Και τι κάνουμε όταν το σώμα μας μιλάει;
Στις μέρες μας, ζούμε σε μία εποχή που κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει ότι το περιβάλλον μας αποτελεί καθημερινά μία συνεχή αρένα αλλεπάλληλων αγχογόνων ερεθισμάτων. Μέσα στη γενικότερη ατμόσφαιρα κρίσης και αποσταθεροποίησης που επικρατεί γύρω μας (κρίση αξιών, κρίση ανθρώπινων σχέσεων, οικονομική κρίση), ο σύγχρονος άνθρωπος συχνά έρχεται αντιμέτωπος με δύσκολες καταστάσεις, στις οποίες επενδύει σωματικά και ψυχικά για να αντιμετωπίσει. Έτσι, ακόμα και εν αγνοία του πολλές φορές, επηρεάζεται ποικιλοτρόπως από τις καταστάσεις αυτές σε τρία επίπεδα: το σωματικό, το πνευματικό και το ψυχικό. Κι αυτό, γιατί ο άνθρωπος είναι μία ύπαρξη τρισυπόστατη και, άρα, οι επιπτώσεις μιας αγχογόνας κατάστασης σ’ αυτόν δε θα μπορούσαν να είναι μονόπλευρες και αποκλειστικά εστιασμένες σε μόνο μία του όψη.Στην καθημερινή μας ζωή, υπάρχουν πολλά παραδείγματα που φανερώνουν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο την άρρηκτη σχέση μεταξύ του σώματος και της ψυχής μας. Όταν αρρωσταίνουμε, αισθανόμαστε κακόκεφοι και λιγότερο ευδιάθετοι απ’ ό,τι συνήθως. Συμβαίνει, όμως, και το ακριβώς αντίστροφο! Όταν, δηλαδή, αισθανόμαστε θλιμμένοι, στενοχωρημένοι ή αγχωμένοι σχετικά με κάτι, μπορεί να νιώσουμε την καρδιά μας να χτυπά γρηγορότερα, το στομάχι μας να “δένεται κόμπος”, το κεφάλι μας να πονά ή να δυσκολευόμαστε να κοιμηθούμε το βράδυ. Αυτά δείχνουν την επίδραση που μπορεί να έχει η ψυχική μας κατάσταση στον οργανισμό μας. Όταν, δηλαδή, βιώνουμε αρνητικά συναισθήματα ή επώδυνες καταστάσεις, το σώμα μας εκκρίνει ορμόνες και στέλνει “μηνύματα κινδύνου” σε όλα τα επιμέρους μέρη του, προκειμένου να “συστρατευτούν δυνάμεις” και να αντιμετωπιστεί το εκάστοτε πρόβλημα. Όλη αυτή η διαδικασία, όμως, οδηγεί στην απορρύθμιση της φυσιολογικής λειτουργίας του οργανισμού. Επομένως, σε καμία περίπτωση δεν μπορούμε να θεωρήσουμε την ψυχή και το σώμα ως δύο ανεξάρτητες οντότητες που επιτελούν ξεχωριστό έργο η καθεμιά. Απεναντίας, το ένα είναι η συνέχεια του άλλου και αλληλοεπηρεάζονται σε μία συνεχή αλληλεπίδραση. Με άλλα λόγια, αποτελούν δύο συγκοινωνούντα δοχεία.
Η αρνητική επίδραση, λοιπόν, της ψυχικής μας κατάστασης στο σώμα μας, μπορεί να οδηγήσει στα λεγόμενα ψυχοσωματικά συμπτώματα. Τα συμπτώματα αυτά δεν είναι “φαντάσματα” ή δημιουργήματα της φαντασίας του ασθενή. Αντιθέτως, έχουν σάρκα και οστά και μπορεί να μη διαφέρουν ούτε σε ένταση, ούτε σε σημασία από τα υπόλοιπα σωματικά συμπτώματα. Η ειδοποιός διαφορά τους έγκειται στο ότι, ενώ τα οργανικά συμπτώματα έχουν μία παθολογική/οργανική αιτιολογία, τα ψυχοσωματικά συμπτώματα έχουν ψυχολογική βάση. Πολλές φορές βέβαια, είναι αρκετά δύσκολο να εντοπιστεί αν ένα σωματικό σύμπτωμα είναι ψυχολογικής φύσεως ή όχι κι αυτό γιατί τα συμπτώματα έχουν συνήθως πολυπαραγοντικά αίτια. Σε κάθε περίπτωση, η σωστή διαδικασία που πρέπει να ακολουθηθεί σε τέτοιες περιπτώσεις, είναι να γίνουν πρώτα όλες οι απαραίτητες ιατρικές εξετάσεις, προκειμένου να αποκλεισθεί το ενδεχόμενο κάποιου οργανικού προβλήματος.
