Το μέλλον του παρελθόντος ή το παρόν του μέλλοντος;
Τα τελευταία χρόνια η ελληνική κοινωνία αναμετράται με τον εαυτό της.
Η αναμέτρηση αυτή έχει ξεφύγει απ’ τους απλούς προβληματισμούς που δοκιμάζει κάθε κοινωνία σε ομαλές περιόδους και έχει προσλάβει χαρακτηριστικά ιστορικής σημασίας που καθορίζουν και θα καθορίσουν το κοντινό και το μακρινό μέλλον μας.
Η κοινωνική, πολιτική και οικονομική πραγματικότητα το δείχνουν με σαφήνεια. Αρνούμαστε να απαντήσουμε ευθέως, οριστικά και ειλικρινά στα δύσκολα και βασανιστικά ερωτήματα που μας τίθενται. Αρνούμαστε να συνειδητοποιήσουμε την πραγματικότητα. Νιώθουμε άβολα και ιδρώνουμε κάθε φορά που καλούμαστε να απαντήσουμε χωρίς περισπασμούς στα ακρογωνιαία και θεμελιώδη ζητήματα που επιμένουν να μας κοιτούν στα μάτια.
Το παρελθόν.
Οι τελευταίοι εφτά μήνες διακυβέρνησης και διαπραγμάτευσης κατέδειξαν με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο ότι η χώρα, η οικονομία και η κοινωνία δεν επιζούν χωρίς μνημόνια. Χωρίς την χρηματοδοτική συμβολή της Ευρώπης η Ελλάδα θα εκπαραθυρωνόταν από τον σύγχρονο ανεπτυγμένο κόσμο. Θα μαράζωνε όχι απλά ως ουραγός της Δύσης αλλά ως ξεπεσμένη επαρχία της Ανατολής.
Ακριβώς γι’ αυτό το λόγο τα ερωτήματα που κρέμονται σαν καλοακονισμένα κοντάρια πάνω απ’ τα κεφάλια μας έχουν μοναδική ιστορική σημασία. Και ευτυχώς το καταλάβαμε, έστω και αργά.
Αν στραγγίξουμε το νόημα των τελευταίων εφτά μηνών και θελήσουμε να βγάλουμε ένα ουσιώδες πολιτικό συμπέρασμα θα καταλήγαμε πως είτε το μνημόνιο το φέρνει η αριστερά, είτε η δεξιά, είτε ο οποιοσδήποτε ένα γίνεται απόλυτα σαφές ότι: η αναγκαιότητα ξεπερνά την επιθυμία. Και αυτό δεν αρέσει σε κανέναν. Πρωτίστως σε εκείνον που διαψεύδονται οι επιθυμίες του, είτε καλλιεργήθηκαν είτε καλόπιστα είτε όχι.
Δεν μπορούμε να ξεφύγουμε απ’ την πραγματικότητα, γιατί τα γεγονότα είναι ξεροκέφαλα όπως μας θυμίζει ο Λένιν. Η κρίση έφερε το μνημόνιο, κι όχι το μνημόνιο την κρίση. Ακριβώς γι΄αυτό το ψευδές δίλημμα μνημόνιο-αντιμνημόνιο ηττήθηκε παταγωδώς. Γιατί στην ουσία, στην ρίζα του ήταν ευθύς εξαρχής απατηλό.
Ακόμα και αν η ακραία εθνικιστική προπαγάνδα του μίσους θεωρεί τον εαυτό της «αντιμνημονιακό» και προσπαθεί με συνωμοσιολογικά ψευδοεπιχειρήματα να καλύψει τα κενά αέρος που υπάρχουν στο κεφάλι της, η δύναμη της αλήθειας είναι ισχυρότερη.
Ακόμα κι αν ορισμένοι γραφικοί, συνεπείς με ακρίβεια στα ψεύδη, επαναλαμβάνουν ανήθικα την διελκυστίνδα της αυταπάτης, ακόμα και το εξακολουθούν να το παίζουν δήθεν «αντιμνημονιακοί», το μνημόνιο είναι εδώ και μας περιμένει να το εφαρμόσουμε.
Και στο σημείο αυτό να θυμίσω πως ο Μάρξ έλεγε ότι κανείς δεν δημιουργεί μεγάλες αυταπάτες αν ο ίδιος δεν είναι το πρώτο θύμα τους..
