Μήπως είσαι…πολίτης;
Σήμερα φιλοδοξώ, αγαπητές μου αναγνώστριες και αναγνώστες (κατά το «Ελληνίδες και Έλληνες») να μπω σε βαθιά νερά. Νερά όχι απαραιτήτως αχαρτογράφητα αλλά αρκετά θολά. Ιδιαίτερα αν λάβω υπόψη τον κομφουζιονισμό, το μπέρδεμα δηλαδή που επικρατεί, που το μόνο που κάνει είναι να μας συγχύζει και να ρίχνει όλο και περισσότερη στάχτη στα μάτια μας, τότε μόνο καταλαβαίνω πως αυτή η κατάδυση σε έναν -φαινομενικά- χαώδη ωκεανό πληροφοριών, γνώσεων, αληθειών και πραγματικότητας γίνεται ιδιαίτερα απαιτητική.
Γι΄αυτό το λόγο χρειάζομαι οξυγόνο, για να μπορέσει η κατάδυση να έχει χρονική άνεση, ποιότητα και επάρκεια. Και το οξυγόνο μου θα είστε εσείς –yes, εσύ που διαβάζεις τώρα αυτές τις γραμμές. Και το οξυγόνο μου θα είστε εσείς, αν διαβάσετε προσεκτικά τις σκέψεις μου, αν καταλάβετε τι κρύβω πίσω απ’ αυτές, κι αν τελικά αφοσιωθείτε στη λεπτομέρεια της ανάλυσης. Να μην τα πολυλογώ όμως. Αν δεν καταλάβεις τι λέει παρακάτω, τζάμπα τα διάβασες.
Και ιδού το αποψινό θέμα: Ποια είναι η σχέση πολίτη και πολιτικού; Μπας και φιάχνει ο πολίτης τον πολιτικό ή μήπως ο πολιτικός χτίζει τον πολίτη με τα υλικά που αυτός επιλέγει, με τους τρόπους που αυτός θέλει; Και ποια είναι η θέση του πολίτη –δηλαδή της ραγδαίας πλειοψηφίας ημών και υμών- μέσα στη σημερινή κατάσταση, στη σημερινή Δημοκρατία μας; Μας ενδιαφέρει εν τέλει αν κινδυνεύει ο πολίτης έξω απ΄ την Δημοκρατία ή αν γενικά και αόριστα κινδυνεύει η Δημοκρατία έξω απ’ τον πολίτη; Αυτά και κάμποσα άλλα… Προσδεθείτε!
Πρώτα απ’ όλα να ξεκαθαρίσω ότι ο πολίτης δεν είναι οπωσδήποτε πολιτικός αλλά ο πολιτικός είναι αναγκαστικά και πολίτης. Δηλαδή όλοι είμαστε πολίτες αλλά δεν είμαστε όλοι πολιτικοί. Όλοι μας έχουμε χρέος να ασχολούμαστε με τα ζητήματα που επηρεάζουν εκτός από μας και το διπλανό μας, που έχουν συνέπειες για τον φίλο, το γείτονα, τον γνωστό αλλά και τον άγνωστο που υποφέρει κυρτωμένος απ΄ το κρύο στα πεζοδρόμια. Έλα που όμως αυτό δεν είναι μια θεωρητικούρα για να περνάει η ώρα, αλλά η καρδιά της Δημοκρατίας.
Μη μου ζητάς μετά εσύ που δεν συμμετέχεις καν στις διαδικασίες της έμμεσης Δημοκρατίας, αμεσοδημοκρατικές διαδικασίες, του τύπου: θα αποφασίσει η γειτονιά, σε παλλαϊκή συγκέντρωση, για τα βάρβαρα-αντιλαϊκά μέτρα που τυραννούν… και το γνωστό ποίημα! Βέβαια αναφέρομαι στις ακροαριστερές των ακροαριστερών τάσεων, και δεν υπονοώ κόμματα που έχουν αποδεχτεί τον κοινοβουλευτισμό,και μπράβο τους!
Αυτό όμως που είπαμε παραπάνω –οι πολιτικοί είναι πολίτες, αλλά οι πολίτες όχι αναγκαία πολιτικοί- δεν αναιρεί τις ευθύνες του πολίτη αλλά μας δείχνει ότι ο πολιτικός συγκεντρώνει πολλές περισσότερες εντολές –ηθικού και μη τύπου- από τους υπόλοιπους συμπολίτες τους. Στην ουσία ο όρος “ανενεργός” πολίτης δεν υπάρχει. Ο πολίτης -αν είναι πολίτης, κι όχι απλό άτομο- είναι ταυτόχρονα κι ενεργός. Ή ασχολείσαι με το παρόν και το μέλλον το δικό σου, των παιδιών σου ή δεν σε νοιάζει τίποτα, κανείς παρά μονάχα το κοινωνικά απονευρωμένο “εγώ” σου.
