Στυλιανός Παττακός, 104 Πραξικοπηματίας

Ένας άνθρωπος που άφησε, βαθιά, το στίγμα του στη σύγχρονη ιστορία της Ελλάδας έφυγε από τη ζωή.

Άλλη μια φορά το χρονοντούλαπο της ιστορίας ανοίγει δελεαστικά μπροστά μας. Στις 8 Οκτωβρίου του 2016, ετών 104, ο Στυλιανός Παττακός, άφησε την τελευταία του πνοή, μαζί με πολλές σελίδες σκοτεινής -ή για κάποιους όχι- ελληνικής ιστορίας, στη μονοκατοικία του στα Πατήσια. Μία ιστορία δίκοπο μαχαίρι. Μια προσωπικότητα διφορούμενη. Ένας αδίστακτος δικτάτορας κι ένας σπουδαίος στρατηγός.

Διαβάζοντας την είδηση του θανάτου του, η πρώτη εικόνα που δημιουργήθηκε στο μυαλό μου ήταν ενός ταλαιπωρημένου γεράκου, σ ένα άδειο δωμάτιο με μια παλιά πολυθρόνα να περιμένει υπομονετικά τον μαυροντυμένο κύριο Θάνατο. Κατόπιν, να συμφιλιώνεται μαζί του και να τον ακολουθεί, έχοντας φτάσει το πλήρωμα του χρόνου. Αμέσως ορθώθηκε μέσα μου μια άγρια, δυνατή φωνή που κουνούσε το δάχτυλο και υπογράμμιζε με φωσφορούχο τις γραμμές εκείνες της ιστορίας, όπου ο κύριος Παττακός έγραψε το όνομα του με βαθύ κόκκινο χρώμα, θαρρούσες πως το χάραξε με αίμα όσο το κοιτούσες.

Ας κάνουμε, λοιπόν, μια αδιάκριτη βόλτα στη ζωή και το έργο του Στυλιανού Παττακού, του ενός από τους τρείς.

104 χρόνια πριν ( 8/11/1912), σε ένα χωριό του Ρεθύμνου, ήρθε στη ζωή ο Στυλιανός Παττακός. Απόφοιτος της Σχολής Ευελπίδων, πολέμησε στο ελληνοϊταλικό μέτωπο και έλαβε μέρος στα Δεκεμβριανά, επί Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, καθώς επίσης, επέδειξε αντιστασιακή (!) δραστηριότητα, κατά την περίοδο της Κατοχής στην Ελλάδα. Διετέλεσε διοικητής σε μονάδα τεθωρακισμένων στη διάρκεια του εμφυλίου και παρασημοφορήθηκε πολλάκις εν καιρώ ειρήνης για τα κατορθώματα και την εθνικοφροσύνη του.

[widget id=”text-6″]

Εθνικόφρων και πολεμοχαρής, καθώς ήταν, η συμμετοχή του στο πραξικόπημα της 21ης Απριλίου, μοιάζει αυταπόδεικτη – στη δική μου, τουλάχιστον, λογική. Από το 1967 έως και το 1973 η πολιτική του δραστηριότητα υπήρξε έντονη. Ως ο δεύτερος από τους τρεις (Παπαδόπουλος, Παττακός, Μακαρέζος), τον Απρίλιο του 1967,  μετά την εκδήλωση του πραξικοπήματος, ανέλαβε καθήκοντα Υπουργού Εσωτερικών, έως και το 1971, οπότε ανακηρύχτηκε Αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης, μέχρι το 1973. Αποτελούσε σπουδαιότατο μέλος της κυβέρνησης, καθώς ως διοικητής του Κέντρου Εκπαιδεύσεως Τεθωρακισμένων, ήλεγχε όλες τις μονάδες που ήταν απαραίτητες για την κατάληψη και τη διατήρηση της εξουσίας δια της βίας.   

Η ανατροπή του καθεστώτος, τον βρίσκει στην Κέα, όπου στάλθηκε μετά την σύλληψη του και στη συνέχεια, προφυλακίζεται τον Ιανουάριο του 1975. Το δικαστήριο τον έκρινε ένοχο εσχάτης προδοσίας και του επέβαλε την ποινή του θανάτου, η οποία μετατράπηκε, όμως, σε ισόβια κάθειρξη. Αποφυλακίστηκε προτού εκτίσει την ποινή του, λόγω «ανηκέστου βλάβης της υγείας του» και ως το τέλος της ζωής του διατεινόταν αδιαπραγμάτευτα κατά της δημοκρατίας, υπερασπίζοντας, μάλιστα, τις εκδηλώσεις βίας και τρομοκρατίας της χουντικής δύναμης, με τη φράση «Τα ήθελαν και τα έπαθαν» .  

Διαβάζοντας αυτές τις σύντομες πληροφορίες για τη ζωή αυτού του ανθρώπου ένας έντονος προβληματισμός βρισκόταν διάχυτος στη σκέψη μου. Πώς γίνεται ένας «εθνικόφρων» να βρίσκεται κατηγορούμενος για «εσχάτη προδοσία» από το ίδιο το έθνος για το οποίο μεριμνούσε με τόσο ζήλο; Πώς αλλάζει μια έννοια μέσα στην ιστορία, αναλόγως με το ποια σελίδα διαλέγεις να κοιτάξεις; Το ποιος τελικά έχει δίκιο, και φυσικά το τι σημαίνει να έχεις δίκιο. Πάντως σίγουρα όχι, το να μπορείς να βασανίζεις, να διώκεις ή έστω να περιθωριοποιείς, εκείνους που –σύμφωνα με τα τανκς- έχουν το άδικο.

Δε νομίζετε;

Κοινή χρήση:

Αφήστε ένα σχόλιο