Γιατί, όμως, εμφανίζονται τα ψυχοσωματικά συμπτώματα; Η απάντηση στην ερώτηση αυτή διαφοροποιείται για τον κάθε άνθρωπο, ανάλογα με τον τρόπο ζωής του, τον τρόπο σκέψης του και τις δυσκολίες που αυτός αντιμετωπίζει. Σε όλες, όμως, τις περιπτώσεις τα ψυχοσωματικά συμπτώματα προσπαθούν να επιτύχουν έναν κοινό στόχο: να εξωτερικεύσουν τα καταπιεσμένα συναισθήματα, τις ανησυχίες, τους φόβους και τις ψυχικές συγκρούσεις του καθενός, μ’ έναν τρόπο που το άτομο σίγουρα δε θα μπορέσει να αγνοήσει και να παραμελήσει. Πολλές φορές, οι άνθρωποι φοβούνται να εκφράσουν τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν και τις αδυναμίες τους. Καταπνίγουν, δηλαδή, μέσα τους τα αρνητικά συναισθήματα και τις ψυχικές συγκρούσεις που βιώνουν, ελπίζοντας πως με αυτό τον τρόπο θα απαλλαχτούν από αυτά. Όμως, ακόμα κι αν το μυαλό και το πνεύμα ξεχνάει, το σώμα μας δεν ξεχνάει ποτέ. Με το να απωθεί, δηλαδή, κανείς όλα όσα τον ταλανίζουν, το μόνο που πετυχαίνει είναι να ανακουφίζεται προσωρινά και να “σκεπάζει” παροδικά το πρόβλημα. Ο πυρήνας του προβλήματος, όμως, είναι εκεί, εξακολουθεί να υπάρχει και θα προσπαθήσει να βρει έναν τρόπο, για να βγει και πάλι στην επιφάνεια και να κάνει αισθητή την παρουσία του. Τα ψυχοσωματικά προβλήματα, με άλλα λόγια, έχουν μια λειτουργική σημασία, υπάρχουν, για να μας βοηθήσουν και να μας προστατεύσουν. Δημιουργούνται, για να αφυπνίσουν το άτομο, για να το προειδοποιήσουν πως κάτι μέσα του δεν πάει καλά και πρέπει να λυθεί άμεσα. Αποτελούν, δηλαδή, κάτι σαν “σειρήνες κινδύνου” που μας καλούν να τις ακούσουμε. Κι αυτό, γιατί τις σκέψεις και τα συναισθήματά μας μπορεί να αποφεύγουμε να τα ακούσουμε, το σώμα μας όμως δεν μπορούμε, και τα ψυχοσωματικά συμπτώματα παίζουν ακριβώς αυτό το ρόλο του διαμεσολαβητή.
Γίνεται, λοιπόν, φανερό από τα παραπάνω, ότι όταν τα καταπιεσμένα, ανέκφραστα, αρνητικά συναισθήματα και οι σκέψεις που βιώνουμε δε βρίσκουν άλλη δίοδο εξόδου, τότε σωματοποιούνται, σε μια προσπάθειά τους να μας επιστήσουν την προσοχή. Απώτερος σκοπός τους, δηλαδή, είναι να μας κάνουν να εστιάσουμε την προσοχή μας στο λανθάνον πρόβλημα και να το επεξεργαστούμε. Με το να αγνοεί και να παραβλέπει κανείς μία δυσκολία ή μία ψυχική σύγκρουση που υφίσταται μέσα του, απλώς αναβάλλει το πραγματικό πρόβλημα, ενώ συγχρόνως του δίνει, χωρίς να το θέλει, μεγαλύτερες διαστάσεις, αφού αυτό θα αναζητήσει άλλο τρόπο να εκφραστεί. Φυσικά, είναι αδύνατον να εξαλείψει κανείς πλήρως όλα τα προβλήματα και τις δυσκολίες από τη ζωή του. Κάτι τέτοιο φαντάζει εντελώς ανέφικτο και ουτοπικό. Σκοπός, λοιπόν, είναι η έγκαιρη και επαρκής αντιμετώπιση των αγχογόνων καταστάσεων στη ζωή ενός ατόμου, πριν αυτές αρχίσουν να προκαλούν έκπτωση στη λειτουργικότητά του. Η ψυχοθεραπεία είναι, αδιαμφισβήτητα, ένας ενδεδειγμένος τρόπος προς αυτή την κατεύθυνση, καθώς βοηθάει το άτομο να διαμορφώσει ένα προσωπικό πρόγραμμα διαχείρισης του άγχους και των δυσκολιών, προσαρμοσμένο στις δικές του ανάγκες και αδυναμίες. Γιατί, μόνο αν έρθουμε αντιμέτωποι με το πραγματικό πρόβλημα, θα μπορέσουμε να το επεξεργαστούμε και, έτσι, να το αντιμετωπίσουμε αποτελεσματικά και σε βάθος. Ας κάνουμε, λοιπόν, από σήμερα ένα δώρο στον εαυτό μας: ας μην τον αγνοούμε ποτέ, γιατί μόνο έτσι θα μπορεί κι αυτός να μας εμπιστεύεται και να μας προστατεύει!