Ως πολίτες, ο καθένας ξεχωριστά, κρατάμε στα χέρια μας έναν κόκκο ευθύνης, την ψήφο μας. Ως πολίτες όλοι μαζί -σε ξεχωριστές όμως κοινωνικές ομάδες- δημιουργούμε λόφους ευθύνης. Αυτούς τους λόφους -που είναι όλοι οι κόκκοι- της ευθύνης τους εναποθέτουμε στις πλάτες -όχι στις τσέπες- των πολιτικών μας. Δηλαδή στη σημερινή κακοφορμισμένη μεν αλλά Δημοκρατία μας, ο πολίτης κρατά στα χέρια του δύο όπλα. Το ένα είναι η ψήφος του, έκφραση της βούλησης του στις εκλογές. Το όμως άλλο ποιο είναι;
Αν ψήφος μας είναι η κορυφή του παγόβουνου, τότε η ελευθερία διαμόρφωσης του που και γιατί θα την ρίξω, είναι όλο το υπόλοιπο παγόβουνο. Η ελεύθερη και ανεμπόδιστη δηλαδή έκφραση της προσωπικής μου πολιτικής θέλησης τη στιγμή των εκλογών είναι ένα –καθόλου αυτονόητο, δείτε τι συμβαίνει σε άλλες «Δημοκρατίες», πχ Β. Κορέα- άλμα ποιότητας που έχει πετύχει η σημερινή κακοφορμισμένη ξαναλέω, αλλά Δημοκρατία μας. Το πρόβλημα όμως ποιο είναι; Τι να την κάνω την ελευθερία της άσκησης του εκλογικού μου δικαιώματος όταν δε με άφησαν να διαμορφώσω ελεύθερα τη βούληση μου; Δηλαδή ποιος ο λόγος να μπορώ όντως να ψηφίσω το χ κόμμα, αλλά λίγο πιο πριν αυτό το χ κόμμα να με εκβιάζει –βλ. τα αγαπητά μας ΜΜΕ- να το ψηφίσω; Αυτά για προβληματισμό.
Τώρα πάμε στο ωραίο της βραδυάς: ο πολιτικός διαμορφώνει τον πολίτη ή πολίτης τον πολιτικό; Κάτι που είναι πολύ πιο ιντριγκαδώρικο από την κυκλική διαδικασία γένεσης της κότας από το αυγό της και τούμπαλιν. Θα υποστηρίξω λοιπόν ότι οι πολίτες ευθύνονται κυρίως για τους πολιτικούς που έχουν –δε σταματάω όμως εδώ. Και αντιστρόφως οι πολιτικοί ευθύνονται σε έναν -σοβαρότατο- βαθμό για τους πολίτες που «υπηρετούν». Ας δούμε τα εξής: Ποιός εκφράζει τα πολιτικά αιτήματα; Ποιός το κάνει πρώτος; Ο πολίτης ή ο πολιτικός; Μήπως ο πολιτικός αντιλαμβάνεται τα αιτήματα της κοινωνίας και μετά τα εκφράζει; Ή μήπως ο πολιτικός δημιουργεί τα αιτήματα και μετά τα υιοθετεί σα να ‘ναι δικά της η κοινωνία;
Θα πρέπει να είμαστε ιδιαίτατα προσεκτικοί γιατί η περιπλοκή του πολιτικού βίου είναι απέραντη. Οι περισσότεροι -παρασυρμένοι απ’ τον συναισθηματικό οίστρο- βγαίνουν offside θαρρώ, κάνοντάς το βέβαια είτε ασυναισθήτως είτε εσκεμμένα. Γι αυτό επαφίεμαι στον ορθολογισμό σας. Στο θέμα μας όμως: Κάνει ο πολίτης τον πολιτικό ή ο πολιτικός τον πολίτη. Υποστηρίζω το προφανές: Τίποτα ξεχωριστό από τα δύο. Γιατί; Γιατί αλληλοδιαμορφώνονται. Eίναι μια διαδικασία αλληλένδετη. ΚΑΙ ο πολίτης διαμορφώνει τον πολιτικό ΚΑΙ ο πολιτικός τον πολίτη.
Αυτό που πρέπει να δούμε είναι ποιος και σε ποιο βαθμό έχει τα πρωτεία. Εδώ υπογραμμίζω ότι ο πολίτης έχει τον πρώτο και κύριο λόγο. Εμείς πάμε μπροστά τη χώρα, εμείς την πάμε και πίσω. Αν οι πολίτες δεν επιλέξουν έναν συγκεκριμένο πολιτικό∙ Τότε ο συγκεκριμένος πολιτικός θα κάτσει σπίτι του, δε θα βγει στις εκλογές. Άρα ο πολιτικός αρχικά είναι ο εντολοδόχος -γιατί ψηφίζεται, δεν αυτοδιορίζεται βουλευτής. Βέβαια ο πολιτικός δεν είναι -πάντοτε- ανόητος. Βλέπει τι ζητάει ο λαός -και άρα του τι του λείπει του λαού- και σου λέει: Ψωμί θέλετε, φούρνο θα σας ανοίξω. Αλλιώς ξέρει ότι δεν πρόκειται ούτε το κεφαλόσκαλο της Βουλής να δει.
