία.

Το ατύχημα έλαβε χώρα κατά τη διάρκεια προγραμματισμένων εργασιών ενός πείραμα για τον έλεγχο των συστημάτων ασφαλείας. Στο πλαίσιο του πειράματος, οι τεχνικοί έκλεισαν τα αυτόματα συστήματα ρύθμισης της ισχύος της τέταρτης μονάδας του σταθμού, καθώς και τα συστήματα ασφαλείας, αφήνοντας ωστόσο τον αντιδραστήρα να λειτουργεί με το 7% της ισχύος του. Στη 1:23 το πρωί, η αλυσιδωτή αντίδραση στον τέταρτο αντιδραστήρα προκάλεσε διαδοχικές εκρήξεις, οι οποίες τίναξαν στον αέρα το ατσάλινο κάλυμμα του αντιδραστήρα, βάρους χιλίων τόνων. Τεράστιες ποσότητες ραδιενεργού υλικού σκορπίστηκε στον αέρα, μέσω του οποίου μεταφέρθηκε στις γύρω περιοχές με ταχείς ρυθμούς.

Τη στιγμή του ατυχήματος μόνο, τη ζωή τους έχασαν 31 άνθρωποι. Όμως, από το 1986 έως σήμερα έχουν χάσει τη ζωή τους περισσότεροι από 25.000 στρατιώτες και πολίτες από την Ουκρανία, τη Ρωσία, τη Λευκορωσία και άλλες Δημοκρατίες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης, οι οποίοι εστάλησαν στις εργασίες αποκατάστασης του σταθμού.

Τα επίπεδα ραδιενέργειας στις πλέον μολυσμένες περιοχές του εργοστασίου έχει υπολογιστεί ότι έφτασαν τα 5,6 Ρέντγκεν ανά δευτερόλεπτο (Ρ/δ), τα οποία ισοδυναμούν με 20.000 Ρέντγκεν ανά ώρα (Ρ/ω). Καθώς η θανάσιμη δόση είναι 500 Ρέντγκεν σε 5 ώρες, μη προστατευμένοι εργαζόμενοι έλαβαν μοιραίες δόσεις μέσα σε λίγα μόλις λεπτά. Την επόμενη του ατυχήματος,  η κυβερνητική επιτροπή που το ερευνούσε, αναγκάστηκε, λόγω των υψηλών επιπέδων ραδιενέργειας, να επιβεβαιώσει την καταστροφή του αντιδραστήρα και να προβεί σε εκκένωση της κοντινής πόλης Πρίπυατ.

Η εκκένωση ξεκίνησε στις 2:00μμ της 27ης Απριλίου. Για να μειωθούν οι αποσκευές, ειπώθηκε στους κατοίκους ότι η εκκένωση ήταν προσωρινή, διάρκειας περίπου τριών ημερών. Ως αποτέλεσμα, στο Πρίπυατ παραμένουν ακόμα προσωπικά αντικείμενα, τα οποία δεν θα μπορέσουν ποτέ να μετακινηθούν λόγω της ραδιενέργειας, δημιουργώντας έτσι μια πόλη φάντασμα.

Σύμφωνα με τον ΟΗΕ, περίπου 8,4 εκατομμύρια άνθρωποι  έχουν εκτεθεί στη ραδιενέργεια, από την οποία έχει μολυνθεί έκταση 150.000 τετραγωνικών χιλιομέτρων. Τετρακόσιες χιλιάδες άνθρωποι εγκατέλειψαν τις εστίες τους, αλλά περίπου 6 εκατομμύρια εξακολουθούν να ζουν σε μολυσμένες ζώνες.

Ο απολογισμός του ατυχήματος δεν έχει ακόμα κλείσει, μέχρι σήμερα επηρεάζει τη ζωή στην ανατολική Ευρώπη, καθώς εκτιμάται ότι η ραδιενεργή ύλη που εξαπέλυσε η έκρηξη είναι τετρακόσιες φορές περισσότερη από αυτή της έκρηξης της ατομικής βόμβας στη Χιροσίμα.

Από τότε, γίνεται ένα εμπόριο φρίκης μέσω εικόνων που βγαίνουν στη δημοσιότητα, και απεικονίζουν τον αντίκτυπο της έκρηξης σε ανθρώπους, ζώα και φυτική ζωή στη ευρύτερη περιοχή της ανατολικής Ευρώπης. Τα ραδιενεργά υπολείμματα συνδέονται με την εμφάνιση πολλών ασθενειών, μεταξύ αυτών καρκίνο του θυρεοειδούς αλλά και ψυχολογικές διαταραχές που πηγάζουν από τον φόβο που έχει συνειδησιακά καλλιεργηθεί σχετικά με τις επιπτώσεις της ραδιενέργειας, με τις οποίες μάλιστα έχει συνδεθεί και μαζικό κύμα αιτήσεων εκτρώσεων, ιδίως σε σκανδιναβικές χώρες.

Το μοιραίο εργοστάσιο του Τσερνόμπιλ έκλεισε οριστικά το Δεκέμβριο του 2000, ύστερα από διεθνείς πιέσεις που δέχθηκε η κυβέρνηση της Ουκρανίας και υπό το φόβο νέων πιθανών εκρήξεων στους πεπαλαιωμένους αντιδραστήρες του. Τον Σεπτέμβριο του 2007, η Ουκρανία ενέκρινε την κατασκευή ατσάλινου κελύφους πάνω από τον κατεστραμμένο αντιδραστήρα του Τσερνόμπιλ, σε αντικατάσταση της υπάρχουσας σαρκοφάγου, η οποία κινδυνεύει από κατάρρευση. Η κατασκευή χρηματοδοτείται από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Ανοικοδόμησης και Ανάπτυξης και εκτιμάται ότι θα ολοκληρωθεί το 2017.

Κοινή χρήση:

Αφήστε ένα σχόλιο