Το παρόν.
Τα ψέματα τελείωσαν.
Η κάθε κίνηση που κάνουμε από εδώ και πέρα έχει ξεχωριστό βάρος. Όσο και αν η ψυχολογία μας απομυθοποιεί και αντιλαμβάνεται πεζά την καθημερινότητα αυτό σε καμία περίπτωση δεν σημαίνει πως κάθε τι που κάνουμε –είτε έχουμε συνειδητοποιήσει τις συνέπειες του είτε όχι -χάνει αυτόν τον καθοριστικό του χαρακτήρα. Κάθε μας κίνηση διαμορφώνει το μέλλον μας. Γι’ αυτό απαιτείται νηφαλιότητα και προσεκτικά βήματα και όχι απεραντολογία και άλματα στο κενό. Μόνο έτσι θα σταματήσουμε να είμαστε πεφτοσυννεφάκηδες και θα διεκδικήσουμε τη θέση που μας αξίζει.
Το μέλλον.
Ο κίνδυνος που προβάλλει στο μέλλον είναι ένας, οι πτυχές του όμως είναι πολλές. Ο κίνδυνος αυτός δεν είναι τίποτα χειρότερο απ’ την αναβίωση των λαθών του παρελθόντος στο μέλλον.
Συγκεκριμένα ο κίνδυνος αυτός είναι να επιμένει ο ΣΥΡΙΖΑ στην αυτοδυναμία ή τουλάχιστον στην κυβερνητική συμπόρευση με το κόμμα Καμένου –αν αυτό μπει στη βουλή, να αρνείται κάθε άλλη συνεργασία και όταν έρθει ώρα εφαρμογής των ψηφισμένων μνημονιακών μέτρων, να βαρέσει πιστολιά και να παραδώσει τη χώρα στο έλεος…της λαφαζανικής υποενότητας. Και έτσι να έχουμε μία δριμεία επαναφορά της πολιτική αβεβαιότητας, του σεναρίου του προσωρινού Grexit από τους ακραίους συντηρητικούς ευρωδιαλυτικούς κύκλους και τηςν επιβεβαίωση της οριστικής αδυναμίας μας να εφαρμόσουμε τα συμπεφωνημένα.
Οι πιθανότητες να επαληθευτεί αυτός ο κίνδυνος είναι κατά τη γνώμη μου λίγες, ωστόσο είναι υπαρκτές.
Απ’ την άλλη πλευρά, υπάρχει και μια άλλη ανάγνωση της πραγματικότητας η οποία φαίνεται όχι απλά πειστικότερη αλλά επιβεβλημένη απ’ τις ίδιες τις συνθήκες. Αν υποθέσουμε πως ο κίνδυνος που περιγράψαμε πιο πάνω –και δεν θέλουμε να συμβεί- δεν θα συμβεί, θα πρέπει λογικά να υπάρχει μια άλλη λύση που θα τον εξουδετερώσει. Και η λύση αυτή είναι η συστράτευση όλων των προοδευτικών φιλοευρωπαϊκών δυνάμεων που αψηφώντας το πολιτικό κόστος θα πάρουν την ευθύνη και θα μας βγάλουν στο ξέφωτο. Είναι το άνοιγμά μας ως κοινωνία, απ’ το δύσκολο παρόν στο ελπιδοφόρο μέλλον.
Πρώτος ο Σύριζα –τώρα που είναι λαβωμένος- θα πρέπει να γίνει το πρότυπο της ενότητας και της ευρωπαϊκής πορείας της χώρας. Μιας πορείας που θα αντιλαμβάνεται την πραγματικότητα με στόχο να την αλλάξει. Μιας πορείας που θα αποδέχεται την Ευρώπη και θα μάχεται για να την βελτιώσει, να την κάνει καλύτερη, κοινωνικότερη και σοβαρότερη. Αυτό είναι το στοίχημα του Σύριζα αλλά και όλων των πραγματικά προοδευτικών δυνάμεων. Αυτή η στροφή στην υπευθυνότητα δεν θα είναι κωλοτούμπα, αλλά δημιουργική ώθηση στο μέλλον. Ιδού η Ρόδος, ιδού και το πήδημα…