Υπάρχει περίπτωση όμως καμιά φορά να γκρεμίζεται -καθόλου τυχαία- ο φούρνος και υπό το καθεστώς του φόβου ο πολιτικός να ζητά «την – ψήφο – σου- λαέ» γιατί θεωρεί πως μπορεί να σώσει ότι απέμεινε και να ξαναχτίσει απ’ την αρχή -κι ακόμα «καλύτερα»- τον ερειπωμένο φούρνο. Τυχαίνει ακόμα να γκρεμίζεται ο φούρνος κι ο πολιτικός να σου θυμίζει τι ωραία ψωμιά φούρνιζαμε κάθε μέρα πριν πολλά χρόνια, και τι ωραία που τα τρώγαμε, γι αυτό πρέπει να τα ξαναφάμε!
Δηλαδή ο πολιτικός πρώτα ακούει το λαό, και έπειτα του κλείνει το μάτι -είτε το αριστερό είτε το δεξιό. Ανάλογα με άλλα λόγια με τις ιδεολογικές του καταβολές -για να το πούμε χονδρικώς- ανοίγει τους δρόμους για να προχωρήσει το αίτημα του λαού και συνάμα η πολιτική του ιδέα -για να το ξαναπούμε χονδρικώς…
Έτσι ο πολιτικός πλάθει ξανά ένα μεγάλο μέρος του λαού του -μην βιάζεσθε, έχουμε και εξαιρέσεις, υπάρχουμε κι αντιρρησίες. Δηλαδή ο πολιτικός αναπαράγει τις αξίες που παίρνει -όταν αυτός ανήκε στο μεγάλο μέρος του λαού ή ήταν ο ίδιος εξαίρεση-, τις βάζει λοιπόν σε λίστα προτεραιοτήτων -που κουμπώνουν με τις δικές του προσωπικές, ιδεολογικοπολιτικές κορυφογραμμές και τα συμφέροντά του βεβαίως- και υποχρεώνει σε εφαρμογή τους, φτιάχνοτας νόμους. Εφαρμογή τους, όχι όμως απαραίτητα εσωτερίκευση, γιατί πάντα θα υπάρχουν μέλη-πολίτες που δεν ταυτίζονται μ’ αυτές (άλλωστε είμαστε κι ανομική –όχι παρανομική, άλλο ζήτημα αυτό- κοινωνία, που λέν’ κι κοινωνιολόγοι).
Θα δώσω ένα παράδειγμα -για να λέτε ότι καταλάβατε: Έστω ότι η κυβέρνηση είναι χ ιδεολογικών πεποιθήσεων. Αυτή η χ κυβέρνηση έχει μια ιδεολογική κατεύθυνση που ψηφίστηκε απ’ την πλειοψηφία των πολιτών -οποιασδήποτε απόχρωσης αλλά ενστερνιζόμενης τελικά την χ.
Έτσι η χ από δω και πέρα θα επιβάλλει μέσω των νόμων τις αξιακές τις βάσεις ή τουλάχιστον τα στίγματα -γιατί η εξουσία συντηρητικοποιεί, γιατί οι πολιτικοί θέλουν να συντηρήσουν την εξουσία τους. Αυτές οι πεποιθήσεις θα γίνουν κοινωνική πραγματικότητα κι όλοι θα κλειθούν να πράττουν σύμφωνα με αυτές ακόμη κι αν οι μειοψηφίες διαφωνούν.
Γι’ αυτό και οι μειοψηφίες προστατεύονται στη Δημοκρατία και μπορούν να γίνουν μια μέρα, αν πείσουν, πλειοψηφία. Στις επόμενες εκλογές όμως, αυτό σημαίνει τήρηση των διαδικασιών στη Δημοκρατία. Όχι να πάρουν τα όπλα οι μειοψηφίες και να στερήσουν απ’ τις επόμενες μειοψηφίες το δικαίωμα να επιλέξουν το μέλλον αλλά κυρίως το παρόν τους. Αυτό που μόλις ακριβώς περιέγραψα είναι η τακτική του ολοκληρωτισμού. Με το πρόσχημα ότι θα έχουμε ταύτιση κυβερνόντων και κυβερνομένων σου λένε: Λαέ εγώ που σε πονάω… πάρε τα όπλα, κάψε τη Βουλή και όσους σου πίνουν το αίμα. Κρέμασε στις πλατείες όσους σε κλέβουν γιατί έτσι θα ξεβρωμίσει ο τόπος!
Βέβαια αυτό που κάνουν οι ολοκληρωτικοί είναι απλά να ιδεολογικοποιούν το προσωπικό τους συμφέρον βάφοντας τα πεζοδρόμια με αίμα.. Ωστόσο ας επανέλθω. Οι πολιτικοί μας είναι ουσιαστικά ο καθρέφτης μας.
Πολλοί θεωρούμε ότι ο καθρέφτης μας μάς παραμορφώνει, και γι’ αυτό θέλουμε να τον σπάσουμε. Γιατί προφανώς είμαστε αηδιασμένοι με τους πολιτικάντηδες μας –αλλά βαθιά μέσα μας με τον κακό εαυτό μας… Αλλά τα φταίει πάντα κάποιος άλλος, και ποτέ εμείς και ο πολιτικάντης μας, που διορίσαμε -εσύ του το ζήτησες!- τα παιδιά μας ή κάτι παρόμοιο.
Σε καμία περίπτωση δεν υπονοώ φταίμε όλοι. Όχι και βέβαια όχι. Γιατί σήμερα η νεολαία πληρώνει τα σπασμένα, ενώ πριν 30 χρόνια ήταν –δηλαδή ήμασταν- αγέννητοι. Αλλά αν συνεχίσουμε τα λάθη του παρελθόντος τότε θα μας αξίζει ο τίτλος του συνενόχου.
Ο πολίτης εκφράζει την προσωπική του αλήθεια και την αλήθεια του αυτή θέλει να τη δει και αλήθεια των άλλων. Θέλει να κάνει την αλήθεια του να γίνεται πραγματικότητα -όχι δεν είναι το ίδιο. Η αλήθεια δεν είναι μία, είναι πολλές συμπεριφορές με πολλά κοινά χαρακτηριστικά που επειδή τα βλέπουμε στους άλλους, έχουμε την διαρκή ροπή να αυτοεπιβεβαιωνόμαστε. Αλήθεια δηλαδή ονομάζω το σύνολο -ή καλύτερα δομή- των προσωπικών εμπειριών και του τρόπου σκέψης και της ερμηνείας του καθενός προσωπικά (πάντα σε πολιτικό επίπεδο). Αλλά η πραγματικότητα είναι μία και μοναδική, μας αρέσει, δε μας αρέσει. Και συνήθως δεν είναι ευχάριστη…
Η πραγματικότητα είναι αυτό που δεν αλλάζει μέχρι να αντικατασταθεί από άλλη πραγματικότητα. Έτσι όταν ο πολίτης βλέπει την αλήθεια του να κυριαρχεί αισθάνεται ή γνωρίζει -ή αισθάνεται πως γνωρίζει- ότι τα πράγματα πάνε καλά (όπως αυτός δηλαδή επιθυμεί). Γι’ αυτό και νιώθει εσωτερικά γεμάτος, ψηλώνει πέντε πόντους και ξέρει ότι θα κάτι θα κερδίσει κι αυτός. Ή τουλάχιστον δε θα χάσει, αλλά σπανίως. Είμεθα πλεονέκτες.
Γι’ αυτό και η συναίνεση μεταξύ των πολιτών είναι πράξη, και μάλιστα μόνο Δημοκρατική πράξη! Είναι η πράξη της πλειοψηφίας που διασφαλίζει ότι η τελευταία έχει καταλάβει τις ανάγκες, τους πόνους και τα ίσα δικαιώματα που έχει και πρέπει να έχει η μειοψηφία. Η συναίνεση είναι η αποθέωση της Δημοκρατίας. Η αποθέωση της συναίνεσης όμως θέλει ακόμα δουλειά… Η ποιότητα της Δημοκρατίας είναι ανάλογη με την ποιότητα της διάσωσης των απορρίψεων, των αντίθετων γνωμών. Από εσένα, από εμένα κι απ’ όλους μας θα βρει η ελπίδα το δρόμο της, η ζωή μας το πραγματικό νόημα της και η χώρα που λατρεύουμε την πορεία για την δημιουργική εκτόξευσή της.
Αυτά λοιπόν για σήμερα. Αν και την έκταση του κειμένου δεν την λες και μικρή, η ουσία είναι ετούτη. Θα κλείσω λίγο απότομα, γιατί οι λέξεις πρέπει να καρφωθούν σαν πρόκες: Το να λες: «δε μ’ απασχολεί η πολιτική», είναι σα να λές: «Δεν μ΄ απασχολεί η ζωή». Κι ζωή μας δε χωράει επιπολαιότητες, ανορθολογισμό κι απανθρωπιά.-